Παλιά, που λέτε, οι μορφονιοί έβγαιναν με τις κιθάρες τους κάτω από το παράθυρο της αγαπημένης κι έπαιζαν ένα όμορφο κομμάτι, για να προβάλει εκείνη στο κατώφλι και να τους ράνει με λουλούδια. Αν έπαιζα εγώ, ίσως να έτρωγα ολόκληρη τη γλάστρα. Αλλά ας πάμε παρακάτω.

Στην εποχή των boomers —τη δική μου δηλαδή— τα πράγματα ήταν λίγο πιο απλά. Κατεβάζαμε την κασετοφωνάρα, κάναμε τον σταυρό μας να πετύχουμε το κομμάτι που θέλαμε στην κασέτα και να μη μας τη μασήσει το μηχάνημα, βάζαμε από πίσω κάτι μπαταρίες μεγέθους βυτιοφόρου και πατούσαμε play να παίξει το Eternal Flame από τις Bangles. Πιο mainstream, αλλά τα αποτελέσματα πάνω κάτω ίδια.

Σήμερα, και με αφορμή χθεσινή βόλτα στο χωριό, είδα παιδάκια που έβαζαν στο τέρμα το κινητό και έπαιζαν το αγαπημένο τους κομμάτι κάτω από το παράθυρο της κοπέλας. Τώρα, για το κομμάτι, δεν μπόρεσα να προσδιορίσω τα λόγια. Η μουσική, πάντως, ήταν κάτι σαν άνοιγμα κονσέρβας σε συνδυασμό με ξεβούλωμα νεροχύτη.

Θα ήθελα να δω την ιστορία να εξελίσσεται και στις επόμενες γενιές με άλλα μέσα. Ίσως να κάνουν καντάδα τηλεπαθητικά, ποιος ξέρει. Ένα μένει σταθερό πάντως: η γκρίνια της προηγούμενης γενιάς για την επόμενη. Θα έγραφα κι εγώ τα δικά μου για τη σημερινή γενιά, αλλά φοβάμαι μη χαρακτηριστώ γέρο-boomer.

Ας πω λοιπόν μόνο αυτό: O tempora, O mores.

Συντάκτης: Παναγιώτης Λαμπρίδης