«Από μικρή, μια σταλιά παιδάκι ήταν, όταν έπιανε τη βούρτσα και τραγουδούσε μπροστά στον καθρέφτη. Μόλις τελείωνε το τραγούδι, κατευθείαν ξεκινούσε τις πόζες.»

«Να δεις που αυτός εδώ θα γίνει στρατιωτικός, όλα θέλει να τα έχει σε τάξη και του αρέσει να μας δίνει διαταγές».

Στερεότυπα, πεποιθήσεις και πολλές δόσεις στρουθοκαμηλισμού. Έχεις απέναντί σου ένα ευάλωτο, εύπλαστο πλάσμα και προσπαθείς να πετύχεις τι; Να του φυτέψεις και να καλλιεργήσεις έναν σπόρο που αργότερα θα μετουσιωθεί σε επαγγελματική αποκατάσταση; Σε άγονο χωράφι δύσκολα θα σπείρεις και θα θερίσεις – και επειδή δε μιλάμε για χώμα αλλά για ανθρώπινες ψυχές, ό,τι κι αν τις μπολιάσεις, σίγουρα κάτι θα πιάσει. Δεν μπορείς όμως να ξέρεις τι θα αντιμετωπίσεις μέχρι να έρθει η ώρα της συγκομιδής. Το αντέχεις;

Σήμερα δε θα καταπιαστούμε με τον ψυχισμό του παιδιού και το πώς διαμορφώνεται από τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και τις πεποιθήσεις. Ούτε θα κρίνουμε την ανάγκη ενός γονέα που αγωνιά για το μέλλον του παιδιού του. Θα είναι κάτι απ’ όλα αυτά και ταυτόχρονα μια ξεχωριστή, αυτοτελής ιδέα που αφορά στις επιλογές της επαγγελματικής ζωής.

Η ιστορία είναι πάντα η ίδια. Το μόνο που αλλάζει είναι ο επαγγελματικός προσανατολισμός και ο απαιτούμενος εξοπλισμός. Εγώ, φερ’ ειπείν, θυμάμαι έναν ξάδερφο, ήταν δεν ήταν πέντε χρονών, να κοιτάζει με λατρεία τα βιβλία – και τη θεία να καυχιέται ότι ο μπόμπιρας θα γίνει δικηγόρος. Όχι εκπαιδευτικός (να παίρνει 3 και 60), επ’ ουδενί συγγραφέας (θάνατος στην ψάθα) ή ηθοποιός (ανήθικα πλάσματα). Και ομοίως αποκλείονταν επαγγέλματα που δεν είχαν το κύρος της τριπλέτας: γιατρός – δικηγόρος – κάτι με οικονομικά.

Όλα αυτά τα εκτόξευε με κάθε ευκαιρία και αφορμή. Σχολίαζε με απαξία τον γιο της γειτόνισσας που τελείωσε μια τεχνική σχολή και δούλευε ο άνθρωπος μεροκάματα σε μερεμέτια και οικοδομές. Δεν κοίταξε ποτέ στα μάτια την κοπέλα που, με αδιανόητη υπομονή και ευγένεια, χτένιζε το υπερφυσικά κατσαρό, γεμάτο κόμπους μαλλί της. Ούτε χαιρέτησε ποτέ μπαίνοντας σε ένα μαγαζί που ήθελε να ψωνίσει. Και ανά τακτά διαστήματα επεσήμαινε στο σύζυγό της – τον ήρωα θείο – ότι καλό θα ήταν να πάψει να είναι ταρίφας και να κοιτάξει να το πουλήσει το ταξί και να γίνει επιχειρηματίας. Αυτό ήξερε για εκείνον: ότι ήταν ένας ταπεινός ταξιτζής. Γι’ αυτό και δεν είχε καμία άλλη αξίωση πέρα από το να φέρνει λεφτά στο σπίτι.

Για καλή της τύχη όμως, ο θείος ήταν πολλά παραπάνω από ένας καλός επαγγελματίας οδηγός. Ήταν ευαίσθητος άνθρωπος, με ιδιαίτερη αγάπη στα βιβλία. Τον θυμάμαι να διαβάζει τα πάντα – από παιδικά παραμύθια στον ξάδερφο, μέχρι ποίηση. Ήταν ένας τρυφερός και δοτικός άνθρωπος, με βαθιά κατανόηση και ενσυναίσθηση. Και σίγουρα ήταν αρκετά έξυπνος για να μη μπαίνει σε ευθεία σύγκρουση με τη θεία, μέχρις ότου ένιωσε έτοιμος να την εγκαταλείψει και να ζήσει επιτέλους όμορφα μόνος του.

Φυσικά, εξακολούθησε να διαβάζει και να ασχολείται με τις ανάγκες της οικογένειάς τους – ήταν της άποψης ότι ο δεσμός αυτός δεν σπάει, ακόμα και όταν μεσολαβήσει διαζύγιο. Και όλα αυτά συνέβησαν στην ηλικία των 68. Τότε έκρινε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή.

Τώρα, όπου «θεία» βάλε μέσα μαζικής ενημέρωσης, φίλους, μόδα, την κοινωνία, ολόκληρο το σόι και τους γονείς – και οπωσδήποτε να αφήσεις έξω από την εξίσωση την ανάγκη σου. Όπου «θείος», βάλε οτιδήποτε και οποιονδήποτε μπορεί να λειτουργήσει ως φάρος σε αυτή τη δύσκολη διαδρομή της ενηλικίωσης και των επαγγελματικών αποφάσεων.

Σου θυμίζει κάτι;

Κάτω από ποιες συνθήκες επιλέγεις επαγγελματικό τομέα; Αν στην πορεία αλλάξεις γνώμη, αυτομάτως αλλάζεις και ως άνθρωπος, εφόσον – κατά πώς φαίνεται – η εργασία έχει τη δύναμη να αυξάνει ή να μειώνει την αξία σου. Αλλάζει ο πυρήνας σου; Προδίδεις τους προγόνους σου;

Όχι. Είσαι ο ίδιος άνθρωπος, μόνο που όσα καταπίεσες για χρόνια βγήκαν προς τα έξω δημιουργικά. Υπήρξες «θύμα» της γονεϊκής αγάπης που, στην ανάγκη της να σε προστατέψει, εμπιστεύτηκε κάθε στερεότυπο που ήξερε.

Η απόφαση να μεταπηδήσεις σε έναν άλλο τομέα ενώ για χρόνια ολόκληρα εκπαιδεύτηκες και εργάστηκες σε μια ιδέα δανεική, είναι δυσθεώρητα μεγάλη και βαριά. Και επειδή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες – π.χ. οικονομική δυνατότητα, οικογενειακή κατάσταση – ενδεχομένως να μην πραγματοποιηθεί ποτέ. Πώς θα εκτονωθεί όμως η καταπιεσμένη επιθυμία; Το αίσθημα του ανεκπλήρωτου;

Δε λέω ότι πρέπει να συμβιβαστείς, ούτε ότι πρέπει να τινάξεις στον αέρα όλα όσα έχεις κατακτήσει – στο κάτω κάτω, όλα ξεκινούν από εσένα και σου ανήκουν. Είναι όμως κι αυτό το κάτι που σε τρώει και δε σε αφήνει να ησυχάσεις. Κι επιβάλλεται να το ανακαλύψεις, να το ονομάσεις και να το βάλεις απέναντι, ώστε να το δεις στις πραγματικές του διαστάσεις. Διαφορετικά, είναι εξαιρετικά πιθανό να βιώνεις ανεξήγητα συμπτώματα και παρενέργειες – όπως δυσθυμία, δυσκολία στις σχέσεις, ακόμα και αυτοάνοσα (τραβηγμένο σενάριο, το ξέρω) – και πολλά άλλα ποικίλα φαινόμενα που τα κουβαλάς, σε βαραίνουν, σε δυσκολεύουν.

Για την ιστορία, ο ξάδερφος έγινε τελικά γυμναστής – και εξακολουθεί να διαβάζει με την ίδια μανία που διάβαζε ως παιδί. Την οποία, βέβαια, κληρονόμησε από τον ταρίφα πατέρα του.

Food for thought:
Όπου «εργασία», βάλε μια άλλη επιλογή – ανάγκη σου. Καταλαβαίνεις πού το πάω, σωστά;

Συντάκτης: Σοφία Τρέπα
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη