Σήμερα βουτάμε στα βαθιά. Ταξιδεύουμε στο βιβλίο «Να μ’ αγαπάς» της Λίας Νικολάου, που κυκλοφόρησε το 2020 από τις Εκδόσεις Βακχικόν, αποτελεί μια τρυφερή, ειλικρινή και βαθιά λυρική κατάθεση ψυχής. Είναι ένα έργο που μιλά για τον έρωτα, την αγάπη και την αναζήτηση της προσωπικής αλήθειας, χωρίς να φοβάται να σταθεί απέναντι σε κοινωνικά στερεότυπα και προκαταλήψεις. Στην καρδιά του κειμένου βρίσκεται η ανάγκη του ανθρώπου να αγαπά και να αγαπιέται, να εκφράζει τα συναισθήματά του ελεύθερα και αυθεντικά.
Η υπόθεση
Το βιβλίο είναι γραμμένο υπό μορφή επιστολής. Ο Αλέξανδρος, ο κεντρικός ήρωας, απευθύνεται στον σύντροφό του, Πάνο, και του ανοίγει την καρδιά του. Μέσα από αυτήν την προσωπική εξομολόγηση ξεδιπλώνεται η ιστορία της σχέσης τους, αλλά και οι εσωτερικές διαδρομές που διένυσε ο καθένας πριν συναντηθούν. Ο λόγος είναι λυρικός, γεμάτος συναίσθημα και εικόνες, παραπέμποντας περισσότερο σε ποίημα παρά σε κλασικό μυθιστόρημα.
Η αφήγηση δεν εστιάζει μόνο στον έρωτα, αλλά και σε όσα τον περιβάλλουν: την αμφιβολία, τον φόβο της απόρριψης, την ανάγκη για αποδοχή, την πάλη με τα κοινωνικά «πρέπει». Ο αναγνώστης γίνεται μάρτυρας μιας διαδρομής από τον πόνο στη χαρά, από τη μοναξιά στην πλήρωση, από τη σιωπή στην εξομολόγηση.
Το «Να μ’ αγαπάς» δεν είναι απλώς μια ερωτική ιστορία. Είναι ένα έργο που συνομιλεί με την queer λογοτεχνία, δίνοντας φωνή σε μια ερωτική σχέση ανάμεσα σε άτομα του ίδιου φύλου, που παρουσιάζεται με ευαισθησία και αξιοπρέπεια. Η Λία Νικολάου επιλέγει να δείξει τον έρωτα χωρίς ταμπού, ως μια φυσική και όμορφη εκδήλωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Μέσα από τις σελίδες αναδεικνύεται το αίτημα της ορατότητας, η ανάγκη να ειπωθεί δυνατά και καθαρά ότι η αγάπη δε γνωρίζει φύλο, σύνορα ή περιορισμούς.
Παράλληλα, το βιβλίο αποτελεί έναν ύμνο στον ίδιο τον έρωτα, ανεξαρτήτως ταυτότητας φύλου. Οι ήρωες γίνονται φορείς μιας οικουμενικής αλήθειας: όλοι έχουμε ανάγκη να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, όλοι κουβαλάμε φόβους και πληγές, όλοι όμως μπορούμε να βρούμε λύτρωση στην αγκαλιά ενός άλλου ανθρώπου.
Η γραφή της Νικολάου είναι λυρική, σχεδόν ποιητική. Χρησιμοποιεί εικόνες, μεταφορές και συναισθηματική ένταση που καθηλώνουν τον αναγνώστη. Δεν αρκείται σε μια απλή αφήγηση γεγονότων· αντίθετα, χτίζει ένα κείμενο που μοιάζει με ερωτική εξομολόγηση σε πρώτο πρόσωπο. Το ύφος της θυμίζει πολλές φορές επιστολική λογοτεχνία, καθώς το «εσύ» που επανέρχεται δίνει αμεσότητα και ζωντάνια. Ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι διαβάζει ένα προσωπικό γράμμα, κάτι απαγορευμένο ή μυστικό, που όμως τον αγγίζει βαθιά.
Η επιλογή της επιστολής δεν είναι τυχαία. Μέσα από αυτήν, η συγγραφέας κατορθώνει να δείξει τη δύναμη της εξομολόγησης, της αλήθειας που απελευθερώνει, της γραφής που λειτουργεί ως θεραπεία. Το γράμμα του Αλέξανδρου στον Πάνο γίνεται ταυτόχρονα εξομολόγηση, αυτογνωσία και κατάθεση αγάπης.
Το «Να μ’ αγαπάς» ξεχωρίζει γιατί τολμά να πει με λυρικότητα κάτι απλό, αλλά συχνά παραγνωρισμένο: ότι η αγάπη είναι δικαίωμα όλων. Σε μια εποχή όπου η κοινωνία εξακολουθεί να παλεύει με στερεότυπα γύρω από την ταυτότητα και τον σεξουαλικό προσανατολισμό, το βιβλίο της Λίας Νικολάου έρχεται να προσθέσει μια φωνή τρυφερότητας και αισιοδοξίας. Η συγγραφέας προτιμά να δείξει τον έρωτα στην απλότητά του, στην καθημερινότητα και στην ένταση του πάθους του. Έτσι, το έργο μιλά όχι μόνο σε αναγνώστες που αναζητούν queer λογοτεχνία, αλλά σε κάθε άνθρωπο που έχει ερωτευτεί και έχει πονέσει.
Το «Να μ’ αγαπάς» είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί για τη λυρική του δύναμη, για τον τρόπο που μιλά για την αγάπη με ειλικρίνεια, αλλά και για τη συμβολή του στην ελληνική λογοτεχνία που αφορά την ορατότητα και την αποδοχή. Η Λία Νικολάου μάς προσφέρει μια ιστορία που δεν περιορίζεται σε ένα συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό, αλλά απευθύνεται σε όλους όσοι έχουν αισθανθεί την ανάγκη να πουν ή να ακούσουν τις τρεις μαγικές λέξεις: «Να μ’ αγαπάς».
Με αυτό το έργο, ο έρωτας αποκτά ξανά τη θέση που του αξίζει: ως κινητήρια δύναμη της ζωής, ως λύτρωση και ως η πιο βαθιά μορφή επικοινωνίας.
