Υπάρχουν έρωτες που έρχονται σαν κατακλυσμός, χωρίς προειδοποίηση. Σε βρίσκουν στη μέση ενός άδειου καλοκαιριού ή στην άκρη μιας χειμωνιάτικης απόγνωσης και σε ρίχνουν με τα μούτρα στο «μαζί» πριν καν προλάβεις να μάθεις το όνομα του άλλου καλά-καλά. Κι ύστερα υπάρχουν οι άλλοι έρωτες. Αυτοί που ήρθαν τη λάθος στιγμή.
Δε φταίει κανείς. Δεν υπάρχει προδοσία, δεν υπάρχει παιχνίδι, δεν υπάρχει απάτη. Υπάρχει μια ξεκάθαρη, αμοιβαία, βαθιά αγάπη που έσκασε σε μια στιγμή που η ζωή ήταν ήδη γεμάτη. Ή ραγισμένη. Ή σε μετάβαση. Εκείνος έχει μόλις φύγει απ’ τη χώρα. Εκείνη ξεκινά ένα μεταπτυχιακό που δεν αφήνει χώρο για τίποτα άλλο. Κάποιος χτίζει τον εαυτό του από το μηδέν. Κάποιος άλλος παλεύει να σταθεί όρθιος μετά από μια μεγάλη απώλεια.
Και οι δύο κοιτάζονται με εκείνο το βλέμμα που μοιάζει να λέει «αν ήμασταν άλλοι, αλλού, σε άλλο καιρό…» και σιωπούν, γιατί καμιά φορά η σιωπή λέει περισσότερα.
Μα γιατί να είναι «λάθος» στιγμή όταν η αγάπη είναι αληθινή;
Γιατί ο χρόνος έχει βαρύτητα. Ο χρόνος είναι το έδαφος στο οποίο φυτεύονται οι σχέσεις. Και αν το έδαφος είναι ξηρό, γεμάτο πέτρες, ή ακόμα σε διαδικασία ανασκαφής τίποτα δε ριζώνει. Ακόμα κι αν το σπόρο τον έχεις αγαπήσει από την πρώτη στιγμή. Ο έρωτας τη λάθος στιγμή είναι μια σιωπηλή συμφωνία ανάμεσα σε δύο ψυχές που ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν. Είναι ο πίνακας που δεν τελείωσε ποτέ. Το τραγούδι που έμεινε στη μέση. Το γράμμα που γράφτηκε αλλά δε στάλθηκε. Και πονάει – ακριβώς επειδή δεν τελείωσε άσχημα. Πονάει γιατί δεν ήταν ψέμα. Πονάει γιατί υπάρχει ακόμα κάτι ανάμεσα στους δύο, ένα νήμα άφθαρτο που δεν κόβεται εύκολα. Και όσο και να θες να συνεχίσεις, αυτό το «αν» σε στοιχειώνει.
Πώς διαχειρίζεσαι κάτι τέτοιο;
Με σεβασμό. Με θάρρος. Με τρυφερότητα. Δεν προσποιείσαι ότι δε συνέβη. Δεν το θάβεις. Το αναγνωρίζεις, το τιμάς, του μιλάς. Αν χρειαστεί, γράφεις γι’ αυτό ή τραγουδάς ή φωνάζεις ή μένεις ξύπνιος μέχρι τα ξημερώματα και του δίνεις χώρο μέσα στο χάος σου. Και κυρίως, δεν κατηγορείς κανέναν ούτε τον άλλον, ούτε εσένα, ούτε τον χρόνο. Μερικά πράγματα δεν ευθυγραμμίζονται. Δεν είναι λάθος αυτό. Είναι ανθρώπινο. Κάποιοι έρωτες έρχονται για να σε ταράξουν, όχι για να μείνουν. Έρχονται να σου μάθουν ότι ακόμα μπορείς να νιώσεις, ότι δεν έχεις παγώσει εντελώς. Ότι υπάρχει κάτι μέσα σου που θυμάται πώς να θέλει, πώς να δίνεται, πώς να αγαπά.
Κι αυτό είναι θησαυρός, ακόμη κι αν δεν κράτησε.
Κι αν ξανασυναντηθούμε;
Ίσως μια μέρα, μετά από χρόνια, σε μια άλλη πόλη, σε ένα καφέ που παίζει μουσική που κάποτε αγαπούσατε, να ξαναβρεθείτε. Ίσως να έχει αλλάξει το έδαφος τότε. Ίσως το timing να είναι σωστό. Αλλά αυτό δεν είναι εγγύηση. Και δεν πρέπει να ζεις περιμένοντάς το. Ο έρωτας που ήρθε τη λάθος στιγμή δεν πρέπει να γίνει το άγαλμα που λατρεύεις για πάντα. Πρέπει να γίνει γλυκιά ανάμνηση. Ένα ποίημα που έγραψες με καρδιά και άφησες πίσω για να προχωρήσεις.
Στην τελική, δεν είναι όλες οι αγάπες για να τις ζήσουμε. Μερικές είναι για να τις νιώσουμε. Και κάποιες άλλες για να τις θυμόμαστε. Και ίσως, αν είσαι τυχερός, να τις κάνεις τέχνη. Ή να τις αφήσεις να γίνουν κομμάτι του ποιον αγαπάς από εδώ και πέρα. Γιατί η αγάπη ακόμα και όταν έρχεται τη λάθος στιγμή είναι πάντα ένας καθρέφτης. Που σου δείχνει όχι μόνο ποιος είναι ο άλλος, αλλά ποιος γίνεσαι εσύ όταν αγαπάς.
Κι αυτό, από μόνο του, αξίζει.
