Το swipe μπορεί να μοιάζει σχεδόν μηχανικό πια. Δεξιά, αριστερά, match, μήνυμα, emoji μελιτζάνα, γεια σας. Όμως μια νέα μελέτη για το Tinder έρχεται να χαλάσει οριστικά την ψευδαίσθηση ότι οι ψηφιακές γνωριμίες είναι απλώς «παιχνίδι». Γιατί πίσω από τις περισσότερες σ#ξουαλικές επιτυχίες στα dating apps, κρύβονται συγκεκριμένα ψυχολογικά μοτίβα. Και ναι — κάποια από αυτά είναι σκοτεινά.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Cyberpsychology, Behavior, and Social Networking, ανέλυσε τη συμπεριφορά σχεδόν 500 χρηστών ηλικίας 16 έως 70 ετών, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν Tinder και άλλες εφαρμογές γνωριμιών. Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε εκτενή ερωτηματολόγια για την προσωπικότητά τους, τις επιλογές τους, τον τρόπο που κάνουν match και το αν —και πόσο συχνά— καταλήγουν σε σ#ξουαλικές επαφές.
Το βασικό εύρημα είναι ξεκάθαρο: όσοι “κερδίζουν” περισσότερο στο παιχνίδι του Tinder, δεν παίζουν όλοι με τους ίδιους όρους.
Για τους άνδρες, τα δεδομένα είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά. Εκείνοι που δήλωσαν τις περισσότερες περιστασιακές σ#ξουαλικές επαφές μέσω της εφαρμογής, εμφάνιζαν αυξημένα χαρακτηριστικά της λεγόμενης «σκοτεινής τριάδας» της ψυχολογίας: ναρκισσισμός, μακιαβελισμός και ψυχοπάθεια. Όχι απαραίτητα με την κλινική έννοια, αλλά με σαφή έλλειψη ενσυναίσθησης, παρορμητικότητα, συναισθηματική ψυχρότητα και μια τάση να βλέπουν τους άλλους ανθρώπους ως μέσα για έναν σκοπό.
Με απλά λόγια; Για αυτούς, το Tinder δεν είναι χώρος σύνδεσης. Είναι πίστα. Ένα videogame επιβεβαίωσης, όπου κάθε match είναι πόντος, κάθε ραντεβού achievement και κάθε σεξουαλική επαφή απόδειξη κυριαρχίας. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι αυτοί οι άνδρες είναι συχνά χειριστικοί, συναισθηματικά αποστασιοποιημένοι και χρησιμοποιούν το φλερτ ως εργαλείο ελέγχου — όχι ως μέσο γνωριμίας.
Και εδώ έρχεται η μεγάλη αντίθεση με τις γυναίκες.
Οι γυναίκες που συμμετείχαν στη μελέτη δεν εμφάνισαν τα ίδια σκοτεινά χαρακτηριστικά, ακόμη κι όταν δήλωναν συχνότερες σ#ξουαλικές επαφές. Αντίθετα, ήταν πιο πιθανό να αξιολογούν την εμπειρία τους θετικά. Οι ερευνητές προτείνουν δύο βασικές ερμηνείες: η μία μιλά για ενδυνάμωση — την αίσθηση επιλογής, ελέγχου και αυτονομίας. Η άλλη είναι πιο ωμή και ίσως πιο ειλικρινής: τον συμβιβασμό.
Εδώ εμφανίζεται η θεωρία της «πλάνης του χαμένου κόστους». Όταν έχεις επενδύσει χρόνο, συναισθηματική ενέργεια και δεκάδες μηνύματα σε έναν άνθρωπο, είναι ψυχολογικά δύσκολο να πατήσεις απλώς delete. Ακόμα κι αν από κοντά δεν είναι αυτό που περίμενες, το μυαλό λέει: «αφού έφτασα μέχρι εδώ, ας μην το αφήσω στη μέση». Όχι γιατί αξίζει — αλλά γιατί έχει ήδη κοστίσει.
Η μελέτη δείχνει επίσης μια θεμελιώδη διαφορά στρατηγικής. Οι άνδρες παίζουν το παιχνίδι των αριθμών: μαζικά swipes, ελάχιστη διάκριση, στόχος η ποσότητα. Οι γυναίκες ξεκινούν με υψηλότερα κριτήρια, αλλά είναι πιο ευπροσάρμοστες. Δεν απορρίπτουν πάντα ακαριαία όταν κάτι «δεν κολλάει». Συχνά συνεχίζουν, επαναδιαπραγματεύονται, κατεβάζουν τον πήχη.
Σύμφωνα με το PsyPost, οι ερευνητές δεν εξεπλάγησαν ιδιαίτερα από τα αποτελέσματα. Παρότι η έρευνα βασίζεται σε αυτοαναφορές —κάτι που πάντα αφήνει περιθώριο υπερβολής ή αποσιώπησης— το εύρος ηλικιών την καθιστά από τις πιο ολοκληρωμένες μέχρι σήμερα. Τα μοτίβα αυτά δεν αφορούν μόνο τους εικοσάρηδες ή την Gen Z. Είναι διαχρονικά και απλώς βρίσκουν νέα μορφή μέσα από την οθόνη.
Nα πούμε βέβαια εδώ ότι τα dating apps δε δημιουργούν ψυχοπαθητικές συμπεριφορές. Τις αναδεικνύουν. Δεν αλλοιώνουν τον χαρακτήρα. Τον απογυμνώνουν.
Και ίσως το πιο ανησυχητικό δεν είναι ποιοι κάνουν το περισσότερο σ#ξ μέσω Tinder. Αλλά ποιοι το κάνουν χωρίς να νιώθουν απολύτως τίποτα.