Γράφει η Ε..

 

 

Έβαλα μπροστά τον εγωισμό και τη λογική. Όσα είχα ξεχάσει μαζί σου δηλαδή. Αυτήν τη φορά όμως σε νίκησαν, για μια φορά. Δεν είχα συνηθίσει έτσι. Με πείραξε, αλλά ακολούθησα τις εξελίξεις, σαν να μην αποφασίζω εγώ. Φάνηκα σαν να κουβαλούσα μια ετοιμότητα από καιρό κι έφυγα. Χωρίς δράματα, σχεδόν χωρίς λόγια. Είχαμε πει τόσα πολλά ως τότε.

Εξάλλου, σου είχα πει τόσες φορές πως θα φύγω, που πλέον δε με πίστευες πως θα το κάνω. Ήταν ένα κόλπο με τον εαυτό μου, χρειαζόμουν χρόνο για να προετοιμαστώ. Μέσα μου το είχα αποφασίσει, δε θα σε ξαναδώ. Βέβαια δεν ήξερα πώς θα είναι. Δεν ξέρω πώς μοιάζει χωρίς, χωρίς εσένα εννοώ. Αλλά θα μάθω. Δεν ξέρω αν θα μου αρέσει, αν θα μου λείπεις, αν θα σε ζητάω. Φαντάζομαι δε θα ‘ναι εύκολο, αλλά θα το κάνω. Ίσως πάρω πίσω τα λόγια μου, ίσως λυγίσω, οπισθοχωρήσω και όλα αυτά τα πολύ δραματικά ρήματα.

Τελικά έφυγα, χαθήκαμε, σε ξέχασα; Με ξέχασες; Μπορεί να μη μάθουμε και ποτέ. Δε μιλάω για σένα σε κανέναν πια, τους έχω πει να φερόμαστε σαν να μην πέρασες από ‘δω. Κι ας έπρεπε να συμβεί η παρουσία σου στη ζωή μου. Το όνομά σου ακόμα δεν το λέω. Σε αποφεύγω απ’ όλα τα πιθανά και τα απίθανα μέρη. Είμαι εντάξει με αυτό. Στην αρχή ζορίστηκα, μη σου λέω μαλακίες. Σε θύμιζε μέχρι και ο αέρας που αναπνέω. Στο μυαλό μου έπαιζαν οι στιγμές μας ξανά και ξανά, σε μία εξαντλητική επανάληψη.  Κάθε λέξη, κάθε ανάσα, κάθε άγγιγμα. Όσο έλεγα στο μυαλό μου να βγάλει επιτέλους το σκασμό, αυτό ούρλιαζε για το αντίθετο, μιλούσε για ‘σένα συνεχώς. Κουράστηκα, τα παράτησα και είπα ας γίνει ό,τι θέλει.

Κι έτσι λίγο ησύχασα, δε στο κρύβω. Βλέπω κάποιους που σου μοιάζουν και μετά δεν τους ξαναβλέπω. Για ευνόητους λόγους, καταλαβαίνεις. Όσο κουλ και να είμαι δεν μπορώ να ζήσω μία ακόμα κόπια σου. Χόρτασα από τέτοια, «ευχαριστώ, μα δε θα πάρω.» Καμιά φορά μας σκέφτομαι μαζί, αλλά μετά θυμάμαι ότι δε θα ξαναυπάρξει και μου περνάει. Αν αναρωτιέσαι αν θα ‘θελα να είμαι μαζί σου τώρα, θα σου απαντήσω ένα γενναίο «όχι», δεν άντεχα άλλο. Ούτε θα ήθελα να ‘μαι στη θέση του ανθρώπου που είναι στο πλευρό σου τώρα. Νόμιζες πως δε θα μάθαινα τα ευχάριστα. Πάντα είχες τον τρόπο σου να μη μένεις μόνος για πολύ. Δε στο είπα ποτέ, αλλά να ξέρεις με φοβίζουν όσοι δε τολμούν να μείνουν για λίγο μόνοι τους. Δεν το λέω επειδή ζηλεύω. Ξέρω πως δεν με πιστεύεις, αλλά εγώ ζητούσα από ‘μας το κάτι παραπάνω. Κι εσύ είχες αγκαλιά μια συνήθεια που πήγαινε ως εκεί που ακουμπούν τα πόδια σου.

Σηκώνω το βλέμμα μου, τόση ώρα περπατούσα, σκεφτόμουν όλα αυτά και ο δρόμος με οδήγησε κοντά στο σπίτι σου. Είχα ορκιστεί πως δε θα περνούσα ξανά, ούτε τυχαία. Τώρα πώς έφτασα εδώ, για λίγο αφέθηκα και δες τι κατάφερα! Πρέπει να μου υπενθυμίζω πιο συχνά να σε ξεχνάω.

Τελοσπάντων τώρα που βρέθηκα εδώ, μήπως βγεις λίγο να σε δω; Πολύ μελό ακούστηκε αυτό και δεν τα συμπάθησες ποτέ αυτά. Ψάχνω το κινητό μου, αλλά δεν υπάρχεις ούτε στις αγαπημένες κλήσεις, ούτε στο ιστορικό, ούτε καν στις επαφές μου. Τώρα  όμως είμαι εδώ, να φύγω; Θέλω να μάθεις ότι πέρασα. Δεν ξέρω γιατί, δεν ξέρω αν έχει καμία σημασία. Ίσως θέλω να ραγίσω αυτήν τη σιωπή που τόσο πρωτόγνωρα απλώθηκε ανάμεσά μας και δεν ξέρω αν με βολεύει ή αν με κομματιάζει. Για απόψε ας μην καταφέρω να τηρήσω όσα έχω πει, ας δείξω τις αδυναμίες μου. Για απόψε ας μην τα κάνω όλα σωστά.

Ψάχνω να σου αφήσω κάτι, για να με καταλάβεις. Οι σκέψεις μου τρέχουν ορμητικά, αλλά δεν απομακρύνομαι. Βγάζω το σημειωματάριό μου, συνήθως σου έγραφα πολλά. Εξηγούσα και μοιραζόμουν όσα δεν τολμάω. Απόψε δε χρειάζονται αυτά. Ούτε το όνομά μου, ούτε τους λόγους μου.

«Σε σκέφτομαι ακόμη λοιπόν, καληνύχτα.»

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!