Η Δέσποινα Βανδή ανέβηκε στη σκηνή της Θεσσαλονίκης όπως κάνει εδώ και δεκαετίες: επαγγελματίας, συγκροτημένη, έτοιμη να χαρίσει ένα ακόμα sold-out βράδυ στο κοινό της. Όμως αυτή τη φορά, πριν αρχίσει να τραγουδά, ένιωσε την ανάγκη να ζητήσει κάτι απλό αλλά βαθιά ανθρώπινο: «Λίγο κουράγιο». «Έχω ακούσει πολλά το τελευταίο διάστημα», είπε, κι η φωνή της πρόδιδε κούραση από την υπερέκθεση.

Την Παρασκευή 3 Οκτωβρίου εμφανίστηκε στο νυχτερινό μαγαζί, όπου τραγουδάει στη Θεσσαλονίκη και στην αρχή του προγράμματός της, πριν ερμηνεύσει το κομμάτι «Όλα οδηγούν σε εσένα» είπε απευθυνόμενη στους θαμώνες του μαγαζιού: «Είστε αποφασισμένοι να περάσουμε ένα υπέροχο βράδυ Παρασκευής; Είστε αποφασισμένοι να τα βγάλουμε όλα από μέσα μας; Έλα, γιατί θέλω και λίγο κουράγιο, έχω ακούσει πολλά το τελευταίο διάστημα, πάμε να τα περάσουμε παρέα». Το βίντεο με τις δηλώσεις της προβλήθηκε τη Δευτέρα, στην εκπομπή «Το ‘Χουμε».

 


 

Η Βανδή, χωρίς να φταίει σε τίποτα, βρέθηκε να σηκώνει βάρος που δεν της αναλογεί. Το τροχαίο που προκάλεσε ο σύντροφός της, Βασίλης Μπισμπίκης, τα ξημερώματα της 27ης Σεπτεμβρίου, καθώς και το τι ακολούθησε με την υπόθεση Ρούτσι και το επικοινωνιακό μέγα λάθος του Μπισμπίκη, έγινε πρώτο θέμα παντού: δελτία ειδήσεων, πάνελ, πρωινάδικα, social media. Και όπως πάντα, η γραμμή μεταξύ ενημέρωσης και κουτσομπολιού έγινε θολή.

Ο Μπισμπίκης παρουσιάστηκε στο αστυνομικό τμήμα, οδηγήθηκε στην Ευελπίδων, του ασκήθηκε ποινική δίωξη, και το θέμα θα ακολουθήσει τη νομική του πορεία. Κι όμως, το πρόσωπο που κλήθηκε να «απαντήσει» δεν ήταν μόνο εκείνος, αλλά η σύντροφός του. Η Βανδή έγινε άθελά της “θέμα”, απλώς επειδή υπάρχει στο πλευρό του.

Αυτό που συνέβη ασφαλώς είναι σύμπτωμα μιας ευρύτερης παθογένειας. Ζούμε σε μια κοινωνία που αδυνατεί να διαχωρίσει το προσωπικό από το δημόσιο. Αν ο σύντροφος ενός ανθρώπου εκτεθεί, τα βλέμματα στρέφονται αυτόματα και στον άλλον, με την απαίτηση να πάρει θέση, να απολογηθεί, να «ξεκαθαρίσει», ακόμα κι αν δεν είναι σε θέση να το κάνει.

Το πιο ειρωνικό είναι ότι η Βανδή –μια γυναίκα που έχει αποδείξει σε όλη της την καριέρα πόσο σταθερή και αυτάρκης είναι– αντιμετωπίστηκε σχεδόν σαν “προέκταση” ενός λάθους του συντρόφου της. Μια ακόμη υπενθύμιση πως, ειδικά στο ελληνικό μιντιακό τοπίο, οι γυναίκες των «επωνύμων» κρίνονται όχι για όσα κάνουν, αλλά για όσα δεν “πήραν θέση”. Και ναι, σε ό,τι αφορά στο ζήτημα της οικογένειας Ρούτσι, θα έπρεπε η θέση να διαχωριστεί μα το γεγονός ότι αυτό δεν έγινε, δε σημαίνει τίποτα άλλο πέρα από το ότι ένας άνθρωπος (η Βανδή) χρειάζεται χώρο και χρόνο να βάλει ό,τι της έχει συμβεί εν αγνοία της, σε μια σειρά χωρίς να κρίνεται διαρκώς και για τα πάντα.

Η στιγμή που η Βανδή είπε από σκηνής «θέλω λίγο κουράγιο» ήταν, στην πραγματικότητα, μια μικρή στιγμή ευαλωτότητας. Χωρίς να απαντά ευθέως, παραδέχτηκε ότι το ψυχολογικό βάρος του δημόσιου διασυρμού είναι πραγματικό. Τα media βοούν, οι τίτλοι τρέχουν, οι γνώμες πληθαίνουν — όμως κάπου εκεί ανάμεσα, ξεχνιέται ότι η προσωπική ζωή ενός ανθρώπου δεν είναι δημόσιο θέαμα. Κι αν κάτι οφείλουμε να μάθουμε από αυτή την υπόθεση, δεν είναι το πώς οδηγούσε ο Μπισμπίκης, αλλά το πώς αντιμετωπίζουμε εμείς, ως κοινό, τη γυναίκα που απλώς βρέθηκε να συνδέεται μαζί του.

Η δημόσια απολογία δεν είναι υποχρέωση, είναι -καμιά φορά και- παγίδα. Γιατί αν κάποιοι αποφασίσουν ότι φταις, θα φταις ό,τι κι αν κάνεις.