Είναι ξεκάθαρο πως τα πιο δυνατά σ’ αγαπώ δε φωνάζονται. Δεν τα βρίσκεις μέσα σε ροδοπέταλα και σε γλυκανάλατα ποιήματα αλλά ακούγονται σε λιμάνια και αεροδρόμια. Εκεί που η καρδιά «σπάει» λίγο πριν χωριστεί στα δύο. Είναι εκεί, στο τελευταίο βλέμμα πριν από την πύλη αναχωρήσεων, στο χέρι που κρατάς λίγο παραπάνω, σαν να προσπαθείς να κλέψεις λίγο χρόνο ακόμα. Είναι στα μάτια που γεμίζουν σιωπηλά δάκρυα, όχι από αδυναμία, αλλά από το βάρος του ανείπωτου, γιατί  όταν δεν ακούγονται, τότε φαίνονται στα μάτια. Αυτά τα τελευταία λεπτά που εξατμίζονται δίχως να χορταίνουμε τον άνθρωπο που θα αφήσουμε πίσω είτε για λίγο, είτε για πολύ, είτε για πάντα. Διψάμε για μια παράταση του χρόνου, κάνουμε δεύτερες σκέψεις όπου μια από αυτές είναι να μην επιβιβαστούμε στο πλοίο, στο αεροπλάνο, στο τρένο. Ο Δημήτρης Μητροπάνος μας περιέγραψε στο τραγούδι του «Κάνε κάτι να χάσω το τρένο» τη σκηνή αυτή που ζούμε αυτά τα τελευταία λεπτά.

Εκεί που το βλέμμα μένει λίγο παραπάνω από το συνηθισμένο, εκεί που τα βλέφαρα τρέμουν, και η ψυχή θέλει να φωνάξει αλλά απλώς σωπαίνει, γιατί ξέρει πως το σ’ αγαπώ πολλές φορές δε χωράει σε λέξεις. Είναι δυνατά τα σ’αγαπώ που φεύγουν δίχως να ειπωθούν και αφήνουν αποτύπωμα!  Δεν τα βρίσκεις στις γιορτές, ούτε σε γενέθλια με τούρτες και φιλιά. Είναι αυτά που κρύβονται στις σιωπές πριν από έναν αποχωρισμό, στα δάχτυλα που σφιχταγκαλιάζουν δάχτυλα και στο τελευταίο βλέμμα πριν σβήσει ο άλλος πίσω από το τζάμι.

Πόσες φορές μας έχει τύχει να αποχαιρετάμε έναν άνθρωπο που σημαίνει «αγάπη» για εμάς και γινόμαστε σχεδόν θεατρίνοι σε ένα έργο που στήσαμε μόνοι μας με το λεγόμενο: «όλα καλά, δεν τρέχει τίποτα». Φοράμε χαμόγελα που τρέμουν στις άκρες, λέμε «άντε, θα τα πούμε σύντομα», ενώ μέσα μας ουρλιάζουμε «μη φύγεις» και παριστάνουμε τους ήρεμους, τους ψύχραιμους, λες και η αγάπη είναι κάτι που ελέγχεται.  Ίσως είναι αστείο και κάπως τραγικό το πόσο προσπαθούμε να μη δείξουμε πόσο πονάει ο αποχωρισμός, λες και θα προδώσουμε κάτι αν αφήσουμε το συναίσθημα να ξεχειλίσει. Μα φαίνεται στα μάτια, ποιον κοροϊδεύουμε;

Είναι η ανθρώπινη μάσκα που προσπαθούμε να μοντάρουμε στη φάτσα μας γιατί, αν αφήσουμε το μέσα μας να φανεί όλο, θα σωριαστούμε εκεί, δίπλα στην πύλη, και δε θα ξεστομίσουμε το «αντίο». Μερικά αντίο μάς αναγκάζουν να γίνουμε ψεύτες για λίγο, καθώς είναι ο μόνος τρόπος να αντέξουμε το αληθινό. Και τα μάτια, αχ αυτά τα μάτια ουρλιάζουν το σ’αγαπώ κι εμείς νομίζουμε πως το κρύβουμε! Είμαστε αστείοι!

Κάθε σ’αγαπώ που ακούγεται ή και όχι σε αεροδρόμια και λιμάνια, μαζί με τον αποχαιρετισμό γεννιέται μια κρυφή ελπίδα και μια λαχτάρα για το επόμενο αντάμωμα! Έτσι άλλωστε είναι η ζωή • να φεύγεις με τα μάτια στραμμένα πίσω, και την καρδιά στραμμένη στο πότε θα ξαναβρεθείτε!

Συντάκτης: Άννα Γιαννούλη
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη