Τροφή και διατροφικές διαταραχές: ένα σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες. Μια εξίσωση με πολλούς αγνώστους. Υγεία και θάνατος μαζί, όχι κυριολεκτικά προφανώς. Και εξηγώ θέτοντας την παρακάτω ερώτηση:

 

Για ποιους λόγους τρώει ένας άνθρωπος; 

 

Το φαγητό, στην Ελλάδα τουλάχιστον, είναι συνυφασμένο με κάθε μικρό και μεγάλο γεγονός, από την παρακολούθηση μιας ταινίας μέχρι εθνικές επετείους. Είναι σημείο αναφοράς σε μια οικογένεια • ποιος δεν έχει καθίσει – θέλοντας και μη – σε Κυριακάτικο τραπέζι; Ποιος δεν έχει παραβρεθεί σε πασχαλινό φεστιβάλ χοληστερίνης και λιπαρών; Η πίστα δυσκολεύει αν είσαι vegan ή καλός υποψήφιος για στεφανιαία νόσο. Το φαγητό, λοιπόν, είναι ένας τρόπος επικοινωνίας και σύνδεσης με άλλους ανθρώπους.

 

Εκτός από την επιβίωση και την κοινωνικοποίηση μέσω του φαγητού, υπάρχει άλλος ένας πολύ σημαντικός λόγος που δρα καταλυτικά τόσο στις διατροφικές συνήθειες όσο και στη σχέση με το φαγητό γενικότερα. Και δεν είναι άλλος από τη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται το άτομο, αν νιώθει καλά ή άσχημα μέσα του. Αν δεν το πιστεύεις, αναλογίσου πόσες φορές ψαχούλεψες στο ψυγείο να βρεις κάτι να τσιμπήσεις επειδή ένιωσες “κάτι να σου λείπει” ενώ ήσουν φαγωμένος/η.

 

Μέσα σε αυτό το πολύπλοκο σύστημα βρίσκουν έδαφος και αναπτύσσονται οι διατροφικές διαταραχές (λχ. ανορεξία, υπερφαγία, βουλιμία κ.α.) είτε ως απόρροια παθολογίας είτε ως αποτέλεσμα συναισθηματικής πείνας. Το να εντοπιστεί μια διατροφική διαταραχή είναι δύσκολη υπόθεση γιατί ακόμα δεν υπάρχει η σωστή ενημέρωση και εξοικείωση του κόσμου με αυτόν τον όρο και πολλές περιπτώσεις δε λαμβάνουν την απαραίτητη στήριξη και καθοδήγηση, αντ’ αυτού δέχονται πυρά και αφορισμούς από το οικείο περιβάλλον, γεγονός που αποθαρρύνει από την αναζήτηση βοήθειας. Αν το άτομο με τη διατροφική διαταραχή είναι και υπέρβαρο, τότε η βοήθειά του, αφού “όλα είναι στο μυαλό του”, είναι “ένας καλοφαγάς που μόνο το φαγητό τον ενδιαφέρει, αλλά αν το “ράψει” θα είναι μια χαρά” και άλλα τέτοια σαφώς χειρότερα διατυπωμένα. Κανονικό μπούλινγκ, δηλαδή.

 

Ένα άτομο με διατροφική διαταραχή υποφέρει όχι μόνο γιατί συχνά δυσκολεύεται να διατηρήσει ένα υγιές βάρος, αλλά κυρίως γιατί αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καθημερινότητά του, γίνεται δηλαδή δυσλειτουργικό. Για παράδειγμα, μπορεί να γνωρίζει ότι μια τροφή του προκαλεί δυσφορία, ωστόσο επιλέγει να την καταναλώσει είτε γιατί είναι μια αγαπημένη γεύση και δεν μπορεί να αντισταθεί είτε γιατί με αυτόν τον τρόπο θέλει να τιμωρήσει τον εαυτό του υπομένοντας τις συνέπειες.

 

Ένα υπερφαγικό άτομο βιώνει τα λεγόμενα υπερφαγικά επεισόδια, κατά τα οποία χάνει την αυτοκυριαρχία και τον έλεγχο, καταναλώνει μεγάλες ποσότητες φαγητού ενώ δεν πεινάει και στη συνέχεια κατακλύζεται από άσχημα συναισθήματα, λχ. ντροπή, τύψεις, και για αυτόν τον λόγο επιλέγει να τρώει κρυφά. Το μοτίβο είναι επαναλαμβανόμενο, ο υπερφαγικός δεν νιώθει καλά με την εικόνα του, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και βρίσκει διέξοδο στο φαγητό σε μια προσπάθεια να ρυθμίσει τα συναισθήματά του, όπως άγχος, ανία, μοναξιά. Συχνά ασχολείται με τη διατροφή πιο σοβαρά, δοκιμάζει δίαιτες και το βάρος του τείνει να παρουσιάζει αυξομειώσεις (φαινόμενο γιογιό), αλλά σύντομα υποτροπιάζει και κάνει εκ νέου επεισόδιο, το οποίο διαδέχονται τα επόμενα, με αποτέλεσμα το άτομο να εγκαταλείψει την προσπάθειά του, αφού νιώθει ότι έχει αποτύχει παταγωδώς. Το υπερφαγικό άτομο “τρώει τα συναισθήματά του”, αν είναι χαρούμενο νιώθει ότι αξίζει να ανταμείψει τον εαυτό του και τρώει μεγάλη ποσότητα από κάτι “απαγορευμένο”, φερ’ ειπείν γλυκά, και όταν τελειώσει το υπερφαγικό επεισόδιο μετανιώνει και καταλαμβάνεται από ενοχές. Αντιστοίχως, όταν είναι στεναχωρημένο/στρεσαρισμένο αναζητά παρηγοριά στο φαγητό και ειδικά σε junk food, τα οποία καταναλώνει σε μεγάλες ποσότητες, και όταν τελειώσει η διαδικασία γεμίζει ενοχές και επικρίνει αυστηρά τον εαυτό του. Συχνά, μετά από ένα επεισόδιο μπορεί να έρθει σύντομα ένα επόμενο που αυτή τη φορά έχει τιμωρητικό χαρακτήρα και έτσι το άτομο αυτοτιμωρείται, βιώνει τα άσχημα συναισθήματα και εξαπολύει δριμύ κατηγορώ ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό, προκαλώντας περαιτέρω δυσφορία, ψυχικό πόνο και χαμηλή αυτοεκτίμηση.

 

Η υπερφαγία συνδέεται και με άλλες ψυχικές διαταραχές, π.χ. κατάθλιψη, όπως επίσης και με άλλες ασθένειες, π.χ. παχυσαρκία, υπέρταση κ.α. Πρόκειται για μία σοβαρή, πολυπαραγοντική κατάσταση που χρήζει διεπιστημονικής προσέγγισης. Το ψυχολογικό υπόβαθρο του υπερφαγικού ατόμου πρέπει να αντιμετωπιστεί από εκπαιδευμένο επαγγελματία με γνώσεις και κατάρτιση στις διατροφικές διαταραχές και αντιστοίχως η διατροφή θα πρέπει να σχεδιαστεί σύμφωνα με τις ανάγκες του. Μια στερητική δίαιτα μόνο θα επιδεινώσει την ήδη δύσκολη ζωή του ατόμου, παρά θα βοηθήσει• σε τέτοιες περιπτώσεις η απώλεια βάρους δεν είναι αυτοσκοπός. Προέχει η συναισθηματική ρύθμιση και η απεξάρτηση από το φαγητό, ο διαχωρισμός της διατροφής για υγεία και επιβίωση από τη διατροφή ως καταφύγιο απέναντι σε συναισθηματικές προκλήσεις.

 

Όπως σε πολλές άλλες περιπτώσεις, έτσι και στις διατροφικές διαταραχές, υπάρχουν βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις που εμποδίζουν τον καθένα να αναζητήσει βοήθεια δίχως να ντρέπεται. Δυστυχώς, το στίγμα της ψυχικής υγείας και της παχυσαρκίας εξακολουθούν να υφίστανται, αν και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει άλματα προόδου τόσο ως προς την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κόσμου όσο και ως προς τις μεθόδους αντιμετώπισής τους.

 

Η επιστήμη είναι με το μέρος μας, μη ντρέπεσαι.

 

Υπάρχει τρόπος. Υπάρχει λύση.

Συντάκτης: Σοφία Τρέπα