Στην τελετή έναρξης του φετινού φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας», κάτω από τα φώτα του Μεγάρου Μουσικής, δεν ήρθε μόνο η προβολή της πολυαναμενόμενης ταινίας Βουγονία του Γιώργου Λάνθιμου. Μαζί ήρθε και μια έκπληξη που έστειλε το κοινό σε χαμόγελα και χειροκροτήματα. Ο σκηνοθέτης πήρε το μικρόφωνο και, πριν καν μιλήσει για την ταινία, έπαιξε ένα ηχητικό μήνυμα από την πρωταγωνίστριά του, την Έμα Στόουν, που δεν κατάφερε να βρίσ«Καλησπέρα, θα ήθελα πολύ να είμαι μαζί σας στην πρώτη προβολή της Βουγονίας στην Ελλάδα, αλλά δυστυχώς δεν πέτυχε ο… διακτινισμός. Σας εύχομαι καλή προβολή και καλό βράδυ»κεται στην Αθήνα. Και όχι μόνο αυτό, το μήνυμα ήταν στα ελληνικά! «Καλησπέρα, θα ήθελα πολύ να είμαι μαζί σας … δυστυχώς δεν πέτυχε ο διακτινισμός», είπε η Στόουν, προκαλώντας θερμό χειροκρότημα από το κοινό.

Αυτή η μικρή χειρονομία έχει μεγαλύτερο βάρος απ’ ό,τι φαίνεται με μια πρώτη ματιά:

«Εγώ θα μοιραστώ μαζί σας μια πολύ ιδιαίτερη ικανότητα που έχει η Έμα Στόουν. Ενώ δεν μιλάει ελληνικά πραγματικά πέρα από δυο τρεις λέξεις, ξέρει τέλεια την ελληνική αλφάβητο και μπορεί να διαβάσει οποιοδήποτε κείμενο χωρίς να καταλαβαίνει τι σημαίνει. Οπότε, της έγραψα κάτι στα ελληνικά και της ζήτησα να μας το ηχογραφήσει», είπε ο Γιώργος Λάνθιμος.

 

 

Θα μπορούσε να πει κανείς πως ήταν μια σκηνή πιο κινηματογραφική από πολλές σκηνές της ίδιας της ταινίας. Λες και ο Λάνθιμος είπε «Να δείτε τι περιμένετε». Και το κοινό χειροκρότησε όχι μόνο το όνομα της Στόουν, αλλά την τόλμη. Γιατί στη σκηνή δεν πήγε ένας ηθοποιός πήγε η ίδια η μαγεία του να μπορείς να «στέλνεις» παρουσία με ήχο.

Φυσικά, πίσω από τη στιγμιαία συγκίνηση, υπάρχουν σημεία που αξίζει να σχολιάσουμε με ψυχραιμία. Θα μπορούσε αυτή η κίνηση να θεωρηθεί ως επικοινωνιακό τέχνασμα; Να είναι εκπλήρωση μιας «υπηρεσίας μάρκετινγκ», μια γλυκιά προσθήκη που θα μείνει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Ίσως. Αλλά η αλήθεια είναι ότι, στο πλαίσιο ενός φεστιβάλ και μιας πρεμιέρας που ακούγεται ήδη πολύ, τέτοιες κορυφώσεις βοηθούν να διαμορφώσεις όχι απλά προσδοκίες, αλλά συναισθήματα. Αλλά ας μην ξεχνάμε, το βασικό, το έργο πρέπει να στηρίξει τη χειρονομία. Είτε αυτή η έκπληξη δημιουργήσει προβολή είτε όχι, η ταινία πρέπει να σταθεί στο ύψος της. Η προσδοκία που δημιουργήθηκε είναι υψηλή ο θεατής θέλει να δει κάτι που ανταποκρίνεται στην ατμόσφαιρα και τον συμβολισμό της στιγμής. Είναι σαν να πατάς το play και να λες «Ωραία αρχή, τώρα δείξε με τι ασχολείσαι».

Μια ακόμα λεπτομέρεια που προστίθεται στη σκηνή. Πριν την προβολή, ανέβηκε για να συστηθεί όχι μόνο ο Λάνθιμος, αλλά και ο μοντέρ του, ο Γιώργος Μαυροψαρίδης, μια κίνηση που έφερε έντονα χειροκροτήματα. Δεν είναι τυχαίο σε παραγωγές τέτοιου μεγέθους, οι συνεργάτες είναι κομμάτι του αποτυπώματος. Η στιγμή έμοιαζε να λέει«Δείτε ποιοι είμαστε, όχι μόνο ποιος είμαι».

Και να θυμηθούμε πως αυτή η ταινία δεν είναι απλά ακόμα ένα έργο στο φεστιβάλ. Είναι ένα έργο που φέρνει τον Λάνθιμο πίσω στην Ελλάδα, με πρωταγωνίστρια ξανά τη Στόουν, σε μοτίβα συνεργασίας που έχει ήδη χαράξει πορεία. Η προσδοκία, λοιπόν, δεν είναι μόνο να δούμε μια καλή ταινία είναι να ξεχωρίσουμε μια γέφυρα μεταξύ του διεθνούς κινηματογράφου και του ελληνικού κοινού.

Σε τελική ανάλυση, αυτή η έκπληξη με το μήνυμα δεν είναι απλώς ευγενική χειρονομία είναι υπενθύμιση της δύναμης της τέχνης να διασχίζει αποστάσεις. Κι αν αυτό το βράδυ, στο Μέγαρο, γελάσαμε λίγο περισσότερο ή σκεφτήκαμε πιο βαθειά, μάλλον έγινε γιατί είδαμε κάτι περισσότερο από μια ταινία. Συγκεκριμένα, είδαμε μια υπόσχεση ότι ο κινηματογράφος μπορεί να είναι ζωντανός ότι δεν είναι μόνο εικόνα, είναι και σύνδεση.

Κι αν με ρωτήσεις πώς θα τελειώσει η ιστορία, θα σου πω, με προβολή, με σχόλια, με αντίσταση ή με λάμψη, αλλά πάντα με κοινό. Και με το κοινό, ο Λάνθιμος ξέρει να παίζει καλύτερα απ’ ό,τι νομίζουμε. Σε κάθε περίπτωση, η βραδιά των «Νυχτών Πρεμιέρας» μας θύμισε ότι ο κινηματογράφος δεν είναι μόνο ταινίες, αλλά και στιγμές που μένουν. Είναι μικρές εκπλήξεις, έξυπνα παιχνίδια επικοινωνίας και εκείνο το αίσθημα ότι ανήκουμε όλοι σε μια κοινή εμπειρία. Κι αν τελικά η Στόουν «διακτινίστηκε» μέσω ηχείων αντί για αεροπλάνο, το σίγουρο είναι ότι η σχέση κοινού και δημιουργών βγήκε πιο ζεστή από ποτέ.

Συντάκτης: Ράνια Λιάσκου