Υπάρχουν κάποιες στιγμές στην τηλεόραση που μοιάζουν βγαλμένες από σενάριο πολιτικής σάτιρας. Μόνο που δεν είναι σενάριο, είναι η καθημερινότητα. Έτσι, ο Άδωνις Γεωργιάδης βρέθηκε καλεσμένος στον Γιώργο Λιάγκα και αποφάσισε να ρίξει μια ακόμα φράση που θα γίνει viral: «δεν πιστεύω ότι έχει ευθύνη ο Καραμανλής για τα Τέμπη». Και κάπου εκεί, στην άλλη άκρη της χώρας, ακούστηκε ένα συλλογικό «πώς είπατε;».

Ο υπουργός υγείας, σε μια κουβέντα που κυλούσε ανάμεσα σε πολιτικές δηλώσεις και τηλεοπτικό small talk, εξήγησε πως η παραίτηση του τότε υπουργού Μεταφορών δε συνεπάγεται και ενοχή. «Ήταν πράξη ευθιξίας», είπε. Και κάπου εδώ γεννήθηκε το ερώτημα, τι ακριβώς σημαίνει ευθιξία στη σύγχρονη πολιτική; Είναι κάτι σαν “παίρνω την ευθύνη, αλλά όχι πραγματικά”;

 


 

Ο Λιάγκας, με το γνωστό του ύφος, τον άφησε να αναπτύξει τη σκέψη του. Ο Άδωνις, είπε ουσιαστικά ότι η ευθύνη πρέπει να αναζητηθεί αλλού και το στούντιο γέμισε με τη χαρακτηριστική αμηχανία που προκύπτει όταν η λογική χτυπάει την πόρτα, αλλά κανείς δεν της ανοίγει.

Το θέμα, βέβαια, δεν είναι μόνο τι είπε ο Άδωνις, αλλά και το πώς καταφέραμε όλοι να κάνουμε την έννοια της «παραίτησης» να μοιάζει με κουμπί που δεν πιάνει ρεύμα. Σε οποιαδήποτε θέση εξουσίας μια παραίτηση έχει βάρος, είναι το «αναλαμβάνω τις ευθύνες μου». Στην Ελλάδα μοιάζει περισσότερο με ένα “πατάω το pause, αλλά θα ξαναπαίξω στο ίδιο έργο σε λίγο”. Μια κίνηση περισσότερο συμβολική, λιγότερο ουσιαστική.

Αυτό που ίσως ενόχλησε περισσότερο δεν ήταν η φράση αυτή καθαυτή, αλλά το πώς ειπώθηκε. Με την άνεση κάποιου που θεωρεί δεδομένο ότι έτσι λειτουργούν τα πράγματα. Και ο Λιάγκας, που ξέρει να «ψαρεύει» τέτοιες στιγμές τηλεοπτικού χρυσού, δε χρειάστηκε να πει πολλά. Το βλέμμα του αρκούσε, εκείνο το βλέμμα του παρουσιαστή που ξέρει ότι μόλις εξασφάλισε το επόμενο viral απόσπασμα.

Είναι αλήθεια πως η παραίτηση, ως έννοια, έχει χάσει τη σημασία της. Έχει γίνει σχεδόν τυπική, μια χειρονομία περισσότερο για την εικόνα παρά για την ουσία. Και δεν είναι μόνο θέμα πολιτικής. Το ίδιο συμβαίνει παντού, από τα reality μέχρι τις δουλειές μας. Κάποιος «παραιτείται» για λόγους αρχής και επιστρέφει δύο εβδομάδες μετά, με καλύτερη καρέκλα και περισσότερη αυτοπεποίθηση. Η παραίτηση έχει γίνει σαν τις δίαιτες της Δευτέρας, τις δηλώνουμε φανατικά, αλλά την Τρίτη ήδη παραγγέλνουμε πίτσα.

Αν το σκεφτείς, η δήλωση του Άδωνι είναι ίσως πιο ειλικρινής απ’ όσο μοιάζει. Δεν πιστεύει ότι υπάρχει ευθύνη, γιατί στην ελληνική πολιτική η έννοια της «ευθύνης» μοιάζει με εκείνον τον παλιό συμμαθητή που όλοι θυμούνται, αλλά κανείς δεν έχει δει από κοντά. Κι ενώ η κοινή γνώμη ψάχνει ακόμα ποιος «φταίει» για τα Τέμπη, οι πολιτικοί ψάχνουν ποιος μπορεί να πει το πιο ήρεμο «δε φταίω».

Όλη αυτή η ιστορία έχει και μια σουρεαλιστική πλευρά. Από τη μία, έχουμε τον Άδωνι να υπερασπίζεται με πάθος την πολιτική αξιοπρέπεια, και από την άλλη, ένα κοινό που παλεύει να καταλάβει τι ακριβώς σημαίνει «παραίτηση χωρίς ευθύνη». Ίσως τελικά αυτό να είναι το νόημα στην Ελλάδα, η δύναμη μιας παραίτησης δε μετριέται από το αν έγινε, αλλά από το πόσο γρήγορα ξεχάστηκε. Και μέχρι να βρούμε έναν τρόπο να δίνουμε στις πράξεις την αξία που τους αρμόζει, θα ακούμε δηλώσεις σαν του Άδωνι και θα χαμογελάμε, όχι γιατί συμφωνούμε, αλλά γιατί δεν ξέρουμε αν πρέπει να γελάσουμε ή να κλάψουμε πρώτα.

Συντάκτης: Ράνια Λιάσκου