Αμάν, τώρα πώς έγινε αυτό; Η καρδιά σταματάει να χτυπάει, το αίμα έχει φύγει όλο από το υπόλοιπο σώμα κι έχει συγκεντρωθεί στο κεφάλι και η αίσθηση «τώρα ή θα λιποθυμήσω ή θα εκραγώ» δεν μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο. Γιατί το μήνυμα έφυγε σε λάθος παραλήπτη; Γιατί το deadline ήταν χθες κι όχι σήμερα που νόμιζες; Γιατί πίστευες ότι διέγραψες εκείνες τις δύο λέξεις από το συμβόλαιο, αλλά το υπογεγραμμένο αντίγραφο που έχεις μπροστά σου περιλαμβάνει αυτές τις λέξεις; Λάθος… όλες οι σειρήνες του κόσμου έχουν αρχίσει να ουρλιάζουν μέσα σου.

Μοναδική σκέψη, αν ανήκεις στην κατηγορία «ερπετό»: «Δε φταίω εγώ, πρέπει να βρω ποιος φταίει και θα τον πάρει και θα τον σηκώσει». Ουδέν σχόλιο. Πρώτη σκέψη, αν ανήκεις στην κατηγορία «σκεπτόμενο ανθρώπινο ον»: «Να μιλήσω; Πώς και σε ποιον;»

Τα λάθη, είτε επαγγελματικά είτε προσωπικά, σπάνια επηρεάζουν μόνο αυτόν που τα έκανε. Αν θύτης και θύμα είναι το ίδιο πρόσωπο, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: δεν αφορούν κανέναν πέραν αυτού που τα έκανε και υφίσταται τις συνέπειες. Αν όμως το λάθος αφορά κι άλλους, μιλάς; Κι αν ναι, πώς; Κι αν μιλήσεις, για ποιο λόγο αλήθεια το κάνεις;

Προφανώς, αν το λάθος σου το γνωρίζουν – ή θα το γνωρίσουν αργά ή γρήγορα – αυτοί που τους επηρεάζει, δεν υφίσταται επιλογή. Πρέπει να είσαι επιεικώς αφελής για να μην τρέξεις να το αποκαλύψεις εσύ πρώτος, με τον τρόπο που θέλεις, πριν γίνει γνωστό, αποδεικνύοντας την ευθύτητά σου, την αξιοπιστία σου και την προσήλωσή σου στην ειλικρίνεια.

Υπάρχουν όμως και λάθη που οι πιθανότητες λένε ότι δύσκολα θα αποκαλυφθούν, διότι τα γνωρίζεις μόνο εσύ κι άντε και ένα ή δύο ακόμη άτομα που δεν θα είχαν κανένα συμφέρον να τα αποκαλύψουν, γιατί απλά στο λάθος είναι μπλεγμένοι και οι ίδιοι.

Η ειλικρίνεια είναι απαραίτητη για μια υγιή σχέση. Η ειλικρίνεια είναι ο πυλώνας μιας σχέσης. Η έλλειψη ειλικρίνειας μπορεί να υπονομεύσει μια σχέση. Η ειλικρίνεια είναι ένα πανίσχυρο όπλο, καθώς βοηθά να έρθουμε πιο κοντά με τους άλλους. Ό,τι κι αν έχει συμβεί, όποιο λάθος κι αν έχει γίνει, συζήτησέ το με το άλλο μέλος της σχέσης, διότι τα πάντα λύνονται με τη συζήτηση και την ειλικρίνεια. Χωρίς ειλικρίνεια, εμπιστοσύνη δε χτίζεται. Αλήθεια;

Έλα. Ξέχνα για λίγο το λάθος που έκανες, τις σκέψεις για το πώς πρέπει να το συζητήσεις, τις ενοχές, και πάρε τη βάρκα για απέναντι. Άσε την όχθη σου, μπες στη βάρκα και πέρασε στην απέναντι όχθη.

«Θέλω να σου μιλήσω για κάτι» σου λέει το καμάρι της ζωής σου, η κολόνα του σπιτιού σου, το έτερόν σου ήμισυ. «Την προηγούμενη Παρασκευή δεν ήμουν στο Λονδίνο για δουλειά, όπως σου είπα, αλλά στην Ιταλία για να παρακολουθήσω τον αγώνα μπάσκετ του Παναθηναϊκού. Συγγνώμη, ήταν λάθος μου· αν σου το έλεγα, θα αντιδρούσες που δε θα ερχόμουν μαζί σου στο γάμο της ξαδέλφης σου».

Σε κοιτάζει απολογητικά, ένοχα, αλλά διακρίνεις και μια δόση ηρωισμού. Αισθάνεται ότι έχει ανταποκριθεί στις υποσχέσεις που σου έχει δώσει για ειλικρίνεια, στις απαιτήσεις της σχέσης σας, στις επιταγές της ψυχολογίας. Είναι ένας έντιμος σύντροφος, διότι η εξομολόγηση ακολούθησε το λάθος και, ως γνωστόν, το πρόσφατο υπερισχύει του παλαιότερου. Σε κοιτάει και περιμένει… κατανόηση και συγχωροχάρτι.

Αφού η ειλικρίνεια είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας σχέσης και η ύψιστη αρετή που πάντα ανταμείβεται, δεν καταλαβαίνει γιατί σιωπάς και δεν υπογράφεις επιτέλους το συγχωροχάρτι, για να ξεμπερδεύετε και να πάτε παρακάτω. Έχει πετάξει την μπάλα απέναντι κι ως δια μαγείας έχει κάνει το λάθος του πρόβλημά σου.

Μόνο που στο δικό σου μυαλό παίζει playback όλη η ζωή σας και αμφιβάλλεις για κάθε στιγμή του που δεν ήσουν παρούσα. Απέναντί σου δεν έχεις έναν έντιμο σύντροφο που εξομολογήθηκε το λάθος του, αλλά έναν σύντροφο που είναι ικανός να σου πει ψέματα. Κι επειδή το μυαλό δε διαθέτει ακόμη αποθήκη που πετάς αυτό που δεν σου χρειάζεται, όποια πληροφορία μπει εκεί μέσα δε φεύγει ποτέ.

«Ξεχνάει κανείς τα λάθη του όταν τα εξομολογείται σε κάποιον άλλον. Ο άλλος, όμως, δεν τα ξεχνάει» είπε ο Νίτσε.

Συγχαρητήρια στο καμάρι σου, μόλις έβαλε ανάμεσά σας κι έναν τρίτο: την αμφιβολία. Και να δούμε τώρα πώς θα τη βγάλει.

Αυτό που έχει σημασία μετά από ένα λάθος δεν είναι η εξομολόγηση — αυτή δεν λέει τίποτα — αλλά η απάντηση σε δύο ερωτήσεις: γιατί έγινε και πώς δε θα ξαναγίνει. Εδώ είναι τα δύσκολα. Εδώ χρειάζεται ειλικρίνεια, τόλμη και βαθύ ψάξιμο — όχι με τον άλλον, αλλά με τον εαυτό μας που έσφαλε.

Αυτό λοιπόν που χρειάζεσαι δεν είναι να σου εξομολογείται το λάθος του, αλλά να σκεφτεί καλά γιατί έφτασε να το κάνει και πώς θα εξασφαλίσει ότι δεν θα το ξανακάνει.

Ωραία. Είναι τώρα η ώρα να ξαναπάρεις τη βάρκα, να πας στην απέναντι όχθη και να εφαρμόσεις αυτά που έμαθες.

Συντάκτης: Άριελ Μ.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη