Κάποια τραγούδια γράφονται για να μένουν και για χρόνια να τρυπώνουν στις καρδιές, περιμένοντας σιωπηλά μέχρι να τα χρειαστείς ξανά. Το «Ροζ» του Γιάννη Μηλιώκα είναι ένα τέτοιο τραγούδι. Από εκείνα που μυρίζουν καλοκαίρι, παλιές κασέτες και βραδιές με φώτα χαμηλά, τότε που η αγάπη ήταν πιο απλή και πιο δύσκολη μαζί.
Κι όμως, μισό αιώνα μετά, το «Ροζ» ξαναγεννιέται. Η Αλέκα Κανελλίδου και ο Γιάννης Γιαννουσάκης, μητέρα και γιος, ενώνουν τις φωνές και τις ψυχές τους σε μια νέα εκδοχή, που μοιάζει σαν να ενώνει το τότε με το τώρα. Η φωνή της Αλέκας —ζεστή, γνώριμη, γεμάτη ιστορία— αγκαλιάζει τη φρεσκάδα του Γιάννη, που τραγουδά με εκείνη τη γλυκιά αφέλεια των ανθρώπων που αγαπούν τη μουσική χωρίς κανόνες. Μαζί, δημιουργούν κάτι απαλό, τρυφερό, σαν ανάσα πάνω σε παλιό βινύλιο.

Ο Βαγγέλης Τούντας ντύνει το τραγούδι με μια ενορχήστρωση που δεν προσπαθεί να το αλλάξει· απλώς το φωτίζει αλλιώς. Κρατά τη νοσταλγία του, αλλά του χαρίζει μια καινούρια λάμψη — όπως όταν καθαρίζεις μια παλιά φωτογραφία και βλέπεις ξανά όλα τα πρόσωπα καθαρά. Η επανεκτέλεση, που κυκλοφορεί από την Panik Oxygen, έρχεται σαν φυσική συνέχεια μιας σχέσης που ήδη έχει δοκιμαστεί στη σκηνή — εκεί όπου η Αλέκα και ο Γιάννης τραγουδούν μαζί σε συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, καλλιτεχνικές συμπράξεις.
Στο music video του Αλέξη Κωνσταντινίδη, η θάλασσα παίρνει τον ρόλο του χρόνου. Κυλά, αλλά δεν ξεπλένει τίποτα. Μόνο κρατά τις αναμνήσεις, τις εικόνες, τα βλέμματα. Η αισθητική του βίντεο είναι ρετρό, σχεδόν ονειρική· μοιάζει με παλιό φιλμ που μυρίζει αλάτι και συναίσθημα.
Και κάπου εκεί βρίσκεται το νόημα του «Ροζ». Είναι ένα τραγούδι που πάντα μιλούσε για τους ανθρώπους που δεν ταιριάζουν με κανέναν κανόνα, μα καταφέρνουν να αγαπηθούν. Για τις σχέσεις που φτιάχνονται από αντιθέσεις και σιωπές. Για τα ετερόκλιτα πλάσματα που βρίσκουν ρυθμό μέσα από τη διαφορετικότητά τους.
Γιατί η αγάπη βρίσκει τελικά τη συμμετρία της μέσα από τα τόσο διαφορετικά σχήματα των ανθρώπων που τη νιώθουν. Είναι αίσθηση, είναι ενέργεια και είναι και χρώμα. Το «Ροζ» που παραμένει διαχρονικά το χρώμα εκείνων που δε φοβούνται να αγαπήσουν τους άλλους όπως είναι.