Μαμά. Μια λέξη ιερή που ακούγεται γλυκιά, αλλά αν τη δεις εκ των έσω, κρύβει και απόγνωση, και γέλιο, και δάκρυα, και ιδρώτα, και ξεχασμένους καφέδες που κρύωσαν πριν καν πιεις την πρώτη γουλιά. Γιατί αν υπάρχει κάτι που σίγουρα κάνεις με μαεστρία ως μαμά, είναι να λες: «Είμαι καλά», με εκείνο το χαμόγελο που ξέρεις ότι ούτε εσύ η ίδια δε σε πιστεύεις.
Ένα «είμαι καλά» που μεταφράζεται ως εξής:
«Έχω κοιμηθεί συνολικά τέσσερις ώρες»
«Ο καφές πλέον δε με πιάνει»
«Αν ένας ακόμα άνθρωπος μου πει “χαλάρωσε”, θα τον κοιτάξω όπως κοιτάζω το παιδί μου όταν ρίχνει γάλα στο χαλί»
«Είμαι τόσο κουρασμένη, αλλά όταν το κεφάλι μου πέφτει στο μαξιλάρι δε σταματάνε οι σκέψεις: είμαι καλή μαμά, κάνω αρκετά, μήπως κάνω λάθη;»
Αλλά αν κάτσεις να τα πεις όλα αυτά δε φτάνει ούτε η μέρα ούτε η νύχτα, μη σου πω.
Γιατί μαμά, είναι να προσπαθείς να οργανώσεις το πρόγραμμα της ημέρας, όταν ξέρεις ότι σε ένα σπίτι με παιδιά πρόγραμμα δεν υπάρχει. Είναι να παλεύεις να φτιάξεις λίγο τη διατροφή σου, αλλά να καταλήγεις να τρως τα απομεινάρια του παιδιού σου «γιατί κρίμα είναι». Είναι να φτάνει 9 το πρωί και να αισθάνεσαι ότι ήδη έχεις τρέξει μαραθώνιο.
Και κάπου εκεί, στο βάθος, υπάρχει το κομμάτι σου που θέλει λίγη ησυχία, μια ανάσα· εκείνο το κομμάτι που έχει ξεχάσει πώς είναι να κάθεσαι απλά στον καναπέ χωρίς να σκαρφαλώνει κανένα μαïμουδάκι πάνω σου, εκείνο που κάνεις κάτι για σένα χωρίς κανένα «μαμάαααα» να σε διακόπτει, αλλά ταυτόχρονα νιώθεις τύψεις που το σκέφτηκες.
Κι όμως…
Η μητρότητα έχει και εκείνες τις μαγικές στιγμές που σου δίνουν ανάσα και ξαφνικά ισορροπούν το χάος. Εκείνο το «Μαμά, είσαι όμορφη» στις 7 το πρωί, με μαλλί-φωλιά και μάτια κουκουβάγιας. Εκείνο το γέλιο, το «Μαμά, σ’ αγαπώ», η ζεστή αγκαλιά, το χεράκι που σου χαϊδεύει το μάγουλο χωρίς λόγο και αυτά τα μάτια που σε κοιτάζουν σαν να είσαι όλος τους ο κόσμος. Στο τέλος της μέρας, η αλήθεια είναι πως για αυτά τα μάτια γίνονται όλα. Όσο χαοτικό και αν είναι μέσα σου, όσο κι αν παλεύεις ανάμεσα σε υποχρεώσεις, δουλειά, κούραση, ενοχές, στέκεσαι όρθια γιατί αυτά τα ματάκια σε παρακολουθούν.
Αυτό το μικρό ανθρωπάκι που κοιμάται δίπλα σου και μοιάζει με άγγελο — παρόλο που μια ώρα πριν έκανε το σπίτι θεματικό πάρκο — είναι ο λόγος που ξυπνάς, τρέχεις, αντέχεις και συνεχίζεις. Γιατί έτσι είναι φτιαγμένη μια μαμά: πέφτει αλλά ξανασηκώνεται, σπάει αλλά ανασυντάσσεται, με ένα βλέμμα, με ένα «Μανούλα, κοίτα». Γιατί ξέρει πως για αυτό το πλάσμα είναι ο Άτλας που κρατάει τον κόσμο στις πλάτες του· είναι η ασφάλεια, η παρηγοριά, το κέντρο του σύμπαντος του.
Παλεύοντας λοιπόν με τις ίδιες σκέψεις και ανησυχίες ως μαμά, θα σου πω πως και μόνο που προβληματίζεσαι για το αν είσαι αρκετή για το παιδί σου, είσαι.
Ξέρω ακριβώς πώς αισθάνεσαι ότι είναι όλος σου ο κόσμος, γιατί έχω και εγώ τον δικό μου. Τον Ανδρέα μου. Το ανθρωπάκι που άλλαξε τα πάντα. Που με έκανε δυνατή όταν νόμιζα ότι δεν είμαι. Που με έκανε τρυφερή όταν νόμιζα ότι δεν το έχω μέσα μου. Που μου έμαθε ότι η καρδιά της μαμάς έχει απέραντο χώρο που δεν τελειώνει ποτέ.
Μπορεί να μην είμαι πάντα καλά, αλλά όσο με παρακολουθεί αυτό το πλάσμα, όσο ακούω την ανάσα του να ηχεί ρυθμικά τις νύχτες, είμαι.
Μαμά, μην ξεχνάς πως κρατάς την παιδική ηλικία κάποιου στα χέρια σου.
