Η απώλεια ενός σκύλου αφήνει πίσω της μια σιωπή που δε μοιάζει με καμία άλλη. Είναι μια σιωπή που βαραίνει, που στέκει ανάμεσα στους τοίχους και που θυμίζει κάθε στιγμή πως κάτι πολύτιμο χάθηκε. Το σπίτι δεν αδειάζει απλώς, αλλά αλλάζει μορφή. Οι γνωστοί ήχοι που άλλοτε περνούσαν απαρατήρητοι, όπως τα βήματα, το τρίξιμο της πόρτας, η καρέκλα που μετακινείται, μετατρέπονται σε ηχώ που χτυπά πάνω στην ευάλωτη καρδιά εκείνων που έμειναν πίσω. Γιατί ένα σκυλί δε γεμίζει μόνο τον χώρο με ζωή, γεμίζει και τις σιωπές με νόημα.

Η απουσία του γίνεται αισθητή σαν κάτι που κόπηκε βίαια, αφήνοντας πίσω του μια αόρατη πληγή. Στην καθημερινότητα, η απώλεια δε φωνάζει μα ψιθυρίζει. Ψιθυρίζει όταν το χέρι κατεβαίνει μηχανικά προς το σημείο όπου κάποτε στεκόταν μια ράχη για χάδια. Όταν το βλέμμα κατευθύνεται αυτόματα προς την πόρτα, περιμένοντας έναν ενθουσιώδη χαιρετισμό που δε θα έρθει ποτέ ξανά. Όταν το μπολ μένει άδειο, όχι επειδή περιμένει τροφή, αλλά επειδή δεν υπάρχει πια εκείνος που το δικαιούται.

Ο θάνατος ενός σκύλου είναι μια απώλεια που δεν μπορεί εύκολα να εξηγηθεί σε όσους δεν έχουν ζήσει αυτή την ιδιαίτερη σχέση. Δεν πρόκειται για την απώλεια ενός ζώου, αλλά για την απουσία ενός συντρόφου που στάθηκε σε κάθε στιγμή, χωρίς εγωισμούς, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς κρυφές προθέσεις. Ο σκύλος βλέπει τον άνθρωπο όπως κανένας άλλος: με θαυμασμό, με εμπιστοσύνη και με πίστη. Το βλέμμα του έχει μια γαλήνη που διαπερνά ακόμη και τις πιο δύσκολες μέρες, μια παρουσία που αρκεί για να σβήσει φόβους. Και όταν αυτή η παρουσία σβήσει, ο κόσμος παγώνει για λίγο.

Το πένθος για έναν σκύλο έχει τη δική του μορφή, συχνά πιο σιωπηλή αλλά εξίσου βαθιά με κάθε άλλη μορφή απώλειας. Κανένα δάκρυ δεν πρέπει να θεωρείται υπερβολικό. Η καρδιά άλλωστε δεν κάνει τέτοιους διαχωρισμούς. Γνωρίζει μόνο πως κάτι αγαπημένο έφυγε. Και αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να γονατίσει ακόμη και τον πιο δυναμικό άνθρωπο. Τα σημάδια της απουσίας κυριεύουν την καθημερινότητα: το κενό σημείο στη γωνία του καναπέ, το λουράκι που μένει κρεμασμένο δίχως σκοπό, οι τρίχες που βρίσκονται σε όλο το σπίτι και πλέον δεν ενοχλούν… αντίθετα, γίνονται απόδειξη ότι μια ζωή υπήρξε εκεί. Εκεί όπου τώρα υπάρχει ακινησία, κάποτε υπήρχε ενέργεια. Εκεί όπου τώρα επικρατεί σιωπή, κάποτε υπήρχε χαρά που εκδηλωνόταν σε κάθε κούνημα τριχωτής ουράς. Κι όμως, μέσα σε αυτό το σκοτάδι, υπάρχει μια παράξενη μορφή φωτός που λέγεται μνήμη.

Η μνήμη τουλάχιστον δε σβήνει, δεν ξεθωριάζει, δεν υποχωρεί. Κάθε στιγμή που μοιράστηκες με έναν σκύλο παραμένει ζωντανή. Κάθε παιχνίδι, κάθε βόλτα, κάθε νύχτα που ένα ζεστό τριχωτό σώμα κουλουριάστηκε στα πόδια κάποιου ανθρώπου, επιβιώνει σαν ένας μικρός θησαυρός που δεν μπορεί να αφαιρεθεί. Και όσο η μνήμη ζει, η απουσία μεταμορφώνεται. Δεν παύει να πονά, αλλά ο πόνος μετατρέπεται σε γλυκύτητα — μια γλυκύτητα που υπενθυμίζει πως αυτή η σχέση άξιζε κάθε στιγμή.

Ο κόσμος συνεχίζει να κινείται, αλλά για ένα διάστημα μοιάζει ξένος. Η ρουτίνα που κάποτε στρεφόταν γύρω από μικρά καθημερινά πράγματα, ξαφνικά χάνει τον λόγο ύπαρξής της. Και τότε, το μόνο που μένει είναι η προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το κενό. Κάθε άνθρωπος το αντιμετωπίζει διαφορετικά: άλλοι κλείνονται στη σιωπή τους, άλλοι μιλούν γι’ αυτό για να πάρουν δύναμη. Άλλοι χρειάζονται μήνες μα και άλλοι χρόνια. Δεν υπάρχει σωστός τρόπος ούτε χρόνος. Υπάρχει μόνο ο ανθρώπινος.

Όμως ένα είναι βέβαιο: ένας σκύλος δε φεύγει ποτέ πραγματικά. Αφήνει πίσω του ένα αποτύπωμα τόσο βαθύ, που κανένας χρόνος δεν μπορεί να το σβήσει. Αφήνει πίσω του στιγμές, αναμνήσεις, μαθήματα πίστης και αγάπης που πολλοί άνθρωποι δεν καταφέρνουν να διδάξουν σε ολόκληρη ζωή. Αφήνει πίσω του μια κληρονομιά συναισθημάτων που παραμένουν για πάντα.

Όταν το σπίτι σωπάσει, όταν η πόρτα ανοίξει και κανένα πατουσάκι δεν τρέξει να υποδεχτεί τον άνθρωπο που επιστρέφει, όταν το κρεβάτι μείνει άδειο και ο καναπές απλωμένος, τότε γίνεται φανερό πόσο πολύ επηρέασε ένα μικρό τετράποδο πλάσμα την ανθρώπινη ζωή. Και τότε επικρατεί μια βαθιά, βουβή ευγνωμοσύνη για όλα όσα προσφέρθηκαν χωρίς να ζητηθεί τίποτα.

Γιατί ένας σκύλος δε δίνει απλά αγάπη. Διδάσκει τι σημαίνει αφοσίωση, τρυφερότητα, ανιδιοτέλεια. Και όταν φεύγει, ο κόσμος μοιάζει πιο φτωχός αλλά η καρδιά όσων τον αγάπησαν γίνεται πιο πλούσια. Έστω κι αν χρειαστεί χρόνος για να το αντιληφθούν.

Και κάπως έτσι, μέσα στη σιωπή που μένει, συνεχίζει να ανασαίνει μια αγάπη που δεν παύει ποτέ.

 

Συντάκτης: Μαρία Τσιρώνη