Προσπαθώ να γράψω αυτό το κείμενο εδώ και δύο μέρες. Έχω ανοίξει τον υπολογιστή, έχω φτιάξει καφέ, έχω καθίσει. Ξεκινάω να γράφω. «Μια μαμά διακόπτεται κάθε τρία λεπτά—», «μαμάαα πού είναι το μπλουζάκι με τις ρίγες;». Το σώζω, το αφήνω.

Τρία λεπτά μετά. Ξανακάθομαι. Πατάω delete, το ξαναγράφω. «Μια μαμά διακόπτεται κάθε τρία λεπτά». Και τότε ακούγεται το «μαμάααα, έπεσε το λάγκοοοο!». Δεν έχει σημασία τι είναι το λάγκο. Σημασία έχει ότι έπεσε. Και ότι εγώ πάλι διακόπηκα.

Αν αναρωτιέσαι πώς είναι να είσαι μαμά, ιδού: φαντάσου να δουλεύεις στον υπολογιστή και κάθε τρία λεπτά να πετάγεται ένα pop-up που λέει «Θα φάμε κάτι;», «Με αγαπάς περισσότερο από τον μπαμπά;» ή «Έχω κακά». Να κλείνεις το παράθυρο, και να ανοίγει άλλο. Κι άλλο. Κι άλλο. Δεν είναι μόνο σωματική η εξάντληση. Είναι ότι η προσοχή σου γίνεται χίλια κομμάτια. Κι όταν σπάει έτσι κάτι, δύσκολα το ξαναμαζεύεις.

Ο εγκέφαλος δεν προλαβαίνει να κάνει focus. Δεν μπαίνει ποτέ σε «ροή». Ξεκινάς να διαβάσεις, και ξαφνικά διαβάζεις τις οδηγίες του ντεπόν. Ξεκινάς να δουλέψεις, και βρίσκεσαι να ξεφλουδίζεις αγγουράκι. Ξεκινάς να δεις ένα βίντεο, και τελικά βλέπεις το ίδιο το παιδί να κάνει τον γάτο. Και δεν είναι μόνο τα παιδιά. Είναι και τα «μικρά» που σε ροκανίζουν: το πλυντήριο που τελείωσε, το μήνυμα που δεν απάντησες, η λίστα του σούπερ μάρκετ, το τηλέφωνο που χτυπάει. Ζεις σε ένα perpetual interruption, ένα μόνιμο «συγγνώμη, να πω κάτι;».

Αυτό έχει όνομα: mental load. Το διανοητικό φορτίο που κουβαλάς καθημερινά χωρίς να φαίνεται. Κανείς δεν το μετράει. Κανείς δε σου λέει «μπράβο που θυμήθηκες να πάρεις καινούρια οδοντόβουρτσα». Αλλά αν ξεχαστείς, το χάος είναι προ των πυλών. Η έννοια περιγράφηκε από τη γαλλίδα κοινωνιολόγο Monique Haicault ήδη από τη δεκαετία του ’80, για να εξηγήσει το «αόρατο» βάρος που σηκώνουν οι γυναίκες: ο προγραμματισμός, οι υπενθυμίσεις, η φροντίδα για τα πάντα που κανείς άλλος δε σκέφτεται. Έρευνες του OECD δείχνουν ότι οι μητέρες αφιερώνουν κατά μέσο όρο 1,5 έως 2,5 ώρες περισσότερη «αόρατη εργασία» την ημέρα σε σχέση με τους πατέρες — εργασία που δεν πληρώνεται, δε μετριέται, δεν αναγνωρίζεται.

Οι νευροεπιστήμονες ονομάζουν πιο επίσημα το αποτέλεσμα αυτού ως “cognitive switching cost” αφού κάθε φορά που σε διακόπτουν, ο εγκέφαλος χρειάζεται κατά μέσο όρο 23 λεπτά για να επιστρέψει σε πλήρη συγκέντρωση. Και ξέρεις τι είναι το πιο τρελό; Όταν, για λίγο, δε σε διακόπτει κανείς, δεν ξέρεις τι να κάνεις. Κοιτάς γύρω σαν χαμένη. Έχεις τόσο συνηθίσει να είσαι διαθέσιμη, που έχεις ξεχάσει να είσαι παρούσα. Σε εσένα. Οπότε όχι, δεν είναι απλό. Δεν είναι «έλα μωρέ, τι κάνεις όλη μέρα;». Κάνεις όλα. Σε διακοπές. Κι ύστερα ξαναπιάνεις το νήμα. Όχι από την αρχή. Από όπου πρόλαβες.

Το μόνο που ζητάμε δεν είναι να μη μας διακόπτουν ποτέ. Είναι να υπάρξει ένας χώρος την ημέρα, δικός μας, ήσυχος, χωρίς «μαμά» στο φόντο. Να θυμηθούμε ποια ήμασταν πριν γίνουμε η αυτόματη απάντηση σε όλα.

Γιατί κάθε τρία λεπτά, μπορεί να σταματάμε αυτό που κάνουμε. Αλλά δε σημαίνει ότι παύουμε να υπάρχουμε.

Συντάκτης: Στρατούλα Ανεμέλλη