

Όταν γεννιέσαι τα πρώτα άτομα που γνωρίζεις σε αυτό τον κόσμο είναι οι γονείς σου. Δεν κατανοείς πρόσωπα, σχέσεις, αριθμούς, δεν ξέρεις ποιοι είναι αυτοί για σένα. Όσο μεγαλώνεις, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι συνεχίζουν να είναι δίπλα σου, μαζί σου και αρχίζεις να ψυλλιάζεσαι πως μάλλον σχετίζεστε με κάποιο τρόπο. Κι εκεί – σε συνδυασμό με προσφωνήσεις όπως μπαμπά, μαμά – επιβεβαιώνεται ο δεσμός της οικογένειας.
Στην αρχή, τους έχεις στο μυαλό σου σα θεούς πάνω στη Γη, τους βλέπεις μέσα από το πρίσμα ενός μυθικού θαυμασμού, είναι τα άτομα που γνωρίζουν τα πάντα, που λύνουν κάθε σου πρόβλημα, που σε προστατεύουν από κάθε απειλή και κακό τέρας που κρύβεται κάτω από το κρεβάτι. Για αρκετά χρόνια είχα ταυτίσει τον μπαμπά μου με τον Superman και τη μαμά μου με τη Ζήνα (ξέρω άσχετος συνδυασμός αλλά στο παιδικό μυαλό μου είχε λογική). Σίγουρα έχεις κάνει αντίστοιχη ταύτιση κι εσύ! Σιγά σιγά μεγαλώνετε παρέα και έχεις ήδη αρχίσει να αντιλαμβάνεσαι πως ο μπαμπάς σου δεν έχει τελικά κρεμασμένη στην ντουλάπα του την κόκκινη μπέρτα, γιατί είναι άνθρωπος και όχι ο Superman. Τους ζεις τόσο που παρατηρείς κάθε λάθος των γονιών σου και κάθε συμβατική συμπεριφορά και η πραγματικότητα σου χτυπά πλέον την πόρτα.
Οι σούπερ ήρωες δεν υπάρχουν πια (τους πάτησε το τρένο). Βλέπεις μπροστά σου δύο κανονικούς, συμβατικούς και θνητούς γονείς με ελαττώματα, αδυναμίες, πάθη. Η συνειδητοποίηση αυτή κάποιες φορές είναι οδυνηρή μιας και αυτό που είχες πλάσει στο μυαλό σου γκρεμίστηκε, σαν κάστρο στην άμμο. Πάντα όμως είναι η αρχή ενός νέου κεφαλαίου που ονομάζεται ωριμότητα. Είναι το σημείο στο οποίο η εξιδανίκευση δίνει τη θέση της στην κατανόηση. Δεν τους αγαπάς λιγότερο όταν δεις τα λάθη τους, ίσα-ίσα, η αγάπη σου γίνεται βαθύτερη, πιο αληθινή γιατί βασίζεται πλέον στην αποδοχή και όχι στην ψευδαίσθηση.
Όσο ήταν στο βάθρο των “ηρώων” ήταν και λιγάκι πιο απόμακροι, γιατί πίστευες πως δεν μπορείς να μοιραστείς τα δικά σου σφάλματα μαζί τους ή τις ανησυχίες σου. Τη στιγμή που έγιναν πιο ανθρώπινοι έγιναν και πιο προσιτοί. Θα βγεις για καφέ μαζί τους να συζητήσεις πράγματα για τις ζωές σας, θα καταλάβεις πόσο λάθος έκρινες κάποιες συμπεριφορές τους, θα δεις τα γεγονότα μέσα από τη δική τους οπτική που για χρόνια δεν καταλάβαινες. Θα γίνουν τα φιλαράκια σου και πλέον τους καταλαβαίνεις απόλυτα γιατί τελικά δεν έπαψαν ποτέ να είναι άνθρωποι.
Πιο συνειδητοποιημένα γίνονται τα πράγματα όταν στην πορεία σου ως ενήλικας αντιλαμβάνεσαι πόσο μεγάλη ευθύνη είχαν, πόσους συμβιβασμούς έκαναν, πόσες φορές ένιωσαν χαμένοι και κουρασμένοι, αλλά δεν το έδειξαν. Αυτά βέβαια σε περίπτωση που γίνεις κι εσύ γονέας τα αντιλαμβάνεσαι ακόμη περισσότερο διότι ως γνωστόν “θα γίνεις κι εσύ γονιός και θα καταλάβεις“. Όλο αυτό προσδίδει μεγαλύτερο βάθος στον ρόλο τους μιας και δε χρειάζεται να είναι ήρωες για να αξίζουν τον σεβασμό σου. Η δύναμη τους πολλές φορές κρύβεται στο ότι προχώρησαν παρά τις δυσκολίες, ότι προσπάθησαν ακόμα κι όταν δεν ήξεραν πώς, ότι σε αγάπησαν με τον δικό τους τρόπο, ακόμα κι αν δεν ήταν πάντα τέλειος.
Καταλαβαίνοντας ότι οι γονείς σου δεν είναι ήρωες, σου δίνεται η δυνατότητα να επουλώσεις πληγές, να συγχωρήσεις, να επικοινωνήσεις αυθεντικά και να χτίσεις τη σχέση σας πιο ώριμα πια, βασισμένη στην αλήθεια. Είναι μια πορεία απελευθέρωσης, τόσο από τις δικές σου προσδοκίες όσο και από τη δική τους ανάγκη να φαίνονται “τέλειοι”. Τελικά, ίσως η μεγαλύτερη ένδειξη σεβασμού και αγάπης προς τους γονείς σου να μην είναι το να τους βλέπεις ως ήρωες, αλλά το να τους βλέπεις καθαρά όπως είναι, με όλα τους τα λάθη και τις αρετές. Και να τους αγαπάς ακριβώς γι’ αυτό. Γιατί είναι οι άνθρωποί σου και όχι οι σούπερ ήρωες των αγαπημένων σου ταινιών.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη