Όταν σε γνώρισα, ήμουν αλλού. Όχι συναισθηματικά χαμένη, όχι μπερδεμένη με την έννοια που συνήθως το λέμε, αλλά σε μια σχέση που κρατούσε χρόνια, σε μια καθημερινότητα που είχε αποκτήσει βάρος, συνήθεια και μια σιωπηλή φθορά που δεν ήξερα πώς να ονομάσω. Ήμουν σε κάτι σταθερό, σε κάτι γνώριμο, σε κάτι που είχα μάθει να λέω «μαζί», ακόμα κι αν μέσα μου ένιωθα όλο και πιο μόνη.

Σε έβλεπα σχεδόν καθημερινά, χωρίς να υπάρχει λόγος, χωρίς να υπάρχει ιστορία, χωρίς να υπάρχει δικαιολογία. Και όμως, από την πρώτη στιγμή, κάτι σε εσένα με τραβούσε με έναν τρόπο ανεξήγητο και ήσυχο, όχι σαν έρωτας που φωνάζει, αλλά σαν αίσθηση που επιμένει. Δεν έκανα καμία κίνηση. Δεν έπρεπε. Δεν μπορούσα.

Για πολύ καιρό, το σεβάστηκα αυτό το αλλού. Όχι γιατί ήταν απόλυτα σωστό, αλλά γιατί ήταν αυτό που είχα επιλέξει. Έλεγα στον εαυτό μου πως είναι απλώς μια συμπάθεια, μια ιδέα, κάτι που θα περάσει. Άλλωστε, όταν είσαι σε σχέση, μαθαίνεις να κλείνεις τα μάτια σε ό,τι σε ταράζει. Μαθαίνεις να μη ρωτάς τον εαυτό σου πολλά, γιατί φοβάσαι τις απαντήσεις.

Όμως εσύ δεν έφευγες από το μυαλό μου. Όχι με τρόπο ενοχικό, όχι με φαντασιώσεις ή σενάρια, αλλά σαν ερώτηση. Σαν εκείνο το «γιατί» που δε σε αφήνει ήσυχο. Γιατί με τραβάει τόσο κάποιος άλλος; Γιατί νιώθω αυτή τη ζεστασιά χωρίς να έχει συμβεί τίποτα; Και κάπου εκεί άρχισα να καταλαβαίνω πως το θέμα δεν ήσουν εσύ. Το θέμα ήταν ότι αυτό που είχα, δε με κάλυπτε πια. Και δεν ήταν εύκολη σκέψη.

Δεν ήταν απόφαση της στιγμής. Ήταν μια αργή, επίπονη συνειδητοποίηση ότι για να μπορέσει να χωρέσει τόσο έντονα κάποιος άγνωστος μέσα μου, τότε κάτι μέσα μου είχε ήδη αδειάσει. Ότι δε γίνεται να νιώθεις τόσο έντονα έλξη, σύνδεση, περιέργεια για έναν άνθρωπο, αν είσαι πραγματικά πλήρης εκεί που βρίσκεσαι.

Και τότε έκανα το πιο δύσκολο πράγμα, διάλεξα την αλήθεια. Όχι για εσένα μα για μένα. Γιατί κατάλαβα πως το αλλού στο οποίο βρισκόμουν δε με εξέφραζε, δε με μεγάλωνε, δε με αγαπούσε όπως είχα ανάγκη. Και έμεινα μόνη. Για μήνες. Χωρίς σχέσεις, χωρίς υποσχέσεις, χωρίς εσένα ακόμα στη ζωή μου. Εκείνο το διάστημα ήταν καθοριστικό. Ήθελα να είμαι σίγουρη πως αν ποτέ έκανα κίνηση προς εσένα, δε θα ήταν φυγή, δε θα ήταν αντικατάσταση, δε θα ήταν μπέρδεμα. Ήθελα να σε διαλέξω καθαρά. Να σταθώ απέναντί σου χωρίς εκκρεμότητες, χωρίς σκιές, χωρίς παλιές ιστορίες να βαραίνουν το παρόν.

Και όταν τελικά έκανα κίνηση, το έκανα με ηρεμία. Χωρίς δράμα, χωρίς φόβο. Σαν κάτι που είχε ωριμάσει μέσα μου και απλώς ήρθε η ώρα του. Και τότε κατάλαβα πως όλο αυτό το διάστημα δεν προετοιμαζόμουν για έναν καινούργιο έρωτα, αλλά για έναν σωστό. Γιατί μαζί σου, όλα ήταν αλλιώς από την αρχή. Δεν ένιωσα άγχος. Δεν ένιωσα ότι πρέπει να αποδείξω κάτι. Ένιωσα μια γλυκιά οικειότητα, σαν να σε ήξερα πριν σε μάθω. Ο τρόπος που με άκουγες, που με κοίταζες, που στεκόσουν δίπλα μου χωρίς να με πιέζεις, μου έδειξε τι σημαίνει να είσαι με κάποιον που σε θέλει αληθινά.

Μαζί σου, συνειδητοποίησα πόσο λάθος ήταν εκείνο το αλλού. Όχι γιατί δεν υπήρξε αγάπη τότε, αλλά γιατί υπήρξε σιωπή. Υπήρξε συνήθεια. Υπήρξε προσπάθεια χωρίς ανταπόκριση. Εσύ δε μου ζήτησες ποτέ να προσπαθήσω περισσότερο. Με δέχτηκες όπως είμαι. Και αυτό από μόνο του με έκανε να θέλω να δίνω.

Ο έρωτας μαζί σου είναι τρυφερός. Έχει αγκαλιές που κρατάνε, βλέμματα που μένουν, λέξεις που δε χάνονται στον αέρα. Έχει καθημερινότητα που δε βαραίνει, αλλά δένει. Έχει ασφάλεια χωρίς έλεγχο και πάθος χωρίς φόβο. Και μέσα σε αυτόν τον έρωτα, δε χάνω τον εαυτό μου. Τον βρίσκω.

Και τώρα ξέρω. Το αλλού δεν ήταν λάθος γιατί ήταν παρελθόν. Ήταν λάθος γιατί έμενα εκεί ενώ είχα αλλάξει. Και εσύ ήρθες για να μου το δείξεις, χωρίς να το ζητήσεις, χωρίς να το απαιτήσεις, απλώς με το να είσαι εσύ. Ήρθες όταν ήμουν αλλού και περίμενες μέχρι να έρθω εγώ σε σένα. Και αυτό, για μένα, είναι αγάπη. Είναι σεβασμός. Είναι έρωτας.

Και σήμερα, αν με ρωτήσεις αν άξιζε όλη αυτή η διαδρομή, θα σου πω ναι. Γιατί με έφερε σε εσένα. Και σε έναν εαυτό που δε θέλει πια να είναι αλλού.

Συντάκτης: Ιόλη Ντόκου