Ένοπλοι στρατιώτες φρουρούσαν το κοινοβούλιο του Νεπάλ την Τετάρτη, σε άδειους δρόμους της Κατμαντού, μετά την επιβολή αόριστης απαγόρευσης κυκλοφορίας. Η χώρα βυθίστηκε στη χειρότερη αναταραχή των τελευταίων δεκαετιών, έπειτα από δύο ημέρες αιματηρών διαδηλώσεων κατά της διαφθοράς που ανάγκασαν τον πρωθυπουργό Κ.Π. Σάρμα Όλι να παραιτηθεί.

 

Η σπίθα που άναψε την οργή ήταν η απαγόρευση των κοινωνικών μέσων, που ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα. Παρότι ανακλήθηκε μετά τον θάνατο 19 ανθρώπων τη Δευτέρα, όταν η αστυνομία επιχείρησε να ελέγξει τα πλήθη με δακρυγόνα και πλαστικές σφαίρες, η κατάσταση είχε ήδη ξεφύγει. Την Τρίτη, οργισμένοι διαδηλωτές πυρπόλησαν το κοινοβούλιο, αφήνοντας το εξωτερικό του καμένο και τους πυροσβέστες του στρατού να παλεύουν με τις φλόγες στην κεντρική αίθουσα.

 

 

«Προσπαθούμε πρώτα να ομαλοποιήσουμε την κατάσταση. Είμαστε αποφασισμένοι να προστατεύσουμε τη ζωή και την περιουσία των πολιτών», δήλωσε ο εκπρόσωπος του στρατού, Raja Ram Basnet. Παράλληλα, θωρακισμένα οχήματα περιπολούσαν στους έρημους δρόμους, ενώ όλα τα καταστήματα και οι αγορές παρέμειναν κλειστά.

Η βία δεν περιορίστηκε στο κοινοβούλιο. Το ανώτατο δικαστήριο, οι κατοικίες υπουργών και η ιδιωτική κατοικία του Όλι πυρπολήθηκαν επίσης. Σοκ προκάλεσε ο θάνατος της συζύγου του πρώην αναπληρωτή πρωθυπουργού, Τζαλανάθ Κανάλ, η οποία κάηκε ζωντανή όταν διαδηλωτές έβαλαν φωτιά στο σπίτι της. Η ίδια ήταν μέσα στην οικία και δεν κατάφερε να διαφύγει, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή της. Η τύχη του αντιπροέδρου παραμένει άγνωστη, καθώς αυτόπτες μάρτυρες περιγράφουν σκηνές λιντσαρίσματος από το πλήθος, πριν εξαφανιστεί.

 


 

 

Οι περισσότεροι από τους διαδηλωτές ήταν νέοι που, σύμφωνα με το Reuters, εξέφραζαν την αγανάκτησή τους για την αδυναμία της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τη διαφθορά και να δημιουργήσει οικονομικές ευκαιρίες. Η ανεργία έχει οδηγήσει εκατομμύρια Νεπαλέζους να αναζητήσουν εργασία σε εργοτάξια της Μαλαισίας, της Μέσης Ανατολής και της Νότιας Κορέας, στέλνοντας χρήματα πίσω στις οικογένειές τους.

 

 

Σφηνωμένο ανάμεσα στην Ινδία και την Κίνα, το Νεπάλ βιώνει πολιτική και οικονομική αστάθεια από το 2008, όταν καταργήθηκε η μοναρχία μετά από μεγάλες διαδηλώσεις. Η κρίση ανησυχεί και το Νέο Δελχί, με τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι να δηλώνει ότι «η σταθερότητα, η ειρήνη και η ευημερία του Νεπάλ είναι υψίστης σημασίας», καλώντας σε αυτοσυγκράτηση.

Παρά την αοριστία στις απαγορευτικές διαταγές, γίνονται προετοιμασίες για διαπραγματεύσεις μεταξύ αρχών και διαδηλωτών. Ο πρώην δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Balaram K.C., πρότεινε τη συγκρότηση ομάδας διαπραγμάτευσης και ζήτησε τη διάλυση του κοινοβουλίου και νέες εκλογές. Το ερώτημα είναι αν το πολιτικό σύστημα του Νεπάλ μπορεί να αντέξει ακόμη έναν κύκλο βίας και ανασφάλειας ή αν αυτή τη φορά οι φωνές των νέων θα οδηγήσουν σε μια πραγματική αλλαγή.