Σε ένα σχολείο της Αττικής, ένας μαθητής της ΣΤʼ τάξης, ο οποίος βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού και ποσοστό αναπηρίας 67%, βίωσε τον απόλυτο κοινωνικό αποκλεισμό. Το παιδί λοιπόν, κληρώθηκε ως σημαιοφόρος για την παρέλαση της 28η Οκτωβρίου. Η διαδικασία έγινε κανονικά, δηλαδή 14 χαρτάκια, ίσοι όροι, παρουσία διευθυντή, δασκάλας και γυμνάστριας. Κι όμως, λίγες ώρες αργότερα, το ίδιο παιδί ενημερώθηκε ότι «η κλήρωση έγινε λάθος» και ότι η διαδικασία θα επαναληφθεί. Στη δεύτερη κλήρωση, το όνομά του δεν υπήρχε καν ανάμεσα στα 13 χαρτάκια. Με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από τη θέση του σημαιοφόρου και από τη θέση παραστάτη.

Οι γονείς του μαθητή καταγγέλλουν πως το παιδί τους, παρά τις σοβαρές δυσκολίες, παρά την έλλειψη παράλληλης στήριξης τα τελευταία δύο σχολικά έτη, είχε καταφέρει να πετύχει υψηλό μέσο όρο (9,88) και να συμμετέχει ισότιμα στη σχολική ζωή. Κι όμως, η χαρά και η περηφάνια της επιλογής μετατράπηκε σε πίκρα για το τι σημαίνει να ανήκεις ή να μη σε αφήνουν να ανήκεις.

 

 

Η θέση του σημαιοφόρου δεν είναι απλώς τελετουργία. Είναι συμβολισμός, είναι το «εμείς», η κοινότητα, η αναγνώριση ενός παιδιού που θέλησε να σταθεί στη γραμμή. Όταν αυτό το παιδί εξαιρείται, έστω με την πρόφαση ενός «τεχνικού λάθους» του συστήματος, η αποστέρηση πτυχών της ισότητας γίνεται πιο ορατή. Το λάθος δεν ήταν στην κλήρωση, ήταν το αποτέλεσμα αυτής.

Μιλώντας, οι γονείς σε δημοσιεύματα αναφέρουν, πως δε ζητούν να ξανακάνει ο μαθητής τη θέση του σημαιοφόρου «δε φταίει κανένα παιδί» λένε αλλά ζητούν να μην ξαναζήσει ποτέ άλλο παιδί κάτι παρόμοιο. Και θέτουν τα ερωτήματα που ποτέ δεν έπρεπε να χρειάζεται να θέσουν «γιατί δεν κληθήκαμε να ενημερωθούμε; Γιατί δεν υπήρξε πρόνοια για το παιδί που θα δεχόταν την ενημέρωση μόνο του;»

Το περιστατικό αυτό αποκαλύπτει μια πραγματικότητα, η συμπερίληψη δεν είναι απλώς λέξη. Δεν είναι θέμα αφίσας ή εισαγωγικών ωρών. Είναι πρακτική, επιλογή, δέσμευση. Και όταν η πρακτική αποτυγχάνει, όπως σε αυτήν την περίπτωση, αποτυγχάνει ό,τι πιο ουσιαστικό μπορεί να έχει μια εκπαιδευτική διαδικασία, η αίσθηση ότι «με βλέπουν», «με ακούνε», «με περιλαμβάνουν». Είναι η στιγμή που συνειδητοποιείς πως η σημαία που συμβολίζει την ελευθερία, τη μνήμη, την ενότητα, χάνει την αξία της όταν δε «χωρά» τους πάντες κάτω από αυτή. Και πολλοί σχολιάζουν πως όσο υπάρχουν παιδιά που αποκλείονται επειδή δεν εφαρμόστηκαν οι υποστηρικτικές δομές, τόσο η εκπαίδευση και η κοινωνία θα μένουν πίσω.

Το να φυλάς θέση στο πλευρό ενός παιδιού με αναπηρία δεν είναι ευγένεια. Είναι υποχρέωση. Και όταν μια διαδικασία «τυχαίας» επιλογής ακυρώνεται γιατί το αποτέλεσμα δεν άρεσε εντέλει, ο αποκλεισμός δεν είναι πια «ένα λάθος» αλλά είναι μήνυμα. Μήνυμα προς τα παιδιά, προς τους εκπαιδευτικούς, προς το σύστημα. Η θέση σου στο σχολείο, στην κοινωνία, δεν είναι δεδομένη πρέπει να αποδείξεις ότι «ανήκεις».

Η πραγματική ενοχή δεν είναι στο παιδί που δεν κράτησε τη σημαία. Είναι στη στιγμή που η κοινότητα στάθηκε αδιάφορη. Και στο σύστημα που θεώρησε πιο σημαντικό να προστατέψει τη «διαδικασία» παρά το παιδί της. Όταν λοιπόν φτάσουμε να λέμε «η Ελλάδα της ντροπής», ας το θυμηθούμε η ντροπή δεν είναι πως έγινε το λάθος. Η ντροπή είναι πως κανείς δεν το εμπόδισε αλλά το επέτρεψε.

Η ανακοίνωση των γονέων όπως δημοσιεύθηκε στο news24/7:

«Το παιδί μας έχει επίσημα αναγνωρισμένη διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή. Έχει αξιολογηθεί από όλες τις αρμόδιες επιτροπές, συμπεριλαμβανομένου και του ΚΕΠΑ, το οποίο του έχει αποδώσει ποσοστό αναπηρίας 67%. Υπάρχει γνωμάτευση με κωδικό F84, καθώς και έγκριση από το ΚΕΔΑΣΥ για πλήρη παράλληλη στήριξη καθ’ όλη τη διάρκεια της φοίτησής του στο Δημοτικό Σχολείο.

Παρόλα αυτά, τα δύο τελευταία σχολικά έτη δεν του έχει διατεθεί παράλληλη στήριξη, λόγω έλλειψης διαθέσιμου προσωπικού. Παρά τις δυσκολίες, το παιδί μας κάνει καθημερινά μια τεράστια υπέρβαση. Με υπομονή, κόπο και τη στήριξη της οικογένειάς μας και των θεραπευτών του, έχει καταφέρει να συμμετέχει ισότιμα στη σχολική ζωή και να πετυχαίνει πολύ υψηλές επιδόσεις. Κάθε του βήμα, κάθε μικρή του πρόοδος, είναι για εμάς ένας αγώνας που κερδίζεται με ψυχή.

Στις 15 Οκτωβρίου 2025 πραγματοποιήθηκε στο σχολείο κλήρωση για τον σημαιοφόρο της 28ης Οκτωβρίου, παρουσία του Διευθυντή, της δασκάλας και της γυμνάστριας της τάξης. Ανακοινώθηκε ότι οι αριστούχοι μαθητές της ΣΤ’ τάξης ήταν 14. Κάθε παιδί πήρε ένα χαρτάκι με το όνομά του και το έβαλε στην κληρωτίδα. Η δασκάλα τράβηξε ένα χαρτάκι και το όνομα που ανακοινώθηκε ως σημαιοφόρος ήταν του παιδιού μας.

Λίγες ώρες αργότερα, όπως μας ενημέρωσε το παιδί μας, κλήθηκε στο γραφείο του Διευθυντή, μόνο του. Εκεί του είπαν ότι η κλήρωση “έγινε λάθος” και ότι θα επαναληφθεί. Στη δεύτερη κλήρωση, το όνομά του δεν υπήρχε καν ανάμεσα στα χαρτάκια, που αυτή τη φορά ήταν 13 αντί για 14. Έτσι, αποκλείστηκε τόσο από τη θέση του σημαιοφόρου όσο και από εκείνη των παραστατών.

