«Δύο φωνές μου φωνάζουν, δύο φωνές με τρελαίνουν…» τραγούδησε η Άντζελα Δημητρίου, αναφερόμενη στο ότι κάπου μέσα μας κατοικούν δύο φωνές. Δε συστήνονται, δε συζητούν ήρεμα και σίγουρα δεν πίνουν καφέ μαζί. Η μία λέει «δεν πρέπει», ενώ η άλλη πετάγεται απότομα και λέει «μία ζωή την έχουμε» και εσύ είσαι στη μέση, να προσπαθείς να μη σου φύγει το τιμόνι.
Το «δεν πρέπει» είναι σοβαρό. Φοράει κοστούμι, κρατάει λίστα και ξέρει πάντα τι είναι σωστό, πρέπον και κοινωνικά αποδεκτό. Σου θυμίζει ευθύνες, συνέπειες, αύριο. Έχει μνήμη ελέφαντα και σε επαναφέρει κάθε φορά που πας να ξεχαστείς.
Το «μία ζωή την έχουμε», από την άλλη, είναι λίγο ατημέλητο. Δεν κρατάει ημερολόγιο, δεν σκέφτεται πολύ και λατρεύει το τώρα. Σου κλείνει το μάτι, σου λέει «έλα μωρέ» και εξαφανίζεται πάντα πριν πληρώσει τον λογαριασμό. Θα μπορούσε να ήταν και ο τοξότης του ζωδιακού!
Το πρόβλημα δεν είναι ότι υπάρχουν και τα δύο. Το πρόβλημα είναι ότι προσπαθείς να διαλέξεις στρατόπεδο, λες και το ένα πρέπει να εξολοθρεύσει το άλλο. Κι έτσι ή καταλήγεις υπερβολικά σωστός και μέσα σου κάτι στεγνώνει ή υπερβολικά «ζωή και ό,τι βγει» και μετά μαζεύεις τα κομμάτια σου.
Η αλήθεια είναι πιο απλή και πιο δύσκολη μαζί: χρειάζεσαι και τα δύο. Όχι να παλεύουν, αλλά να συντονίζονται. Το «δεν πρέπει» δεν είναι εχθρός. Είναι το φρένο. Χωρίς αυτό, κάποια στιγμή θα πέσεις πάνω σε τοίχο — όχι επειδή τόλμησες, αλλά επειδή δεν σκέφτηκες, και αυτομάτως σε προστατεύει. Το «μία ζωή την έχουμε» δεν είναι ανευθυνότητα. Είναι υπενθύμιση ότι δεν είσαι μόνο υποχρεώσεις, προγράμματα και αναβολές. Ότι αν περιμένεις την τέλεια στιγμή, μπορεί να μη ζήσεις τίποτα.
Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι τι θα κόψεις, αλλά πώς θα τα βάλεις να μιλάνε μεταξύ τους.
Όταν πας να κάνεις κάτι, ρώτα πρώτα το «δεν πρέπει»:
Τι μπορεί να χάσω;
Θα αντέχω τις συνέπειες;
Μετά γύρνα στο «μία ζωή την έχουμε» και ρώτα:
Αν δεν το κάνω, τι χάνω από μένα;
Θα το μετανιώσω επειδή φοβήθηκα;
Ζω ή απλώς λειτουργώ;
Αν και οι δύο φωνές έχουν κάτι λογικό να πουν, τότε μάλλον είσαι σε σωστό δρόμο. Αν η μία ουρλιάζει και η άλλη κρύβεται, κάτι δεν πάει καλά. Η ωριμότητα δεν είναι να καταπνίγεις την επιθυμία σου. Είναι να τη φιλτράρεις. Και το θάρρος δεν είναι να αγνοείς τις συνέπειες. Είναι να τις κοιτάς στα μάτια και να λες «εντάξει, το αναλαμβάνω».
Τις περισσότερες φορές, η σωστή απάντηση θα είναι κάπου στη μέση: «Το θέλω. Το σκέφτηκα. Και πάω», και πολύ καλά θα κάνεις! Γιατί τελικά, δεν ήρθες εδώ για να είσαι άψογος ούτε για να είσαι απερίσκεπτος. Ήρθες για να μάθεις να ισορροπείς. Να ζεις χωρίς να καίγεσαι και να προσέχεις χωρίς να φυλακίζεσαι. Και αυτός ο συντονισμός ανάμεσα στο «δεν πρέπει» και το «μία ζωή την έχουμε» δεν γίνεται μία φορά. Γίνεται κάθε μέρα. Με λάθη, διορθώσεις και λίγο χιούμορ. Γιατί αν δεν γελάσεις με τον εαυτό σου σ’ αυτή την εσωτερική φασαρία, τότε σίγουρα κάτι έχεις χάσει από το νόημα.
Εγώ, φυσικά, θα σου πω πως, εάν δεν τα πας καλά με τον συντονισμό και επειδή, στην τελική, μία ζωή την έχουμε και κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα διαρκέσει, το μοναδικό κριτήριο για το τι είναι καλό και τι κακό είναι το τι σε κάνει να νιώθεις χαρούμενος! Το θες; Ζήσ’το!
