Μια ακόμα γυναικοκτονία ήρθε να προστεθεί στη μακρά λίστα των τραγικών εγκλημάτων που συγκλονίζουν τη χώρα. Ένας 59χρονος από τις Σέρρες δολοφόνησε τη σύζυγό του μέσα στο σπίτι τους στο Σιτοχώρι και λίγες ώρες αργότερα έβαλε τέλος στη ζωή του.

Η ιστορία ξετυλίχθηκε το πρωί της Πέμπτης 13 Φεβρουαρίου, όταν ο δράστης κάλεσε την αστυνομία. «Σκότωσα τη γυναίκα μου», είπε ψυχρά. Στην ίδια κλήση, αποκάλυψε ότι είχε αποφασίσει να δώσει τέλος και στη δική του ζωή. Οι αστυνομικοί έφτασαν στο σπίτι και βρήκαν τη 52χρονη νεκρή, ενώ σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, είχε ξυλοκοπηθεί μέχρι θανάτου, με το ρεπορτάζ του ΣΚΑΙ να υποστηρίζει ότι η γυναίκα πυροβολήθηκε με κυνηγετικό όπλο. Ο 59χρονος, εν τω μεταξύ, είχε ήδη φύγει προς το βουνό. Οι Αρχές ξεκίνησαν ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του, όμως η κατάληξη ήταν προδιαγεγραμμένη.

 

 

Λίγο πριν το μεσημέρι, ο άνδρας βρέθηκε νεκρός. Είχε βάλει φωτιά σε ένα μαντρί και κάηκε ζωντανός. Έτσι έγραψε τον επίλογο μιας σχέσης που φαίνεται πως ήταν γεμάτη βία και φόβο.

Το ζευγάρι είχε έναν γιο, ο οποίος είναι έγκλειστος στις φυλακές Νιγρίτας για υποθέσεις ναρκωτικών. Η τραγωδία όμως είχε αρχίσει χρόνια πριν, αφού ο 59χρονος είχε απασχολήσει τις Αρχές για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, με θύμα τον ίδιο του τον γιο. Τελικά, η οργή του στράφηκε και προς τη γυναίκα του, με μοιραία κατάληξη.

 

Σέρρες: Αυτοκτόνησε ο 59χρονος που δολοφόνησε τη σύζυγό του - Έβαλε φωτιά σε μαντρί και κάηκε ζωντανός

 

Στο Σιτοχώρι, οι γείτονες είναι σοκαρισμένοι. Κάποιοι λένε πως το ζευγάρι δεν είχε δώσει σημάδια σοβαρών προβλημάτων, άλλοι όμως ήξεραν. Όπως πάντα, κάποιοι «είχαν ακούσει», κάποιοι «υποψιάζονταν». Κανείς όμως δεν μπόρεσε – ή δεν τόλμησε – να αποτρέψει το κακό.

Η υπόθεση αυτή έρχεται να τοποθετηθεί σε μια μακρά λίστα γυναικοκτονιών μετά τις οποίες ο θύτης δίνει τέλος στη ζωή του και ουσιαστικά δρα και σαν αυτόκλητος δικαστής, έχοντας τον έλεγχο ακόμα και στην τιμωρία του. Είναι άλλη μια απόδειξη ότι η ενδοοικογενειακή βία που γεννάται μέσα από την έμφυλη βία, μπορεί να κλιμακωθεί σε τραγωδία αν δεν υπάρξει έγκαιρη παρέμβαση, από το πρώτο δείγμα, από το πρώτο στοιχείο. Γιατί διαφορετικά, κάθε φορά που συμβαίνει, η κοινωνία θα σοκάρεται για λίγο, θα λυπάται για λιγότερο, κι έπειτα θα προσπερνάει. Μέχρι το επόμενο θύμα.