Πόσες φορές άκουσες το «σ’ αγαπώ» την ώρα που ετοιμαζόσουν να φύγεις; Αυτά τα «σ’ αγαπώ» χωρίς συναίσθημα, που λέγονται όταν όλα είναι έτοιμα να διαλυθούν, σαν σωσίβιο σωτηρίας σε μια σχέση που βουλιάζει. Σαν ένα παυσίπονο που για λίγο ανακουφίζει τον πόνο, αλλά δε θεραπεύει την «ασθένεια». Κι εσύ, ίσως, ήξερες μέσα σου ότι δεν ήταν αρκετό. Ναι, το άκουσες, αλλά το ένιωσες; Ήταν αληθινό ή απλώς μια λέξη για να σε κρατήσουν εκεί που δεν ήθελες πια να είσαι;

Τα καταλαβαίνεις, τα μυρίζεσαι στην ατμόσφαιρα. Δεν έχουν ειλικρίνεια μέσα τους, δεν έχουν πάθος. Έχουν μόνο φόβο, ανάγκη για έλεγχο και χειραγώγηση. Σκοπός τους είναι να μείνεις, να κρατηθείς δέσμιος σε μία ξεθωριασμένη σχέση μόνο και μόνο γιατί η άλλη πλευρά δεν μπορεί να αντέξει ότι σε χάνει. Ότι δε σε κουμαντάρει πλέον, δεν μπορεί άλλο να σε κρατάει. Και ίσως να γύρισες μετά από μια τέτοια φράση, ακόμη κι αν ήξερες πως δε φτάνει. Είναι σαν ένα χρυσό κλουβί, που φαίνεται όμορφο απ’ έξω, αλλά αν μπεις μέσα φυλακίζεσαι. Νιώθεις ασφάλεια για λίγο, αλλά ταυτόχρονα νιώθεις πνιγμένος, περιορισμένος, αβοήθητος.

Η αληθινή αγάπη όμως δε φυλακίζει· ελευθερώνει. Σου δίνει φτερά να πετάξεις, δύναμη να παλέψεις, και τη νιώθεις παντού. Σε όλο το κορμί σου, με όλες τις αισθήσεις σου. Δε φωνάζει για να κάνει εντύπωση· φαίνεται στα απλά, τα καθημερινά. Σε κάθε μικρή ή μεγάλη πράξη. Γιατί οι πράξεις είναι που δείχνουν τα αληθινά συναισθήματα, όχι οι λέξεις. Οι λέξεις ειπώνονται και φεύγουν. Και πολλές φορές πηγάζουν από την ανάγκη του ατόμου για επιβεβαίωση, για επιβολή. Ίσως από φόβο μοναξιάς ή αποτυχίας. Δεν έχουν όμως καμία σημασία μόνες τους. Είναι σαν φάρος χωρίς φως· δείχνει κάτι, αλλά ποτέ δεν οδηγεί στην ακτή.

Όλοι κάποια στιγμή ίσως ακούσαμε αυτές τις μαγικές λέξεις για τους λάθος λόγους. Ξέρεις, μετά από έναν τσακωμό, όταν ήδη είχες ακούσει λόγια βαριά και προσβολές που πλήγωσαν. Και είχες μείνει εκεί, με ένα μούδιασμα να σε κυριεύει και την αγανάκτηση να σε πνίγει. Ή μετά από απιστία και κοροϊδία. Όταν τα κατάλαβες όλα και είπες «τέλος, ως εδώ». Ή ακόμη χειρότερα μετά από ψυχολογική ή σωματική κακοποίηση. Εσύ προσπαθούσες να βρεις δύναμη να φύγεις, αλλά ήρθε ένα «σ’ αγαπώ», μια «συγγνώμη» και σε κράτησε πάλι εκεί. Ήταν η τελευταία σανίδα σωτηρίας του «κυνηγού» για να μη χάσει το «θήραμα». Ένας τρόπος να θολώσει τα νερά και να σε πείσει ότι όλα όσα κάνει είναι από αγάπη και όλα τα άλλα απλώς μια κακή στιγμή. Μόνο που όταν οι “κακές” στιγμές γίνονται καθημερινότητα, μόνο για αγάπη δε μιλάμε.

Πόσο προσβλητικό, πόσο υποτιμητικό και αναξιοπρεπές. Να χρησιμοποιεί κάποιος τόσο όμορφα λόγια, που κρύβουν μέσα τους τόσα συναισθήματα, για να κατευθύνει τα πράγματα όπου τον βολεύουν. Ευτελίζει την αξία τους, την ουσία τους και τον ίδιο τον εαυτό του. Κι εσύ προσπαθείς  να τα πιστέψεις, επειδή φοβάσαι να φύγεις, επειδή ίσως σου έχουν περάσει ότι δε θα βρεις και καλύτερα.

Εσύ όμως τι κάνεις γι’ αυτό; Πιστεύεις όντως ότι δεν υπάρχει κάτι πιο όμορφο εκεί έξω; Γιατί μένεις και δέχεσαι την ψεύτικη αγάπη τους; Σε έπεισαν μάλλον ότι δεν αξίζεις την αληθινή. Τα κατάφεραν! Γνωρίζεις όμως καλά πως αυτό είναι ένα ψέμα, μια πλαστή πραγματικότητα. Γνωρίζεις καλά πως έχεις κάθε δικαίωμα να βιώσεις την αγάπη σε κάθε κύτταρό σου, ολοκληρωτικά. Σε φόβισαν όμως, και δεν τολμάς πια να την αναζητήσεις. Αλλά αυτή είναι εκεί και σε περιμένει υπομονετικά.

Γιατί η αληθινή αγάπη έχει υπομονή και επιμονή, σε στηρίζει όταν κάνεις λάθη, δε σε κρίνει, δε σε περιορίζει. Σε εμπνέει να γίνεις καλύτερος, να εμπιστευτείς, να αφεθείς. Μην αφήνεις άλλο ψεύτικα «σ’ αγαπώ» να σε κρατούν. Ξέρεις καλά ότι η αγάπη που δικαιούσαι δίνει φτερά και φως, όχι δεσμά. Άφησε τον εαυτό σου ελεύθερο να τη βρει. Όταν τη συναντήσεις, θα νιώσεις να ανθίζεις, να πετάς. Όχι γιατί κάποιος σου είπε «σ’ αγαπώ», αλλά γιατί στο έδειξε. Και πίστεψέ με, έχει μεγάλη διαφορά!

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Παπαθανασίου