Τα καινούργια σπίτια είναι σαν νέα ξεκινήματα, σαν να δημιουργείς μια αφετηρία σε κάποιο άλλο σημείο του χάρτη. Μοιάζουν με ένα άγραφο βιβλίο που περιμένει να το γεμίσεις— στην προκειμένη, όχι με γράμματα αλλά με αναμνήσεις. Έχεις ενθουσιασμό και ανυπομονησία, λοιπόν για όλα αυτά που θα έρθουν. Ταυτόχρονα, όμως, νιώθεις και θλίψη γι’ αυτό που αφήνεις πίσω σου, το παλιό σου σπίτι που ήταν συνδεδεμένο με σένα.
Έχεις συνηθίσει τον χώρο σου, τη γειτονιά σου, και όλοι γύρω σε ξέρουν με το όνομά σου. Γνωρίζεις κάθε του γωνίτσα, κάθε του ελάττωμα. Στο σπίτι σου ξέρεις ακόμη και πώς ακούγεται το βράδυ το ψυγείο. Ξέρεις ότι δεν μπορείς να καθίσεις στη δεξιά καρέκλα για να φας το μεσημέρι, γιατί εκεί θα καείς από τον ήλιο το καλοκαίρι. Το παράθυρο στην κρεβατοκάμαρα θέλει δύναμη για να ανοίξει. Στο μπάνιο σου η βρύση στάζει αν δεν τη σφίξεις πολύ. Όλα αυτά είναι μικρά και ασήμαντα, αλλά είναι η καθημερινότητά σου και τώρα πρέπει να την αφήσεις και να βρεις μια άλλη.
Έρχεται η στιγμή, όμως, να γίνει κι αυτό. Είτε γιατί πηγαίνεις σε δικό σου, ιδιόκτητο σπίτι, είτε γιατί αλλάζεις πόλη και πας σε νέο. Ακόμη κι αν αφήνεις το παλιό σπίτι γιατί δε σου άρεσε ή δε σου έκανε, πάλι σε στεναχωρεί ελαφρώς και σου αφήνει μια πικρή αίσθηση αυτός ο αποχωρισμός, σαν να αφήνεις πίσω σου ένα δικό σου κομμάτι.
Ετοιμάζεις το νέο σου σπίτι με τα παλιά σου έπιπλα, τα δικά σου πράγματα, και όλα σου φαίνονται ξένα. Το τακτοποιείς και ξέρεις ότι θα κάνεις καιρό να μάθεις πού είναι το μπρίκι ή το σεσουάρ, παρ’όλο που εσύ τα τοποθέτησες. Θα αλλάξεις θέση στα πράγματα πολλές φορές μέχρι να νιώσεις ότι βρήκαν «τη θέση τους». Την ίδια στιγμή, όλα αυτά μοιάζουν απλά αντικείμενα και φαίνονται ξένα, όχι δικά σου.
Είναι ένα σπίτι τόσο γεμάτο, αλλά τόσο άδειο ταυτόχρονα. Ενώ έχει τα πάντα μέσα, όπως τα είχες φανταστεί, δεν έχει τίποτα. Πήρες το φωτιστικό που ήθελες, όπως και το κρεβάτι, αλλά όλα αυτά είναι απλά έπιπλα. Μέχρι να έρθει η στιγμή να το ζήσεις, σου φαίνεται ξένο και άψυχο. Θα περάσουν μέρες και μέρες για να το νιώσεις δικό σου.
Ναι, η αίσθηση που κάθισες στον καναπέ και ήταν όλα καθαρά και τακτοποιημένα ήταν μοναδική, ένιωσες ανάλαφρα και “ενήλικα”. Όμως όλα είναι άδεια από στιγμές, άδεια από αναμνήσεις. Δεν ξέρεις πού να πιεις τον καφέ σου το πρωί για να νιώσεις cozy, δεν ξέρεις αν χρειάζεσαι πολύμπριζο ή αρκεί ένα ταφάκι πίσω από την τηλεόραση. Από πού μπαίνει ο ήλιος το πρωί και ποια είναι η θέα το βράδυ.
Φυσικά και όλα θα έρθουν μόνα τους με τον καιρό— και το ξέρεις. Γιατί σε κάθε σου νέο σπίτι όλα έτσι έμοιαζαν στην αρχή. «Τα σπίτια μας είμαστε εμείς», όπως έλεγε και μια παλιά διαφήμιση. Τι σημασία έχουν τα έπιπλα και τα δωμάτια αν δεν τα ζεις; Τι σημασία έχουν τα νέα πιάτα αν δε λερωθούν από αγαπημένα πρόσωπα; Όπως επίσης, δεν έχει καμία σημασία το νέο κρεβάτι αν δεν κοιμηθείς… και όχι μόνο!
Όλα θέλουν τον χρόνο τους κι αν εσύ πάντα ανυπομονείς κι από την πρώτη στιγμή βγάζεις συμπεράσματα, αν σκέφτηκες ότι δε θα σου αρέσει το νέο σπίτι, αφού τα πρώτα βράδια δεν κοιμήθηκες καλά κι αν το πρωί έφυγες γρήγορα να πιεις καφέ έξω γιατί δεν ένιωθες οικεία, δώσε χρόνο. Ζήσε την κάθε στιγμή και μάθε να έχεις ανοιχτό το σπίτι σου. Τα σπίτια δεν είναι οι τοίχοι και τα έπιπλα— είναι ο κόσμος, τα γέλια, οι χαρές, τα κλάματα και οι καβγάδες. Τα τραπέζια γεμάτα φαγητό και τα λερωμένα πατώματα από τον ατελείωτο χορό. Κάπως έτσι γίνονται τα σπίτια, σπίτια μας.
