Ξημερώνει Δευτέρα. Άλλη μια γκρίζα μέρα ρουτίνας. Κινήσεις μηχανικές. Ο καφές είναι το πρώτο πράγμα που σε προσγειώνει στην πραγματικότητα. Αναστενάζεις στη θύμηση του Σαββατοκύριακου. Αναμνήσεις που σε κάνουν να χαμογελάσεις, ελάχιστα όμως, γιατί τώρα πια είναι Δευτέρα πρωί. Συνεχίζεις. Άλλη μια βδομάδα μουντή. Άλλη μια βδομάδα κανόνων…

Βαθύς αναστεναγμός ξανά. Τα πνευμόνια σου έχουν συνηθίσει. Ρουφάς το καυσαέριο αδιαμαρτύρητα. Μετρημένα τα βήματα ως το γραφείο. Μετρημένες κι οι κινήσεις που θα ακολουθήσουν. Τυπικές καλημέρες, ψεύτικα χαμόγελα και προσπάθεια για να βολευτείς σ’ εκείνη την ξεχαρβαλωμένη καρέκλα για το επόμενο οχτάωρο. Στο τέλος, έχοντας γυρίσει πτώμα στο σπίτι, σε παίρνει ο ύπνος στον απόηχο ενός ανόητου ριάλιτι.

Για πόσο ακόμα θα αναπολείς τα Σαββατοκύριακα και θα βαρυγκωμάς τις Δευτέρες; Πόση ρουτίνα μπορείς να αντέξεις μέχρι να παραδεχτείς ανοιχτά πως μισείς αυτή τη δουλειά; Πόση καταπίεση μέχρι να τινάξεις από πάνω σου τις επαγγελματικές νόρμες και να κυνηγήσεις τη δουλειά των ονείρων σου;

Έφτασε κι η Τρίτη. Είναι ακόμη νωρίς για αντίστροφη μέτρηση ως το Σάββατο. Γνωστή ρουτίνα στη δουλειά, επιστροφή στο διαμέρισμα, ανάσες ανακούφισης. Ένα τηλεφώνημα ταράζει την ηρεμία σου. Μια πρόταση και μια καταφατική απάντηση. Μπαίνεις για μπάνιο γρήγορα κι ετοιμάζεσαι μηχανικά. Μερικούς μήνες πριν ίσως να κατέβαλες περισσότερη προσπάθεια για να εντυπωσιάσεις, τώρα απλά αδιαφορείς.

Η συζήτηση στην καφετέρια είναι χλιαρή. Σκόρπιες κουβέντες για τη μέρα σας, που κάθε άλλο παρά ενδιαφέρουσα θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κανείς. Πού και πού τσεκάρετε και τα κινητά σας, προσπαθώντας να καταπνίξετε κάποιο χασμουρητό. Πλήττεις. Πλήττεις φρικτά. Αλλά δεν το λες φωναχτά, παρά μόνο το παγιδεύεις στις σκέψεις σου, ονομάζοντάς το «φυσιολογικό», γιατί «μια μακροχρόνια σχέση είναι λογικό να κάνει κοιλιά». Ναι, σαν ταινία ή βιβλίο ένα πράγμα… Ούτε εσύ δεν πιστεύεις πια στις δικαιολογίες του εαυτού σου.

Κι έρχεται κι η Τετάρτη, μεσοβδόμαδο, «άντε και πλησιάζουμε στο Σαββατοκύριακο». Γι’ άλλη μια φορά το ξυπνητήρι σου γλυτώνει στο πάρα πέντε απ’ το εκνευρισμένο σου χτύπημα. Γι’ άλλη μια φορά μισείς τη στιγμή που θα πρέπει να βάλεις τα δυνατά σου για να σηκωθείς απ’ το κρεβάτι. Εξακολουθείς να αναρωτιέσαι τι θέση έχεις σ’ έναν κόσμο που όλα πρέπει να λειτουργούν στην εντέλεια από νωρίς το πρωί. Εσύ, που τις νύχτες το μυαλό σου τρέχει με την ταχύτητα του φωτός και τη μέρα επιλέγει να μένει στην αποχαύνωση. Πάλι καλά που η δουλειά δεν κρύβει εκπλήξεις, ούτε απαιτεί πολλή φαιά ουσία…

Να κι ο ήλιος της Πέμπτης, παίζει κρυφτό πίσω απ’ τα σύννεφα. Υπομονή, δυο μέρες έμειναν. Η μέρα κυλάει γρήγορα, σαν ταινία σε γρήγορη κίνηση κι εσένα τον θεατή που παρακολουθεί βαριεστημένα. Η Παρασκευή ίδια κι απαράλλαχτη. Μπαίνεις σπίτι κι ο αναστεναγμός ανακούφισης είναι βαθύτερος από κάθε φορά.

Έφτασε το Σαββατοκύριακο που διακαώς περίμενες εδώ και μια βδομάδα. Κρίμα να μην μπορείς να παγώνεις το χρόνο σε τέτοιες μέρες. Δε συμβαίνει τίποτα συνταρακτικό, αλλά τουλάχιστον άφησες πίσω στο γραφείο το βάρος της δουλειάς, έστω για ένα σαρανταοχτάωρο.

Υπάρχουν και μερικές στιγμές, διάσπαρτες κι απρόσκλητες, που οι σκέψεις σου γίνονται πιο ευκρινείς στο απόλυτο σκοτάδι της σύγχυσης. Ονειρεύεσαι με «αν». Τι ωραία που θα ήταν αν έκανες μια δουλειά που αγαπούσες. Τι ωραία που θα ήταν αν ήσουν με κάποιον που είχες ερωτευτεί πραγματικά. Τι ωραία που θα ήταν αν ζούσες και δεν επιβίωνες απλά!

Ζηλεύεις τους ανθρώπους που πήραν ρίσκα και τα κατάφεραν, όσο εσύ παγιδευόσουν όλο και περισσότερο στο φαύλο κύκλο της ρουτίνας. Ζηλεύεις, γιατί εκείνοι ήταν αρκετά γενναίοι ώστε να ξεπεράσουν τα όριά τους, ενώ εσύ δεν είσαι τίποτα παραπάνω από ένα φοβισμένο ανθρωπάκι. Φυλακισμένο στις ίδιες του τις ανασφάλειες και τις αναστολές.

Κατάλαβε κάτι, όμως. Κανένας από εκείνους τους ανθρώπους δεν ήταν ήρωας ή θεός. Απλά θέλησαν κάτι και το διεκδίκησαν. Είδαν μπροστά τους εμπόδια, αλλά δεν τρόμαξαν. Ίσα-ίσα, προσπάθησαν περισσότερο. Έχει μια ακαταμάχητη γοητεία το να ξεπερνάς τα όριά σου. Σαν να φυτρώνουν φτερά στην πλάτη σου και ν’ αντικρίζεις κάθε πρόβλημα απ’ την ασφάλεια του ουρανού. Μην το φοβηθείς. Αφέσου και ζήσε το.

Συντάκτης: Χρύσα Παναγοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη