Κάπου, σε ένα δωμάτιο με χαμηλό φωτισμό, απαλή μουσική και ένα μεγάλο γραφείο, υπάρχει ένας άνθρωπος που κάθεται απέναντι σε κάποιον άλλον και ξεκινά να μιλά. Αν τον παρατηρήσεις, θα διακρίνεις μία αμηχανία. Έχει τα χέρια του σφιγμένα, δαγκώνει τα χείλη του, ιδρώνει. Ξεγυμνώνεται. Δεν του είναι εύκολο. Ψάχνει να βρει τον τρόπο να βγάλει από μέσα του ό,τι τον βαραίνει.
Κάπου ανάμεσα στις λέξεις που λέει, σε εκείνες που δε λέει, στις σιωπές του, στα κλάματα και στις τρυφερές του στιγμές ακούγεται το όνομά σου. Ξαφνικά και ενώ αφηγείται την ιστορία της ζωής του, ένας άνθρωπος αναφέρεται με τρεμάμενη φωνή σε εσένα. Μιλάει για εσένα. Το όνομά σου ακούγεται ξανά και ξανά μέσα σε αυτούς τους τοίχους του μικρού αυτού δωματίου, που είναι διακοσμημένο με όμορφες αφίσες και πολλά βιβλία.
Όταν ένας άνθρωπος μιλάει για ‘σένα στην ψυχοθεραπεία του, τι σημαίνει;
Μπορεί να είσαι μία ανάμνηση. Μία πληγή. Ένα τραύμα. Μία όαση. Μία πηγή χαράς. Ένα παράδειγμα. Μπορεί να είσαι ο άνθρωπος που τον πόνεσε. Ή που τον έκανε να νιώσει κάτι για πρώτη φορά. Ο άνθρωπος που τού στάθηκες στα δύσκολα. Ή αυτός που –παρά τις προσδοκίες– το έβαλε στα πόδια. Ίσως να τον πλήγωσες. Να τού ξύπνησες άγρια ένστικτα. Ή να τον έμαθες να αγαπάει και να βλέπει τη ζωή με άλλο μάτι.
Η αλήθεια είναι ότι όταν ένας άνθρωπος, μέσα στα πολλά προβλήματα που τον ταλανίζουν και στα άγχη της καθημερινότητας, εκφέρει το όνομά σου, σαστίζεις. Τρομάζεις. Διότι συνειδητοποιείς ότι για να αφιερώνει κάποιος έστω και λίγα λεπτά του (πολύτιμου και πανάκριβου) χρόνου της ψυχοθεραπείας του για να μιλά για εσένα, τότε –μάλλον– συνιστάς ένα (μικρότερο ή μεγαλύτερο) πρόβλημά του. Και με αυτή τη συνειδητοποίηση, καταρρέεις. Γιατί εσύ, που αγωνίζεσαι καθημερινά να μην πληγώσεις κανέναν –κι ας πληγωθείς εσύ– κάπως τα κατάφερες και στεναχώρησες έναν άνθρωπο.
Ίσως εκείνος να μιλά για τον τρόπο που έφυγες, χωρίς να δώσεις εξηγήσεις. Για την επιλογή σου να μείνεις μακριά. Μπορεί –ακόμη– και να αναλύει τη συζήτηση που είχατε προχθές το βράδυ κρατώντας ο καθένας ένα άπερολ και τρώγοντας ιταλικές μπρουσκέτες.
Όταν κάποιος μιλά για ‘σένα στην ψυχοθεραπεία του, δε σημαίνει πάντα πως τον πλήγωσες. Δηλαδή μπορεί και να τον πλήγωσες. Άθελά σου, όμως. Διότι πολλές φορές οι άνθρωποι δεν έχουμε κοινό κώδικα επικοινωνίας, ακόμη κι αν μιλούμε την ίδια γλώσσα. Άλλα λέω εγώ –και άλλα καταλαβαίνεις εσύ. Μπορεί να σού είπα εγώ κάτι απλό, οικείο, καθημερινό και ‘σύ να το μετέφρασες ως το πιο σπουδαίο πράγμα στον κόσμο. Να ένιωσες λίγος, ανάξιος, τιποτένιος.
Και κάπως έτσι –χωρίς καν να το καταλάβεις– έγινες πρωταγωνιστής στην ιστορία ενός άλλου ανθρώπου. Όχι, όμως, με τον τρόπο που φανταζόσουν. Δεν ήσουν ο μυθικός του έρωτας. Ούτε ο σωτήρας του. Ήσουν εκείνος που τον έκανε να καταλάβει πως κάτι μέσα του χρειάζεται να γιατρευτεί.
Γιατί, ξέρεις, στην ψυχοθεραπεία δε μιλάμε πάντα για εκείνους που μάς πλήγωσαν απλώς. Μιλάμε και για ‘κείνους, η παρουσία των οποίων μάς ανάγκασε να αντικρίσουμε πλευρές του εαυτού μας που δε θέλαμε να δούμε. Τους φόβους, τις ανασφάλειες, τις αδυναμίες μας.
Κι όσο κι αν αρνούμαστε το σαράκι που μάς τρώει, όσο κι αν πονάμε όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτό, εκεί –κάπου εκεί– ξεκινά η θεραπεία.
Όταν, λοιπόν, μιλάει κάποιος για ‘σένα στην ψυχοθεραπεία του, μην το παίρνεις πάντα βαριά. Δεν είσαι πάντα πρόβλημά του. Είσαι κομμάτι της πορείας του και –ίσως– αρχή της γιατρειάς του. Γιατί κάποιος δε μιλά για ‘σένα για να σε κατηγορήσει, αλλά για να σε καταλάβει. Ή μάλλον –ορθότερα– για να καταλάβει τον ίδιο του τον εαυτό. Αναζητά απαντήσεις σε θεμελιώδη ερωτήματα της ζωής του. Τι είναι αυτό που ψάχνει στους ανθρώπους, τι τον ικανοποιεί, τι τού δίνει χαρά. Και, αντίστοιχα, ποια πράγματα τον στεναχωρούν, τον θυμώνουν, ξυπνούν τις άμυνές του.
Και αυτό είναι σπουδαίο. Διότι εσύ στάθηκες η αφορμή (και όχι η αιτία) της εσωτερικής αναζήτησης ενός άλλου ανθρώπου. Ήσουν εκείνος που τον ταρακούνησε. Τον ξεβόλεψε. Τον έκανε να αισθανθεί. Να νιώσει ζωντανός. Εσύ υπήρξες ο λόγος που κάποιος άρχισε να ψάχνει τον εαυτό του. Ήσουν η αρχή της αυτογνωσίας, της ίασης. Ήσουν η αφετηρία της νέας του ζωής.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαθύ από αυτό. Ίσως αυτή να είναι τελικά η πιο σιωπηλή και τρανταχτή απόδειξη ότι κατάφερες να κατορθώσεις τούτο, για το οποίο αγωνίζεσαι καθημερινά: να αγγίξεις μία ψυχή. Κι αυτό που έκανες, λίγο δεν είναι.