Την επόμενη ημέρα επικοινωνήσαμε τηλεφωνικώς με τον Διευθυντή, ο οποίος επιβεβαίωσε τα γεγονότα. Μας είπε ότι το “λάθος” οφειλόταν σε τεχνικό πρόβλημα του συστήματος mySchool, που όπως ανέφερε είχε υπολογίσει λανθασμένα τον μέσο όρο. Ωστόσο, ο μέσος όρος του παιδιού μας είναι 9,88, πράγμα που το κατατάσσει ξεκάθαρα στους αριστούχους μαθητές. Δεν υπήρξε κανένα λάθος στους αριθμούς, μόνο ένας λάθος χειρισμός που πλήγωσε ένα παιδί.

Το περιστατικό αυτό το επηρέασε βαθιά. Ένιωσε απογοήτευση, αδικία και ματαίωση. Είναι ένα παιδί που κάθε μέρα υπερβαίνει τον εαυτό του για να σταθεί ισότιμα με τους συμμαθητές του και δεν άξιζε να βιώσει κάτι τέτοιο. Η στιγμή που θα έπρεπε να είναι χαρά και περηφάνεια, μετατράπηκε σε πληγή και στενοχώρια.

Θεωρούμε πως, δεδομένου ότι δεν υπήρχε ειδικός εκπαιδευτικός ή παράλληλη στήριξη, θα έπρεπε να είχαμε κληθεί να είμαστε παρόντες κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης, ώστε να μπορέσουμε να το στηρίξουμε συναισθηματικά. Αντί γι’ αυτό, βρέθηκε μόνο του να ακούει κάτι που θα ήταν δύσκολο ακόμη και για έναν ενήλικα να διαχειριστεί. Η απουσία αυτής της πρόνοιας και ο τρόπος που έγινε η ανακοίνωση επιβάρυναν ακόμη περισσότερο την ψυχολογία του.

Το περιστατικό αυτό μας έχει προκαλέσει βαθιά λύπη και ανησυχία, τόσο για τον τρόπο διαχείρισης όσο και για τον αντίκτυπο που είχε στο παιδί μας. Ως γονείς, ζητούμε να διασφαλιστεί ότι δεν θα επαναληφθεί ποτέ ξανά ένα τέτοιο συμβάν, ούτε για το δικό μας παιδί ούτε για κανένα άλλο παιδί.

Ρωτάμε με ειλικρίνεια και πόνο ψυχής: γιατί δεν κληθήκαμε άμεσα να ενημερωθούμε για το περιστατικό; Γιατί δεν υπήρξε πρόνοια προστασίας και υποστήριξης του παιδιού μας; Εκτιμήθηκε αν μπορούσε να διαχειριστεί μια τέτοια ανακοίνωση μόνο του; Σκέφτηκε κανείς τον αντίκτυπο που θα είχε κάτι τέτοιο στην ψυχή του;

Θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε κάτι πολύ σημαντικό. Δεν ζητάμε να πάρει τη σημαία πίσω το παιδί μας από το παιδί που επιλέχθηκε στη δεύτερη κλήρωση. Ποτέ δε θα το ζητούσαμε αυτό, γιατί δεν φταίει κανένα παιδί. Το δικό μας παιδί πληγώθηκε, αλλά δεν χρειάζεται να πληγωθούν κι άλλα παιδιά. Δεν θέλουμε να αδικηθεί κανένας, θέλουμε μόνο να μην ξαναζήσει κανένα παιδί κάτι παρόμοιο.

Δεν παίζουμε με παιδικές ψυχές. Οι πληγές αυτές μένουν για πάντα. Ζητάμε ως γονείς να διασφαλιστεί ότι κανένα παιδί, με ή χωρίς ιδιαιτερότητες, δεν θα ξαναζήσει ποτέ κάτι τέτοιο. Όλα τα παιδιά έχουν δικαίωμα στη χαρά, στη δικαιοσύνη και στον σεβασμό. Γιατί στο τέλος της ημέρας, αυτό που διδάσκουμε στα παιδιά μας είναι πολύ πιο σημαντικό από κάθε σημαία. Είναι το πώς φερόμαστε σε κάθε άνθρωπο, και ιδιαίτερα στα πιο ευάλωτα παιδιά.»

 

 

 

Συντάκτης: Ράνια Λιάσκου