Τα απογεύματα της Κυριακής έχουν μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα. Δεν έχουν την ανυπομονησία της Παρασκευής, ούτε την έξαψη του Σαββάτου. Είναι πιο γήινα, πιο αργά, σαν να κατεβάζει ο κόσμος στροφές και να σου λέει: «Στάσου, κοίταξε λίγο γύρω σου». Και τότε αρχίζεις να βλέπεις εκείνες τις μικρές χαρές που κάνουν τη διαφορά.

Η πρώτη χαρά είναι η παύση. Η αίσθηση ότι μπορείς να αράξεις στον καναπέ, χωρίς βιασύνη, χωρίς προθεσμίες. Να σκεπαστείς με μια κουβέρτα, να κρατήσεις ένα ζεστό φλιτζάνι και να ξεφυλλίσεις το βιβλίο που άφησες μισό. Ή να μην κάνεις τίποτα, να κοιτάς απλώς το φως που αλλάζει στον τοίχο. Είναι μια σπάνια πολυτέλεια, γιατί όλη την εβδομάδα νιώθεις κυνηγημένος από το ρολόι.

Η δεύτερη χαρά είναι το φαγητό που περίσσεψε από το μεσημέρι. Δε χρειάζεται να μαγειρέψεις, μόνο να ζεστάνεις το πιάτο και να γευτείς ξανά εκείνη τη γνώριμη γεύση που μοσχοβόλησε το σπίτι. Ένα κομμάτι πίτα, λίγο ψητό με λεμόνι γίνονται πιο γλυκά όταν τα τρως με την άνεση του απογεύματος. Αυτές οι μικρές «δεύτερες μερίδες» είναι σαν μια αγκαλιά που επαναλαμβάνεται.

Τρίτη χαρά: οι δρόμοι. Αν βγεις μια βόλτα, θα δεις την πόλη με άλλα μάτια. Ο ήλιος έχει χαμηλώσει και μια ήρεμη κίνηση απλώνεται παντού. Ένα παιδί κάνει τις τελευταίες βόλτες με το ποδήλατο, ένα σκυλάκι τρέχει μπροστά απ’ το αφεντικό του, τα καφέ γεμίζουν με κουβέντες που κλείνουν την εβδομάδα. Κι εσύ περπατάς χωρίς προορισμό, απλώς για να αναπνεύσεις τον αέρα που είναι πιο δροσερός και καθαρός.

Τέταρτη χαρά: οι μικρές δουλειές που κλείνουν κύκλους. Ένα πλυντήριο που μπαίνει, ένα δωμάτιο που τακτοποιείται, μια τσάντα που ετοιμάζεται για το σχολείο ή τη δουλειά. Δεν είναι αγγαρεία, είναι τελετουργία. Σαν να φτιάχνεις το έδαφος για να πατήσεις γερά στη νέα εβδομάδα. Υπάρχει κάτι καθησυχαστικό σε αυτή τη διαδικασία, σαν να λες στον εαυτό σου: «Όλα μπαίνουν στη θέση τους».

Πέμπτη χαρά: οι άνθρωποι. Ένα τηλεφώνημα σε φίλο που είχες καιρό να μιλήσεις, μια κουβέντα με τη μαμά που κρατάει περισσότερο απ’ όσο περίμενες ή το παιδί σου να σου μιλάει για κάτι που το απασχολεί. Αυτές οι συζητήσεις, που δεν έχουν ρολόι και δε βιάζονται, είναι η καρδιά του απογεύματος. Μικρά κομμάτια αλήθειας που μοιράζεσαι χωρίς να το έχεις προγραμματίσει.

Και μετά έρχεται η έκτη χαρά: η σιωπή. Εκείνη η στιγμή που όλα γλυκαίνουν. Ο ουρανός παίρνει χρώματα που αλλάζουν κάθε λεπτό, από ροζ σε πορτοκαλί και μετά σε βαθύ μπλε. Τα φώτα στα σπίτια αρχίζουν να ανάβουν, και μια ηρεμία σκεπάζει τα πάντα. Είναι η σιωπή που δε βαραίνει, αλλά σε γεμίζει. Σου θυμίζει ότι, παρ’ όλο που η εβδομάδα τρέχει ασταμάτητα, υπάρχουν στιγμές που μπορείς να σταθείς.

Ίσως λοιπόν οι Κυριακές το απόγευμα να μην είναι μελαγχολικές, όπως συνηθίζουμε να τις λέμε. Ίσως να είναι απλώς πιο ειλικρινείς. Μας δείχνουν ότι η ζωή δε χρειάζεται μεγάλες εντάσεις για να έχει νόημα· αρκούν οι μικρές χαρές: ένα πιάτο ζεστό φαγητό, ένας περίπατος, μια συζήτηση, το φως που σβήνει αργά.

Την επόμενη φορά που θα σε τυλίξει εκείνη η αίσθηση «τελειώνει το Σαββατοκύριακο», δοκίμασε να τις μετρήσεις. Είναι περισσότερες απ’ όσες φαντάζεσαι. Και τότε θα καταλάβεις πως η Κυριακή δεν είναι προάγγελος της Δευτέρας, αλλά ένα δώρο που επαναλαμβάνεται κάθε εβδομάδα…..αρκεί να θυμάσαι να το ανοίγεις.

Συντάκτης: Σοφία Γεωργούλα
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη