Ήταν λίγο μετά τις έξι το πρωί. Ώρα που το σπίτι δεν έχει ξυπνήσει ακόμη, που τα παιδιά κοιμούνται βαριά και οι μεγάλοι κινούνται μηχανικά. Η ξυλόσομπα, που έκαιγε όλη νύχτα για να κρατήσει ζεστό ένα μικρό δωμάτιο, έσβηνε. Η μητέρα προσπάθησε να την αναζωπυρώσει. Ένα καπάκι που ανοίγει, λίγο πετρέλαιο, μια στιγμή απροσεξίας — και μετά φωτιά, καπνός, πανικός. Όλα μαζί.

Τα δύο παιδιά κοιμούνταν σε στρώματα στο πάτωμα. Δεν υπήρχε χρόνος. Οι φλόγες απλώθηκαν γρήγορα σε έναν χώρο γεμάτο ξύλο και πλαστικά υλικά. Οι γονείς έτρεξαν, οι παππούδες βοήθησαν, αλλά η πραγματικότητα ήταν αμείλικτη: κατάφεραν να βγάλουν μόνο το ένα παιδί. Το άλλο έμεινε πίσω. Ένα 7χρονο αγόρι που δεν πρόλαβε να ξυπνήσει πραγματικά.

 


 

Ο μικρότερος αδελφός, μόλις 5 ετών, νοσηλεύεται στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολη με σοβαρά εγκαύματα. Ο πατέρας, τραυματισμένος στην προσπάθειά του να σώσει τα παιδιά του, δίνει τη δική του μάχη στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο Κομοτηνής. Και η μητέρα; Σε βάρος της έχει σχηματιστεί δικογραφία για εμπρησμό από αμέλεια. Η ίδια, σύμφωνα με τις Αρχές, βρίσκεται σε ιδιαίτερα κακή ψυχολογική κατάσταση, αδυνατώντας να συνειδητοποιήσει το μέγεθος της τραγωδίας.

Γιατί εδώ ξεκινά το πιο δύσκολο κομμάτι της ιστορίας. Η δικογραφία για εμπρησμό από αμέλεια είναι νομικά αναγκαία. Ανθρώπινα όμως, είναι σχεδόν αβάσταχτη. Πώς βάζεις σε χαρτί το βάρος μιας στιγμής που κατέληξε σε θάνατο; Πώς μετριέται η ευθύνη όταν η πρόθεση δεν υπήρχε, αλλά το αποτέλεσμα είναι μη αναστρέψιμο;

Την προανάκριση για την υπόθεση έχει αναλάβει το ανακριτικό τμήμα της Πυροσβεστική, υπό την εποπτεία της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού. Οι Αρχές εξετάζουν λεπτομερώς όλα τα ενδεχόμενα για τα αίτια της φωτιάς, ενώ τα τελικά πορίσματα αναμένεται να καθορίσουν και την περαιτέρω ποινική πορεία της υπόθεσης. Όπως μεταδίδουν η ΕΡΤ και ο ΑΝΤ1, οι πρώτες ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι η ξυλόσομπα αποτέλεσε την εστία της καταστροφής.

Δεν είναι μόνο το τι πήγε λάθος εκείνο το πρωινό. Είναι και το πώς η φτώχεια, η ανάγκη για θέρμανση, τα αυτοσχέδια μέσα επιβίωσης και η έλλειψη ασφάλειας συναντιούνται επικίνδυνα. Είναι για τα σπίτια που ζεσταίνονται όπως-όπως. Για τις οικογένειες που κοιμούνται όλες μαζί σε ένα δωμάτιο. Για τις αποφάσεις που παίρνονται μέσα στην κούραση και την αγωνία.

Και τελικά, είναι για μια σιωπή που απλώνεται μετά. Στη Ροδόπη, σε ένα χωριό που ξύπνησε με σειρήνες αντί για ξημέρωμα, κανείς δεν μιλά πια για λάθη. Μιλούν για ένα παιδί που χάθηκε. Και για μια οικογένεια που θα ζήσει με αυτό για πάντα.