«Όταν περνάει χρόνο με τους φίλους του/φίλες της, αισθάνομαι το στομάχι μου να γίνεται κόμπος και το κεφάλι μου να είναι έτοιμο να σπάσει». Αν αυτή είναι μία πρόταση που έχεις σκεφτεί κι οι αντιδράσεις αυτές φαντάζουν οικείες, τότε να ξέρεις, δεν είσαι ο μόνος.
Το πρόβλημα είναι τόσο κοινό, που ακόμη και η επιστήμη της ψυχολογίας έχει ασχοληθεί με αυτό. Ναι, η ζήλια σε μια σχέση, δυστυχώς, δεν περιορίζεται μόνο στον φόβο απιστίας. Υπάρχει κι ένα άλλο, πιο ύπουλο είδος. Αυτό που οι Guerrero & Afifi, σε μελέτη τους το 1998, ονόμασαν rivalry. Δηλαδή, η ζήλια προς τα φιλικά πρόσωπα του συντρόφου, τους κολλητούς του ή τις κολλητές της.
Η ζήλια αυτή έρχεται σχεδόν καθημερινά. Τις ώρες που μιλάει μαζί τους στο τηλέφωνο ή παίζει μαζί τους ένα παιχνίδι στον υπολογιστή. Τις ώρες που έχει βγει για ποτό ή έχει πάει μια εκδρομή. Είναι αυτές οι στιγμές που, ενώ ένα λογικό κομμάτι σου σού λέει ότι είναι απόλυτα λογικό και υγιές να περνάει χρόνο και με άλλους, ένα άλλο διαφωνεί. Είναι αυτές οι σκέψεις που έρχονται βίαια κι ακαριαία και σου λένε πως δεν είσαι ασφαλής. Κι αν με τους φίλους του παρασυρθεί; Κι αν τους λέει πράγματα που σε εμένα δεν εμπιστεύεται; Κι αν περνάει τόσο καλά μαζί τους που με ξεχάσει;
Είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την ερωτική ζήλια. Εδώ, αυτό που ζηλεύεις δεν είναι μήπως ο/η σύντροφος ποθήσει κάτι άλλο. Εδώ, φοβάσαι ότι δεν είσαι προτεραιότητα. Ότι απολαμβάνει στιγμές με άλλα άτομα πέρα από εσένα και ότι ίσως αυτά τα άτομα τον/την ξέρουν καλύτερα. Βλέπεις, όταν μπαίνουμε σε σχέσεις, οι άνθρωποι, μας κυριεύει μία αδιανόητη κτητικότητα. Ξεχνάμε ότι ο άνθρωπος που έχουμε δίπλα μας είχε μια ζωή πριν από εμάς. Έχει γύρω του οικογένεια, φίλους και άτομα που αγαπάει και τον αγαπούν. Θέλουμε, ξαφνικά, να γίνουμε το κέντρο του κόσμου. Μόνο με εμάς να περνάει καλά, μόνο σε εμάς να εκμυστηρεύεται τα πάντα. Οτιδήποτε άλλο φαντάζει τρομακτικό, απειλητικό.
Είναι μια λανθασμένη εικόνα που μας έχει περαστεί, ότι οι σύντροφοι πρέπει να είναι ένα- κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ότι έτσι είναι οι σχέσεις. Είσαι εσύ και ο άλλος, οι υπόλοιποι περνάνε σε δεύτερη μοίρα. Ή ίσως ενυπάρχει κι εδώ μια τεράστια ανασφάλεια για τη δική μας αξία. Φοβόμαστε ότι όσο πιο κοντά είναι με τους φίλους του/φίλες της, τόσο περισσότερο θα καταλαβαίνει ότι εμείς δεν είμαστε και τίποτα σπουδαίο. Ότι δεν προσφέρουμε πολλά. Κι αυτό είναι δικό μας, εντελώς. Ποιος είπε ότι δεν μπορείς να αγαπάς και να περνάς υπέροχα με τον σύντροφό σου, ενώ παράλληλα να κάνεις πράγματα και με τους φίλους σου;
Κι όμως, αυτό το συναίσθημα έρχεται και ξανάρχεται κάθε φορά που είναι μαζί τους. Τρομάζουμε στη σκέψη πως έχει τέτοια εγγύτητα και οικειότητα με άλλα πρόσωπα. Μας παραλύει το σενάριο να είναι μαζί τους πραγματικά ο εαυτός του/της, ενώ με εμάς να κρατάει άμυνες. Θεωρούμε πως εμείς, αυτόματα, πέφτουμε από το βάθρο και ερχόμαστε δεύτεροι στην κατάταξη. Λες και οι σχέσεις είναι διαγωνισμός με νικητές και ηττημένους.
Υπάρχει τρόπος να απεμπλακούμε από αυτό; Φυσικά. Όπως κάθε τι, θέλει και αυτό δουλειά. Αρχικά, προσωπική. Να μάθουμε να εκτιμάμε τον εαυτό μας για αυτό που είναι. Να τον αγαπάμε και να τον θεωρούμε αρκετό. Μόνο έτσι θα σταματήσουμε να αισθανόμαστε απειλή από οποιονδήποτε άλλον. Έπειτα, θέλει και πολλή επικοινωνία με τον/την σύντροφό μας. Να μιλήσουμε ανοιχτά για τους φόβους και τις σκέψεις μας, να συζητήσουμε για όλα αυτά τα απίθανα σενάρια που πλάθει το μυαλό μας. Να διασφαλίσουμε πως ο/η σύντροφός μας είναι εκεί για εμάς, ακόμη κι αν έχει φίλους και τους αγαπάει. Πως ο έρωτας από τη φιλία είναι κάτι εντελώς ξεχωριστό και δε χρειάζεται να απειλεί το ένα το άλλο. Μπορούν απλώς να συνυπάρχουν.
Έτσι θα μπορέσουμε, σιγά-σιγά, να βάλουμε όρια στη ζήλια μας, να τη διαχειριστούμε– ακόμη κι αν δε φύγει εντελώς. Γιατί στον έρωτα, κακά τα ψέματα, πάντα θα υπάρχει λίγη ζήλια, λίγη ανάγκη για αποκλειστικότητα. Αρκεί να θυμόμαστε ότι είναι εντάξει να μοιραζόμαστε τον άνθρωπό μας. Όχι γιατί μας περισσεύει η αγάπη, αλλά γιατί η αληθινή αγάπη δε φοβάται τον ανταγωνισμό.
