Κάθε καλοκαίρι στην Ελλάδα μοιάζει να ξεκινά με τον ίδιο φόβο: τον καπνό που σηκώνεται στον ορίζοντα. Δεν πρόκειται μόνο για στατιστικές απώλειες, εκτάσεις  γης και περιουσίες. Κάθε πυρκαγιά αφήνει πίσω της σημάδια στον τόπο αλλά και στις μνήμες των ανθρώπων που έζησαν εκεί, στα τοπία που άλλαξαν για πάντα και στις κοινότητες που χρειάζονται χρόνια για να ορθοποδήσουν ξανά.

Η τελευταία δεκαετία σημαδεύτηκε από μεγάλες καταστροφές. Το 2012 στη Χίο, οι φλόγες κατέστρεψαν χιλιάδες εκτάσεις, εκ των οποίων  μαστιχόδεντρα και μελίσσια, πλήττοντας καίρια την τοπική παραγωγή και αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμα στη ζωή του νησιού. Το 2016, η Θάσος δοκιμάστηκε σκληρά, με χωριά και βουνά να τυλίγονται στις φλόγες και με το νησί να προσπαθεί μέχρι σήμερα να επουλώσει πληγές.

Το 2017 ήταν η σειρά των Κυθήρων, όπου περισσότερα από 10.000 εκτάσεις γης κάηκαν, επηρεάζοντας το οικοσύστημα και την παραδοσιακή εικόνα του νησιού.

2018, η τραγωδία στο Μάτι της Ανατολικής Αττικής συγκλόνισε τη χώρα και τον κόσμο. Εκεί χάνουν την ζωή τους 104 άνθρωποι, σε μία από τις πιο φονικές πυρκαγιές που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα, με τις εικόνες εκείνου του καλοκαιριού να παραμένουν χαραγμένες στη μνήμη.

Το καλοκαίρι του 2021, η Εύβοια βρέθηκε στο επίκεντρο μιας από τις μεγαλύτερες πυρκαγιές στην ιστορία της χώρας. Με περισσότερα από 125.000 εκτάσεις γής να είναι καμένη, η βόρεια πλευρά του νησιού άλλαξε μορφή, ενώ ολόκληρες κοινότητες εκκενώθηκαν μέσα σε σκηνικό αποπνικτικού καπνού. Το 2022, η Αττική δοκιμάστηκε ξανά, αυτή τη φορά με τις φλόγες στην Πεντέλη να απειλούν κατοικίες και ανθρώπινες ζωές.

Το 2023, η καταστροφή στον Έβρο και στο δάσος της Δαδιάς χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη πυρκαγιά που έχει καταγραφεί ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2000. Το μοναδικό οικοσύστημα του Εθνικού Δρυμού υπέστη τεράστιο πλήγμα, με ανυπολόγιστες απώλειες στη βιοποικιλότητα.

Φτάνοντας στο  2024, νέες φωτιές σε διάφορες περιοχές, ανάμεσά τους και η Αττική, υπενθύμισαν ότι οι κλιματικές συνθήκες γίνονται ολοένα πιο δύσκολες. Επιστημονικές μελέτες καταγράφουν αύξηση της θερμοκρασίας του εδάφους έως και 10°C στις πληγείσες περιοχές γύρω από την Αθήνα, στοιχείο που επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ανθεκτικότητα των δασών.

Οι πυρκαγιές δεν καταστρέφουν μόνο το φυσικό περιβάλλον. Καταστρέφουν πολιτιστικά τοπία, παραδόσεις, επαγγέλματα που χάνονται μαζί με τις πρώτες ύλες, αλλά και τις αναμνήσεις των ανθρώπων. Ένα δάσος δεν είναι μόνο βλάστηση· είναι οι βόλτες, οι παιδικές φωνές, τα μονοπάτια που οδηγούν σε πηγές, οι γιορτές των χωριών. Όταν οι φλόγες σβήνουν, δεν απομένει μόνο στάχτη. Απομένει και ένα συλλογικό κενό, ένα «πριν» που δύσκολα επανέρχεται.

Ωστόσο, κάθε καταστροφή φέρνει και μια άλλη εικόνα: αυτή της αλληλεγγύης. Επαγγελματίες πυροσβέστες, εθελοντές, κάτοικοι, όλοι γίνονται μέρος μιας αλυσίδας που αντιστέκεται στις φλόγες. Η ίδια η κοινωνία συχνά αποδεικνύει ότι, ακόμη κι όταν η φωτιά φύγει, οι άνθρωποι μπορούν να προσθέσουν δύναμη, στήριξη και ελπίδα.

Η συζήτηση γύρω από την πρόληψη είναι σήμερα πιο αναγκαία από ποτέ. Ο καθαρισμός δασών, η σωστή διαχείριση καυσίμων υλών, η εκπαίδευση πολιτών και η ενίσχυση των δασικών υπηρεσιών αποτελούν το θεμέλιο μιας διαφορετικής στρατηγικής. Η καταστολή από μόνη της δεν αρκεί, γιατί όταν φτάνει η στιγμή της φωτιάς, είναι ήδη αργά.

Δάση που καίγονται σημαίνουν αναμνήσεις που χάνονται. Κι όμως, μέσα από τις στάχτες γεννιέται και η ευθύνη να διαφυλαχθεί ό,τι έχει απομείνει, να δημιουργηθούν νέες αναμνήσεις που θα στηρίζονται στην προστασία, στην αειφορία και στην πρόληψη. Το στοίχημα δεν είναι μόνο να ξαναφυτρώσει το πράσινο, αλλά να εμπεδωθεί μια νέα σχέση με το φυσικό περιβάλλον, ώστε οι μελλοντικές γενιές να μην κληρονομήσουν έναν κύκλο φωτιάς, αλλά έναν κύκλο ζωής.

Συντάκτης: Ράνια Λιάσκου
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη