Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε πώς η ΔΕΠΥ έχει μπει στο μικροσκόπιο και εξετάζεται από κάθε πιθανή και απίθανη πλευρά π.χ. υπάρχει βιβλιογραφία που συνδέει τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ με τη διατροφή. Διαβάζοντας σχετικά δημοσιεύματα και παρακολουθώντας βίντεο ειδικών, φαίνεται πως η ΔΕΠΥ είναι μία πολύπαραγοντική διαταραχή που ξεκινά κατά την παιδική ηλικία. Επειδή ακόμα διερευνώνται τα κατάλληλα εργαλεία για τη διάγνωσή της, που έτσι κι αλλιώς είναι περιπλοκή αφού μπορεί να συνυπάρχουν κι άλλα νοσήματα όπως αγχώδεις διαταραχές και διαταραχές συμπεριφοράς με μορφές αντιδραστικής, προκλητικής ή επιθετικής συμπεριφοράς που συχνά επικαλύπτονται, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν έχουν διαγνωστεί ακόμα.

Σε προηγούμενο άρθρο είπαμε ορισμένα πράγματα για την καθυστερημένη διάγνωση ΔΕΠΥ στις γυναίκες και σήμερα το αντικείμενο είναι κατά πόσο επηρεάζεται η ΔΕΠΥ ανάλογα με την ορμονική φάση της ζωής μίας γυναίκας. Οι γυναίκες, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, διέρχονται από φάσεις που σχετίζονται άμεσα με τις ορμόνες όπως: η εφηβεία, η προεμμηνοροϊκή φάση, η εγκυμοσύνη, η επιλόχειος περίοδος, η περιεμμηνόπαυση και η εμμηνόπαυση.

Συγκεκριμένα στην εφηβεία ξεκινά η έκκριση της εκλυτικής ορμόνης των γοναδοτροφινών (GnRH) από τον υποθάλαμο, η οποία ενεργοποιεί την υπόφυση. Η υπόφυση απελευθερώνει την ωχρινοτρόπο (LH) και την ωοθυλακιοτρόπο (FSH) ορμόνη, που ωριμάζουν τις ωοθήκες, οι οποίες με τη σειρά τους παράγουν οιστρογόνα και προγεστερόνη. Αυτές οι ορμόνες είναι υπεύθυνες για τις σωματικές αλλαγές όπως η ανάπτυξη του στήθους, η αύξηση του ύψους, η αλλαγή στο σωματικό λίπος και η έναρξη της έμμηνου ρύσης. Κατά την προεμμηνορροϊκή φάση οι ορμόνες που διαδραματίζουν τον κυριότερο ρόλο είναι τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη. Η παραγωγή οιστρογόνων αυξάνεται κατά την πρώτη φάση του κύκλου (ωοθυλακική φάση) και κορυφώνεται πριν την ωορρηξία και στη συνέχεια μειώνεται. Η δε προγεστερόνη αυξάνεται μετά την ωορρηξία, κατά τη διάρκεια της δεύτερης φάσης του κύκλου (ωχρινική φάση) και παραμένει υψηλή πριν την έμμηνο ρύση. Οι αυξομειώσεις αυτών των δύο ορμονών επηρεάζουν χημικές ουσίες στον εγκέφαλο, όπως τη σεροτονίνη που ρυθμίζει τη διάθεση, εξηγώντας έτσι τα συμπτώματα του προεμμηνορροϊκού συνδρόμου πχ: εναλλαγές διάθεσης, μασταλγία, κόπωση, φούσκωμα κ.ά. (PMS).

Οι βασικές ορμόνες της εγκυμοσύνης είναι η ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη (hCG), η προγεστερόνη, τα οιστρογόνα και το ανθρώπινο πλακουντιακό λακτογόνο (HPL). Άλλες ορμόνες που συμμετέχουν στην εγκυμοσύνη είναι η προλακτίνη, η κορτιζόλη και οι θυρεοειδικές ορμόνες που με τη σειρά τους επιφέρουν αλλαγές τόσο στο σώμα όσο και στον ψυχισμό της γυναίκας. Μετά την εγκυμοσύνη η γυναίκα περνάει στην επιλόχεια φάση όπου συμβαίνουν σωματικές, ορμονικές (τα επίπεδα ορμονών της εγκυμοσύνης πέφτουν απότομα) και ψυχολογικές αλλαγές μετά τον τοκετό. Ειδικά οι ορμόνες παίζουν καθοριστικό ρόλο τόσο για την εμφάνιση της φυσιολογικής μελαγχολίας της λοχείας (baby blues) όσο και της πιο σοβαρής επιλόχειας κατάθλιψης.

Οι απότομες ορμονικές διακυμάνσεις σε συνδυασμό με τις σωματικές αλλαγές και την έλλειψη ύπνου μπορούν να προκαλέσουν συναισθηματική αστάθεια, όπως ευερεθιστότητα, άγχος και μελαγχολία,  και αλλαγές όπως τριχόπτωση, δερματικές αλλοιώσεις, αλλαγές στην έμμηνο ρύση. Στην τελευταία ορμονική φάση, την περιεμμηνόπαυση και εμμηνόπαυση, οι ωοθήκες παύουν να παράγουν ορμόνες όπως οιστρογόνα και προγεστερόνη οδηγώντας έτσι τη γυναίκα στο τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας. Η παύση αυτών των ορμονών προκαλεί συμπτώματα όπως ακανόνιστος κύκλος, εξάψεις, κόπωση, και αλλαγές στη διάθεση, όπως κατάθλιψη ή διαταραχές ύπνου, απώλεια μνήμης και μειωμένη λίμπιντο. Ταυτόχρονα οι ωοθήκες και τα επινεφρίδια εξακολουθούν να παράγουν και άλλα ανδρογόνα, αλλά σε χαμηλότερα επίπεδα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στο δέρμα, τη φωνή αλλά και σε ανάπτυξη τριχοφυΐας.

Κάνοντας μία σύντομη επισκόπηση των ανωτέρω μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό ότι οι αλλαγές είναι πολλές και για μερικές γυναίκες, αν όχι για όλες, μπορεί να είναι δύσκολη η διαχείρισή τους. Σε κάποιες περιόδους μπορεί οι αλλαγές να είναι ταυτόχρονες, οπότε η γυναίκα να καλείται να αντιμετωπίσει πολλά διαφορετικά συμπτώματα, στον ίδιο χρόνο, καθιστώντας τη διαχείριση ακόμα πιο απαιτητική.

Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που μια γυναίκα έχει ΔΕΠΥ; Εκεί η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη και απαιτητική.

Η ομάδα ερευνητών της Eunethydis Special Interest Group on Female ADHD πραγματοποίησε μια ανασκόπηση για να μελετήσει πως οι ορμονικές αλλαγές στη διάρκεια της ζωής των γυναικών αλληλεπιδρούν με τη ΔΕΠΥ και συγκεκριμένα συνδύασε κλινικά στοιχεία και δεδομένα υπαρχουσών ερευνών για να αναδείξει πώς η εφηβεία, η έμμηνος ρύση, η εγκυμοσύνη, η επιλόχειος φάση και η εμμηνόπαυση επηρεάζουν τα συμπτώματα, την υγεία και την ποιότητα ζωής της γυναίκας. Η έρευνα αναφέρει μεταξύ άλλων ότι κατά τις διαφορές φάσεις παρατηρήθηκαν:

Εφηβεία: αυξημένη θλίψη 70% ευαισθησία απόρριψης 63% και άγχος 58%.

Προεμμηνορροϊκή φάση: ευερεθιστότητα 80% εναλλαγές διάθεσης 79% κράμπες 79% και προβλήματα εστίασης 66%.

Εγκυμοσύνη: οι εμπειρίες εδώ ποικίλλουν, 20% ανέφερε καλύτερη συγκέντρωση και οργάνωση αλλά το 36% ανέφερε ότι τα συμπτώματα επιδεινώθηκαν. Σχεδόν ολες (98%) σταμάτησαν τα διεγερτικά φάρμακα.

Επιλόχειος φάση: 61% αυτο αναφερόμενα συμπτώματα επιλόχειας κατάθλιψης συμπεριλαμβανομένων των εναλλαγών διάθεσης, της αίσθησης ανεπάρκειας και δυσκολιών ύπνου.

Περιεμμηνόπαυση/Εμμηνόπαυση: έρευνα το 2022 σε 4.000 γυναίκες του 70% δήλωσε ότι είδε που είχε αλλάξει η ζωή με προκλήσεις όπως η αναβλητικότητα 79% και η δυσκολίες μνήμης 74%.

 

Τα κυριότερα ευρήματα της μελέτης ήταν:

Καθυστερημένη διάγνωση: κορίτσια και η γυναίκες συχνά διαγιγνώσκονται αργότερα από τους άντρες, αυξάνοντας τους κινδύνους άγχους, κατάθλιψης και άλλων παθήσεων.

Ορμονική επιρροή: οι μετατοπίσεις οιστρογόνων και προγεστερόνης μπορούν να εντείνουν τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ και τις αλλαγές στη διάθεση σε διαφορετικά στάδια της ζωής.

Εκτελεστική λειτουργία: ο προγραμματισμός η εστίαση και η δυσκολία στη μνήμη είναι συχνές και μπορεί να επιδεινωθούν κατά τη διάρκεια των ορμονικών μεταβάσεων. Αναπαραγωγική υγεία: η ΔΕΠΥ συνδέεται με υψηλότερους κινδύνους για προεμμηνορροϊκή δυσφορική διαταραχή (PMDD), επιλόχειο κατάθλιψη και πιθανές συσχετίσεις με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) και ενδομητρίωση.

Η ανασκόπηση υπογράμμισε ότι η ΔΕΠΥ στις γυναίκες δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή δίχως να ληφθούν υπόψη οι ορμονικές εναλλαγές και οι επιπτώσεις τους στη διάθεση, τη γνωστική λειτουργία και την υγεία συνολικά. Οι συγγραφείς θέτουν τη βάση αλλά ταυτόχρονα και ερωτήματα για περαιτέρω έρευνα με επίκεντρο τη διάρκεια ζωής – όχι μόνο την παιδική ηλικία, ειδικά για το φύλλο που ενσωματώνει βιολογία και βιωμένη εμπειρία, με στόχο τη βελτίωση της διάγνωσης, της θεραπείας και της ποιότητας ζωής.

 

Το σίγουρο είναι ένα, η ΔΕΠΥ ενηλίκων δεν είναι μία “μόδα” που ξαφνικά “όλοι έχουμε”, υπήρχε και αποτελεί ακόμα και τώρα “αχαρτογράφητα νερά” ειδικά για τη γυναικεία φύση εξαιτίας των διαρκών ορμονικών αλλαγών κατά τη διάρκεια της ζωής. Προσωπικά μελετώντας για τη ΔΕΠΥ απάντησα σε ερωτήματα που με βασάνιζαν μία ζωή και τελικά δεν ήταν “κατασκευαστικό πρόβλημα” ή θέμα χαρακτήρα. Υπήρχαν φορές που δυσφορούσα και δεν μπορούσα να εντοπίσω το λόγο ή παρουσίαζα μειωμένη απόδοση σε φαινομενικά εύκολες συνθήκες. Διαβάζοντας για τη ΔΕΠΥ κατάλαβα ότι για όλα υπάρχει μία επιστημονική απάντηση• ακόμα και για αυτά που νομίζουμε ότι έχουμε ή ακόμα χειρότερα για αυτά που μας καταλογίζουν ως αδυναμία ή μειονέκτημα.

Συντάκτης: Σοφία Τρέπα
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη