Σκέψου ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνεις όταν γυρνάς σπίτι και είσαι μόνος. Μήπως ανοίγεις την τηλεόραση ή βάζεις να παίζει μουσική πριν καλά καλά βγάλεις τα ρούχα σου;
Αν η απάντησή σου είναι ναι, τότε μείνε μαζί μου και πάμε να μιλήσουμε για την επονομαζόμενη “sedatephobia”. Το όνομά της προέρχεται από τη λατινική λέξη “sedatus”, που σημαίνει ησυχία ή ηρεμία, και αφορά τον φόβο που έχει ένα άτομο να μείνει σε έναν χώρο όπου επικρατεί απόλυτη σιωπή. Στα ελληνικά, θα μπορούσαμε να την αποδώσουμε ως “σύνδρομο του ήσυχου δωματίου”, αν και δεν πρόκειται για επιστημονικά δόκιμο όρο.
Πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από αυτή τη φοβία, καθώς η ησυχία τους προκαλεί έντονη δυσφορία, παντού: στο σπίτι, στη δουλειά, σε δημόσιους χώρους. Σκέψου, για παράδειγμα, να βρίσκεσαι σε μια βιβλιοθήκη όπου το μόνο που ακούγεται είναι οι σελίδες των βιβλίων να γυρίζουν. Κι ενώ θεωρητικά αυτό θα έπρεπε να σε ηρεμεί, ξαφνικά νιώθεις την καρδιά σου να χτυπά δυνατά και το σώμα σου να παραλύει.
Ένα βασικό αίτιο είναι ότι η σιωπή στον εξωτερικό χώρο, συχνά φέρνει εσωτερική “φασαρία”. Χωρίς περισπασμούς, το μυαλό κατακλύζεται από σκέψεις, φόβους, ανασφάλειες και άγχη. Το σώμα αντιλαμβάνεται απειλή, ακόμα κι αν δεν υπάρχει καμία πραγματική. Έτσι, η ανάγκη να ακουστεί κάποιος εξωτερικός ήχος λειτουργεί σαν άμυνα – αποσπά την προσοχή και προσφέρει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας.
Δεν είναι όμως πάντα τόσο απλό. Σε πολλές περιπτώσεις, η σιωπή έχει συνδεθεί με τραυματικές εμπειρίες ή δύσκολες αναμνήσεις. Άλλες φορές, είναι θέμα οικειότητας: άτομα που μεγάλωσαν σε θορυβώδη σπίτια, νιώθουν άβολα με την ηρεμία γιατί απλώς δεν την έμαθαν ποτέ.
Σημαντικό ρόλο παίζει και το πολιτισμικό πλαίσιο. Σε κάποιες κουλτούρες η σιωπή θεωρείται ένδειξη σεβασμού και σοφίας, ενώ σε άλλες μεταφράζεται ως αμηχανία, έλλειψη επικοινωνίας ή ακόμη και συναισθηματική απόσταση. Έτσι, για κάποιους είναι απλώς άβολο να επικρατεί ησυχία, ενώ για άλλους είναι πραγματική απειλή – τόσο έντονη που μπορεί να προκαλέσει κρίσεις πανικού.
Η σιωπή για ορισμένα άτομα γίνεται συνώνυμη της μοναξιάς. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που χρειάζονται συνεχώς ήχους γύρω τους για να κοιμηθούν ή που ζητούν από τους ανθρώπους του σπιτιού τους να κάνουν φασαρία, μόνο και μόνο για να νιώσουν ασφάλεια. Όταν η ησυχία φέρνει μαζί της τον φόβο ότι κάτι δεν πάει καλά ή ότι «κάτι θα γίνει», τότε μιλάμε για μια βαθύτερη φοβία που ξεπερνά τη δυσφορία και αγγίζει τη συναισθηματική ασφάλεια.
Προσπαθώντας να την αντιμετωπίσουν, πολλοί αποφεύγουν δραστηριότητες όπως το κάμπινγκ, ο διαλογισμός ή ο χρόνος με τον εαυτό τους. Ενώ στην καθημερινότητά τους, μπορεί να έχουν συνεχώς ανοιχτή την τηλεόραση, ακόμα κι αν δεν παρακολουθούν, ή να ακούν μουσική απλώς για να υπάρχει κάποιος ήχος στον χώρο.
Αν και αυτές οι συμπεριφορές προσφέρουν μια προσωρινή ανακούφιση, στην πραγματικότητα ενισχύουν τον φαύλο κύκλο. Το άτομο δεν ηρεμεί ποτέ ουσιαστικά, ζει συνεχώς μέσα σε έναν θόρυβο και απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις σκέψεις του, αλλά και από τον ίδιο του τον εαυτό. Καταλήγει να κρύβει κάθε εσωτερική ενόχληση κάτω από το χαλί, χάνοντας την ευκαιρία να αντιμετωπίσει αυτά που το βαραίνουν.
Αν όλα τα παραπάνω σου φαίνονται οικεία, τότε ίσως ήρθε η στιγμή να το δουλέψεις. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει να καταλάβεις από πού πηγάζει αυτός ο φόβος και να βρεις τρόπους να τον διαχειριστείς. Ένας ειδικός ψυχικής υγείας μπορεί να σε στηρίξει με εργαλεία και τεχνικές για να ανακτήσεις την ηρεμία σου.
Θυμήσου: η σιωπή δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή – είναι ουδέτερη. Μπορεί να γίνει ευκαιρία για ξεκούραση, ενδοσκόπηση και σύνδεση με τον εαυτό σου. Αν της δώσεις χώρο, μπορεί τελικά να σε φέρει πιο κοντά σε αυτό που φοβάσαι να ακούσεις – αλλά χρειάζεται ν’ ακουστεί
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη
