Υπάρχει μια στιγμή, κάπου ανάμεσα στο πρώτο «σ’ αγαπώ» και στο «μαζί για πάντα», που πιστεύουμε πως η αγάπη είναι ασπίδα. Ότι αν αγαπιόμαστε αρκετά, δε θα υπάρξει χώρος για τρίτους. Κι όμως, η απιστία εμφανίζεται συχνά όχι εκεί όπου λείπει η αγάπη αλλά εκεί όπου κάτι άλλο σιωπά.

Η απιστία δεν είναι πάντα αποτέλεσμα κακίας. Ούτε πάντα προδοσία με τη στενή έννοια. Είναι τις περισσότερες φορές, ένα σύμπτωμα. Ένα σημάδι ότι κάτι μέσα στον άνθρωπο, όχι απαραίτητα μέσα στη σχέση, έχει αρχίσει να ραγίζει. Γιατί λοιπόν όταν παρότι αγαπάμε μπορεί να μην είμαστε πιστοί; Ίσως γιατί η αγάπη δεν είναι το μόνο πράγμα που μας κρατά όρθιους.

Υπάρχουν άνθρωποι που αγαπούν βαθιά, αλλά δεν αντέχουν την οικειότητα. Άλλοι που φοβούνται τη σταθερότητα περισσότερο απ’ τη μοναξιά. Και κάποιοι που, τη στιγμή που όλα πηγαίνουν «καλά», αρχίζουν να ασφυκτιούν. Όχι επειδή δεν αγαπούν αλλά επειδή δεν ξέρουν πώς να υπάρχουν χωρίς επιβεβαίωση.

Η απιστία συχνά δεν αφορά το άτομο που απατήθηκε. Αφορά αυτόν που απάτησε και τη σχέση του με τον εαυτό του. Την ανάγκη να νιώσει ξανά επιθυμητός. Ορατός. Ζωντανός. Σαν να χρειάζεται ένα τρίτο πρόσωπο για να επιβεβαιώσει ότι εξακολουθεί να αξίζει.

Κι εδώ είναι το άβολο κομμάτι: Μερικές φορές, η απιστία δεν ξεκινά από έλλειψη αγάπης, αλλά από έλλειψη εσωτερικής πληρότητας.

Ζούμε σε μια εποχή που η επιθυμία είναι παντού. Ένα swipe μακριά. Ένα μήνυμα, ένα like, ένα βλέμμα που κρατάει λίγο παραπάνω. Η πίστη δε δοκιμάζεται πια μόνο στο κρεβάτι, αλλά στην καθημερινότητα. Στην προσοχή. Στο ποιος μας κάνει να νιώθουμε σημαντικοί όταν η ρουτίνα έχει γίνει αόρατη. Και ίσως εκεί κρύβεται η ουσία.

Η απιστία δεν είναι πάντα μια συνειδητή απόφαση. Συχνά είναι μια αργή διολίσθηση. Μια κουβέντα που δεν έπρεπε να συνεχιστεί. Μια συναισθηματική σύνδεση που ντύθηκε με τη δικαιολογία «δεν έγινε τίποτα». Μέχρι που έγινε.

Υπάρχει επίσης ο φόβος της απώλειας του εαυτού. Κάποιοι άνθρωποι, όταν αγαπούν, νιώθουν ότι χάνονται μέσα στη σχέση. Και αντί να μιλήσουν, αντί να διεκδικήσουν χώρο, επιλέγουν μια μυστική έξοδο κινδύνου. Όχι για να φύγουν αλλά για να αναπνεύσουν. Και μετά υπάρχει το ταμπού που κανείς δε θέλει να αγγίξει: Μερικοί άνθρωποι δεν είναι φτιαγμένοι για αποκλειστικότητα. Όχι γιατί δεν μπορούν να αγαπήσουν, αλλά γιατί αγαπούν με τρόπο διαφορετικό απ’ αυτόν που μάθαμε να θεωρούμε «σωστό». Αυτό δε δικαιολογεί την απιστία. Αλλά ίσως την εξηγεί.

Η κοινωνία μάς έμαθε ότι η απιστία είναι πάντα το τέλος. Ότι χωρίζουμε τους ανθρώπους σε «πιστούς» και «άπιστους» σαν να πρόκειται για χαρακτήρες παραμυθιού. Στην πραγματικότητα, όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι κινούνται σε γκρίζες ζώνες. Ανάμεσα στην επιθυμία και τη δέσμευση. Ανάμεσα στο «θέλω» και στο «φοβάμαι».

Κι εδώ έρχεται το πιο δύσκολο ερώτημα, αυτό που κανείς δε θέλει να κάνει στον εαυτό του: Μπορείς να αγαπάς κάποιον και παρ’ όλα αυτά να τον πληγώσεις; Η απάντηση, όσο κι αν πονάει, είναι ναι. Η απιστία δε σημαίνει πάντα ότι η αγάπη ήταν ψέμα. Σημαίνει ότι δεν ήταν αρκετή για να καλύψει όλα τα κενά. Και αυτό, όσο σκληρό κι αν ακούγεται, δεν είναι πάντα ευθύνη του άλλου. Είναι συχνά μια εσωτερική μάχη που χάθηκε σιωπηλά.

Ίσως τελικά η ερώτηση δεν είναι γιατί οι άνθρωποι απατούν. Ίσως η ερώτηση είναι: πόσο καλά γνωρίζουμε πραγματικά τους ανθρώπους που αγαπάμε και πόσο καλά γνωρίζουμε τον εαυτό μας μέσα σε μια σχέση; Γιατί η πίστη δεν είναι απλώς επιλογή. Είναι αντανάκλαση του ποιοι είμαστε όταν κανείς δε μας βλέπει.

Συντάκτης: Κική Κ.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη