Σου έχει τύχει ποτέ να έρθει στη ζωή ένας έρωτας χωρίς να φέρει μαζί του καταιγίδα; Να έρθει αθόρυβα, φυσικά, σχεδόν δειλά, σαν να μη θέλει να σε τρομάξει. Να έχει την απαλότητα του σπιτιού. Ακριβώς αυτές οι σχέσεις είναι που ξεκλειδώνουν τα πιο βαθιά δωμάτια του εαυτού μας, εκείνα που δεν ξέραμε καν ότι υπήρχαν.

Μια ασφαλής αγάπη έχει έναν τρόπο να φωτίζει πράγματα που κουβαλούσαμε χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Είναι σαν να ανάβει ένα μικρό, σταθερό φως μέσα μας, και ξαφνικά βλέπουμε τις γωνιές που τόσα χρόνια μάθαμε να αποφεύγουμε. Όχι επειδή θέλαμε, αλλά επειδή κάποτε δεν είχαμε χώρο να τις κοιτάξουμε.

Στην ψυχολογία της προσκόλλησης υπάρχει η έννοια του ασφαλούς δεσίματος, όχι με την έννοια της τελειότητας, αλλά της συνέπειας. Ένας άνθρωπος που δε μας μπερδεύει, που δεν πετάει ψίχουλα, που δε μας σπρώχνει να τρέχουμε πίσω του. Ένας άνθρωπος που είναι εκεί, όχι με κάποιον εντυπωσιακό τρόπο, αλλά με έναν ήσυχο, αξιόπιστο τρόπο. Αυτό το περιβάλλον, όσο απλό κι αν ακούγεται, είναι αυτό που μας μεταμορφώνει. Ο εγκέφαλος που τόσα χρόνια είχε μάθει να λειτουργεί σε κατάσταση επιφυλακής, ξαφνικά παίρνει το σήμα ότι δεν κινδυνεύει.

Όταν ένας άνθρωπος σταματήσει να παλεύει για να υπάρξει, τότε αρχίζει πραγματικά να αποκαλύπτεται. Και ακριβώς εκεί, σε αυτή τη γαλήνη, εμφανίζονται τα παλιά μας μοτίβα. Συμπεριφορές, σκέψεις και μικρές ταραχές που δεν ταιριάζουν στο τώρα. Μια υπερευαισθησία στην καθυστέρηση ενός μηνύματος. Ένα σφίξιμο όταν ο άλλος δείχνει ενδιαφέρον. Μια ανάγκη να εξαφανιστούμε όταν νιώθουμε ότι κάτι μάς ακουμπάει πιο βαθιά απ’ όσο συνηθίσαμε. Δεν είναι παράλογα πράγματα, είναι τα παιδικά μας τραύματα που, στο ασφαλές παρόν, βρίσκουν επιτέλους τον χώρο να μιλήσουν.

Το σύστημα προσκόλλησης ενεργοποιείται ακριβώς όταν νιώσει ασφάλεια. Όχι όταν φοβάται. Όχι όταν απειλείται. Αλλά όταν ένα περιβάλλον μάς επιτρέπει να χαλαρώσουμε τόσο, ώστε να εμφανιστούν οι παλιές πληγές που κάποτε έπρεπε να θάψουμε για να επιβιώσουμε. Είναι σχεδόν ποιητικό αν σκεφτείς πως η αγάπη που σε θεραπεύει είναι αυτή που, για λίγο, θα σε πονέσει. Όχι επειδή κάνει κακό, αλλά επειδή ακουμπάει εκεί όπου κάποτε πληγώθηκες. Οι άνθρωποι συχνά εκεί μπερδεύονται. Νομίζουν ότι η σχέση δεν είναι σωστή, επειδή τους ξυπνάει δύσκολα συναισθήματα. Πιστεύουν ότι ο άλλος προκαλεί τη σύγχυση ή την ανασφάλεια. Αλλά πολλές φορές η αλήθεια είναι πιο τρυφερή: δεν είναι ο άλλος που προκαλεί τον πόνο, είναι η ασφάλεια που σου δίνει που σε αφήνει επιτέλους να τον δεις.

Μια ασφαλής σχέση γίνεται καθρέφτης. Όχι αυστηρός, ούτε επικριτικός. Ένας καθρέφτης που σου δείχνει όχι τις ατέλειες, αλλά τις πληγές πίσω από τις ατέλειες. Σου δείχνει τον τρόπο που έμαθες να προστατεύεσαι. Την τάση να κλείνεσαι, την ανάγκη να είσαι πάντα δυνατός, τον φόβο να ζητήσεις βοήθεια. Και τα δείχνει όχι για να ντραπείς, αλλά για να τα καταλάβεις. Και έτσι αρχίζει η θεραπεία μέσα στη σχέση. Όταν λυγίζεις και ο άλλος δε φεύγει. Όταν κλαις και δε σε κοιτάζει με αμηχανία, αλλά με κατανόηση. Όταν λες φοβάμαι και δεν το χρησιμοποιεί εναντίον σου. Όταν διαφωνείς και δε μετατρέπεται σε πόλεμο. Όταν το είμαι εδώ δεν είναι απλώς λόγια, αλλά πράξη.

Σε μια σχέση που χρειάζεται να επιβιώσεις, δε θεραπεύεσαι. Σε μια σχέση που μπορείς να ξεκουραστείς, ξεκινάς να αλλάζεις.

Και τότε συμβαίνει κάτι ακόμη πιο όμορφο: αρχίζεις να αλλάζεις μοτίβα. Εκεί που κάποτε θα απέφευγες μια συζήτηση, τώρα την ανοίγεις. Εκεί που θα έπνιγες έναν φόβο, τώρα τον μοιράζεσαι. Εκεί που θα έτρεχες μακριά, τώρα κάνεις ένα μικρό βήμα πιο κοντά. Αυτή η αλλαγή δε γίνεται με θόρυβο, γίνεται με μια αίσθηση οικειότητας, σαν να μαθαίνεις μια γλώσσα που πάντα ήξερες, αλλά δεν είχες ποτέ την ευκαιρία να μιλήσεις. Το πιο τρυφερό κομμάτι είναι ότι η θεραπευτική σχέση δε χρειάζεται να είναι μεγάλη, μαγνητική ή κινηματογραφική. Χρειάζεται μόνο να είναι αληθινή. Χρειάζεται δύο ανθρώπους που δεν προσποιούνται, που δεν παίζουν παιχνίδια, που δε χρησιμοποιούν τη σιωπή ως όπλο, που δε φοβούνται το βάθος. Κι αν το φοβούνται, το λένε.

Κάποιοι πιστεύουν ότι η αγάπη θεραπεύει από μόνη της. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Η αγάπη που θεραπεύει είναι εκείνη που σου δίνει χώρο να είσαι άνθρωπος. Να μην είσαι πάντα δυνατός. Να μην είσαι πάντα τακτοποιημένος. Να μπλέκεσαι λίγο. Να φοβάσαι λίγο. Να τολμάς λίγο παραπάνω κάθε φορά. Είναι η αγάπη που έχει την υπομονή να σε δει στις άμυνές σου και να μην τρομάξει. Να σε περιμένει χωρίς να σε πιέζει. Να σε μαλακώνει χωρίς να σε ελέγχει. Κι εσύ, με τον τρόπο σου, κάνεις το ίδιο για εκείνον. Γιατί στις θεραπευτικές σχέσεις, η ασφάλεια είναι αμοιβαία. Δίνεις και παίρνεις χώρο, λόγο, θάρρος. Και έτσι, χωρίς φωνή, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς μεγάλες δηλώσεις, κάτι μέσα σου ξαναγράφεται.

Όταν συναντάμε έναν άνθρωπο που μας αγαπάει με αυτόν τον τρόπο, τα πρώτα συναισθήματα είναι δύο. Χαρά και φόβος. Η χαρά γιατί κάτι μέσα μας αναγνωρίζει ότι αυτό εδώ είναι σημαντικό. Ο φόβος γιατί κάτι άλλο μέσα μας ξέρει ότι για να κρατήσεις αυτή τη σχέση, πρέπει να αφήσεις πίσω σου τρόπους που κάποτε σε έσωσαν. Κι αυτό είναι δύσκολο. Είναι όμως και λυτρωτικό. Μια σχέση δεν είναι θεραπευτής. Μπορεί όμως να είναι θεραπευτική. Να γίνει ο τόπος όπου για πρώτη φορά δε χρειάζεται να προσποιηθείς. Ο τόπος όπου ακούς την πρόταση «χαλάρωσε, είσαι ασφαλής» όχι σαν συμβουλή, αλλά σαν αλήθεια. Ο τόπος όπου το παλιό τραύμα, αυτό που δεν ήξερες ότι κουβαλάς, βρίσκει επιτέλους μια αγκαλιά αρκετά μεγάλη για να το χωρέσει.

Κι εκεί καταλαβαίνεις ότι οι πιο σημαντικές σχέσεις δεν είναι εκείνες που μας ράγισαν, αλλά εκείνες που μας έμαθαν πώς να μη φοβόμαστε πια το ράγισμα. Είναι οι ήρεμες, οι σταθερές, οι τρυφερές. Είναι οι σχέσεις που μας δίνουν πίσω το κομμάτι του εαυτού μας που κάποτε χάσαμε. Και αυτές οι σχέσεις, όσο αθόρυβες κι αν μπαίνουν στη ζωή μας, είναι τελικά οι πιο δυνατές. Συχνά, είναι και οι ιέρειες της καρδιάς μας. Έρχονται όχι για να μας διδάξουν ποιον να αγαπάμε, αλλά για να μας δείξουν πώς να αγαπάμε τον εαυτό μας πιο καλά.

Αυτές είναι οι σχέσεις που θεραπεύουν το τραύμα που δεν ξέραμε ότι είχαμε. Και, αργά και σταθερά, αλλάζουν όλη μας την ιστορία.

Συντάκτης: Ιόλη Ντόκου