Μόνο το Μίλτος αρκεί. Ο επαναστάτης του έντεχνου τραγουδιού, ο ροκάς με την κιθάρα του και τα γυαλιά του, που κάθε χρόνο μας λυτρώνει τα καλοκαίρια μας. Είναι η εποχή που μετράμε αντίστροφα να βρεθούμε σε μια συναυλία του Μίλτου, ένα βράδυ με φεγγάρι, για να μας μαγέψει πάλι, μιλώντας μας στη «δική του γλώσσα», πότε για «παραμυθία με λυπημένο τέλος», πότε για «πεθαμένες καλησπέρες» και πότε για «μάτια που δε βλέπονται». Κάθε τραγούδι έχει άλλη δύναμη. Κάθε στίχος κρύβει άλλο μήνυμα και άλλη ιστορία. Μια ιστορία που διηγείται πάντοτε με την ίδια μαγεία που είχε όταν το πρωτοτραγούδησε. Ζούμε για τη στιγμή που θα βρεθούμε πάλι μπροστά του, για να μας σαγηνέψει.

Μπορεί η πορεία του να άρχισε λίγο πριν το τέλος του προηγούμενου αιώνα και φέτος να συμπληρώνει 30 χρόνια, ο Πασχαλίδης δεν έχει ηλικία. Μπορεί να είσαι φαν από όταν πρωτάρχισε, ή πάλι να μην έχεις πατήσει τα 30 και να ακούς φανατικά Πασχαλίδη. Δε χρειάζεται να τον έζησες “από την αρχή” για να τον αγαπήσεις. Αρκεί να τον ακούσεις μια φορά αληθινά. Για να διευκρινίσω, ανήκω και εγώ στη γενιά του 2000, που κάποτε άκουσε τις «Κακές Συνήθειες», την «Πηνελόπη», το «Φωτιά μου» και ήταν αρκετό για να σαγηνευτεί κανείς με τον Πασχαλίδη. Ίσως, αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι η ικανότητα να μας ταξιδεύει, πράγμα που μας κάνει να νιώθουμε ξανά ζωντανοί, υπενθυμίζοντάς μας τα χαμένα μας όνειρα, τις περσίδες και τις μισοσβησμένες μας σπίθες. Στις συναυλίες του Πασχαλίδη δεν είσαι απλά ένας θεατής. Γίνεσαι ένα με το πλήθος, ταρακουνιέσαι, ονειρεύεσαι, θυμάσαι και προπαντός, ζεις.

Ο Μίλτος είναι ένας ωραίος τύπος, που ίσως όλοι να θέλαμε να έχουμε για φίλο. Αυθεντικός πάντα, δίχως να κυνηγάει τα φώτα· εντούτοις, τα φέρνει απλά μαζί του, δίχως να το καταλάβει, χωρίς να επιδιώκει να εντυπωσιάσει, μιας και η μουσική του αρκεί. Διαχρονικοί στίχοι και μια συνομιλία που βγαίνει από μέσα σου. Πότε τραγουδάει για έρωτες, για αγάπες, για χαμένες πατρίδες και πότε μας αφηγείται τη ζωή, δημιουργώντας μας ένα κίνητρο. Θέλοντας και μη, έχει μια μαγική ικανότητα να σε εμπνεύσει. Κάπως, κάπου, σου περνάει αυτή την επαναστατική του στάση, ικανή να σε ξεσηκώσει, να τρέξεις, να φωνάξεις για τον κόσμο που θες να αλλάξεις. Το κοινό του Πασχαλίδη, λοιπόν, προφανώς και δεν ακούει μουσική απλώς για να ακούει ή για να περνάει η ώρα. Δε χρειάζονται πολλά: μια κιθάρα, μια χαρακτηριστική φωνή και στίχοι που μας αγγίζουν, είναι αρκετά. Ένα ύφος αλλιώτικο, που πότε σε καθηλώνει μιλώντας μας για τον κόσμο και τη ζωή, και πότε η συγκλονιστική του χροιά περνάει μέσα σου και γίνεται το καταφύγιο που έψαχνες να βρεις. Γιατί ο Πασχαλίδης δεν τραγουδάει απλώς. Διηγείται, με έναν βαθιά ανθρώπινο τρόπο, με λόγια απλά, χωρίς πολλά πολλά.

Ομολογώ ότι κάθε τραγούδι του, σε κάθε live, έχει άλλη βλέψη. Το να ξεχωρίσει κανείς τα τραγούδια του Μίλτου μέσα σε μια επιτυχημένη πορεία 30 χρόνων είναι κομμάτι πραγματικά δύσκολο. Πώς να επιλέξει κανείς ανάμεσα σε «Βυθισμένες άγκυρες», «Αγύριστο κεφάλι», «Μικρές νοθείες», «Ακροβάτης», «Ό,τι αγαπάς δεν τελειώνει» και την «Ελιωματούσα»; Παρόλα αυτά, μπορώ να πω ότι η κυπριακή μου ταυτότητα ξεχωρίζει «Τα όνειρα του Μάρτη». Είναι γνωστό ότι ο Πασχαλίδης έχει μια πιο ιδιαίτερη σχέση με την Κύπρο, με το συγκεκριμένο τραγούδι να αναφέρεται στη διαίρεση του νησιού, με την πράσινη γραμμή, μιλώντας μας για «γραμμές» που δεν έχουν σύνορα και κάποτε θα γεφυρωθούν.

Για όλα αυτά και άλλα πολλά, ζούμε για μια συναυλία του Μίλτου. Και όχι απλά γιατί γουστάρουμε τη μουσική του, αλλά γιατί η δική του «γλώσσα» δε χρειάζεται μετάφραση. Μέχρι την επόμενη φορά που θα μας θυμίσει και πάλι τι σημαίνει να πολεμάς για αυτά που θέλεις και να ζεις πραγματικά!

 

Συντάκτης: Τόνια Κωνσταντίνου