Υπάρχουν στιγμές που ίσως νιώθεις ότι η προσωπικότητά σου έχει δύο πρόσωπα. Όχι με την έννοια κάποιας υποκρισίας, αλλά σαν να ζεις παράλληλα σε δύο κόσμους, στον ψηφιακό και στον φυσικό. Στον πρώτο, στα γραπτά μηνύματα, εισαι εκφραστικός, ανοιχτός, ακόμα κι αστείος. Face to face όμως, νιώθεις μαζεμένος, σαν να κρατάς μια απόσταση ασφαλείας. Και εδώ έρχεται ο όρος textrovert και περιγράφει ακριβώς αυτό το φαινόμενο: ανθρώπους που ανθούν στον γραπτό λόγο των μηνυμάτων, αλλά διστάζουν στην άμεση κοινωνική αλληλεπίδραση.

Δεν ξέρω πότε ακριβώς το παρατήρησα κι εγώ στον εαυτό μου. Ίσως όταν άρχισα να λαμβάνω σχόλια από φίλους που με διάβαζαν στο chat και μου έλεγαν «Μωρέ, πώς γίνεται να γράφεις έτσι, αλλά όταν σε βλέπουμε είσαι πιο ήσυχη;». Στην αρχή γελούσα και το απέδιδα στην αμηχανία των περιστάσεων. Με τον καιρό, όμως, συνειδητοποίησα ότι υπήρχε κάτι βαθύτερο. Η ψηφιακή επικοινωνία μού έδινε την άνεση να εκφράζομαι χωρίς το άγχος της αμεσότητας, χωρίς τα βλέμματα που συχνά σε παγιδεύουν. Το γραπτό μήνυμα είναι ένας προστατευμένος χώρος. Μπορείς να πάρεις τον χρόνο σου, να διαλέξεις τις λέξεις σου, να σβήσεις και να ξαναγράψεις, να επεξεργαστείς το χιούμορ σου μέχρι να βγει ακριβώς όπως θες. Στην πραγματική ζωή όμως, όλα συμβαίνουν σε πραγματικό χρόνο. Δεν υπάρχει delete. Δεν μπορείς να επαναδιατυπώσεις μια φράση που βγήκε άβολη ή μια ατάκα που δεν ακούστηκε όπως τη φαντάστηκες. Κι αυτή η αμεσότητα είναι που κάποιες φορές με παραλύει. Όταν κρατάω ένα κινητό στα χέρια μου, νιώθω ότι έχω μια μικρή ασπίδα· ένα φίλτρο ανάμεσα σε μένα και στον άλλο, που με βοηθά να δείξω όλη τη σκέψη που έχω μέσα μου. Ενώ πρόσωπο με πρόσωπο, το άγχος της στιγμής με κάνει να φαίνομαι πιο εσωστρεφής, σαν να κλείνω ένα κομμάτι μου για να προστατευτώ.

Φυσικά και δεν είμαι η μόνη. Ζούμε σε μια εποχή όπου το γραπτό μήνυμα έχει γίνει η κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας. Από τα iMessage μέχρι τα chat και τα social media, έχουμε μάθει να μιλάμε καλύτερα με το πληκτρολόγιο παρά με το στόμα μας. Οι textroverts ανθίζουν σε αυτό το περιβάλλον, γιατί η κουλτούρα μάς ενθαρρύνει να μοιραζόμαστε σκέψεις με τον ρυθμό που επιλέγουμε, χωρίς τον πανικό της άμεσης αντίδρασης. Υπάρχει κάτι απελευθερωτικό σε αυτό. Όταν γράφουμε, νιώθουμε ότι μπορούμε να δείξουμε περισσότερη αλήθεια, να αποκαλύψουμε κομμάτια που δε θα έβγαιναν ποτέ σε μια συνηθισμένη κουβέντα. Μπορούμε να κάνω πλάκα με λεπτομέρειες, να γράψουμε μεγάλες παραγράφους γεμάτες σκέψη. Στην πραγματικότητα όμως, το να πούμε τα ίδια λόγια προφορικά θα μας έφερνε σε δύσκολη θέση.

Το να είσαι textrovert έχει και τα καλά και τα κακά του. Από τη μία, μπορείς να δημιουργήσεις συνδέσεις μέσα από τα γραπτά σου. Άλλοι σε γνωρίζουν μέσα από τα μηνύματά σου και εντυπωσιάζονται με το πνεύμα και την ευαισθησία σου. Από την άλλη, όταν έρθει η ώρα της συνάντησης, υπάρχει συχνά μια σύγκρουση: το άτομο που έχουν γνωρίσει μέσω των γραπτών δεν ταιριάζει πάντα με αυτό που βλέπουν μπροστά τους. Και τότε νιώθεις κάπως σαν να απογοητεύεις τους άλλους· όχι επειδή δεν είσαι ειλικρινής, αλλά επειδή το πρόσωπο με πρόσωπο σε περιορίζει διαφορετικά. Αυτό δημιουργεί μια μόνιμη αίσθηση αμφιθυμίας. Είμαι άραγε πιο αληθινός όταν γράφω ή όταν μιλάω; Ποια είναι η πραγματική μου φωνή; 

Πού και πού πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται: «Αν μπορούσα να μιλήσω έτσι όπως γράφω, η ζωή μου θα ήταν ευκολότερη. Στα μηνύματα μπορώ να είμαι γρήγορη, σαρκαστική, χωρίς άγχος. Στην πραγματική κουβέντα όμως, χρειάζομαι χρόνο, ζυγίζω τις λέξεις, νιώθω σαν να κουβαλάω το βάρος του βλέμματος του άλλου». Μερικές φορές φεύγω από συναντήσεις με την αίσθηση ότι δεν κατάφερα να δείξω ποια πραγματικά είμαι. Και μετά, επιστρέφω στο πληκτρολόγιο και ξαναβρίσκω τον εαυτό μου. Δεν είναι πάντα εύκολο να το παραδεχτώ, γιατί η κοινωνία εξακολουθεί να δίνει μεγαλύτερη αξία στην προφορική άνεση. Όμως, προσωπικά πιστεύω ότι το να ξέρεις να εκφράζεσαι γραπτά είναι μια εξίσου σημαντική δεξιότητα. Δεν είναι κατώτερη μορφή επικοινωνίας, απλώς είναι διαφορετική.

Ο όρος αυτός λοιπόν μπορεί να φαίνεται σαν μια ταμπέλα, αλλά για μένα είναι περισσότερο ένας καθρέφτης. Μου δείχνει ότι μια προσωπικότητα έχει πολλές εκφάνσεις και ότι η τεχνολογία δεν την άλλαξε, απλώς της έδωσε έναν ακόμη δρόμο να εκφραστεί. Το μόνο σίγουρο, είναι ότι δε γινόμαστε λιγότερο αληθινοί όταν γράφουμε, ούτε λιγότερο σημαντικοί όταν μιλάμε πιο λίγο. Είμαστε άνθρωποι που εκφράζονται καλύτερα σε διαφορετικά περιβάλλοντα κι αυτό είναι απλά κομμάτι του εαυτού μας. Ίσως τελικά, η πρόκληση για όλους εμάς τους textroverts είναι να μάθουμε να αγκαλιάζουμε και τις δύο πλευρές μας. Να μην ντρεπόμαστε για τη σιωπή μας, αλλά ούτε και να υποτιμάμε τη δύναμη των γραπτών μας. Γιατί κάποιες φορές, τα πιο σημαντικά πράγματα που έχουμε να πούμε δε βρίσκουν φωνή στα χείλη μας, αλλά βρίσκουν σπίτι στα δάχτυλά μας, πάνω στο πληκτρολόγιο. Μα σημασία έχει ότι βρίσκουν.

Συντάκτης: Ιόλη Ντόκου