Κωνσταντίνα,

Σήμερα ξύπνησα με την έγνοια σου. Και λέω έγνοια, γιατί πέρα από τους δύο μήνες που ήμασταν μαζί, όνειρο έγινες στον ύπνο, στον ξύπνιο εφιάλτης. Σπάνια σε βλέπω στον ύπνο μου, αλλά αρκετά για να ξέρω ότι είσαι καλά. Δεν ξέρω αν είναι ευλογία ή κατάρα να σε ονειρεύομαι ακόμη, ενώ πέρασαν πέντε ολόκληρα χρόνια. Και να φανταστείς ότι δε σε συναντώ ποτέ και πουθενά. Έχω να σε δω από εκείνη την τυχαία συνάντηση τον Αύγουστο του 2023, στη νυκτερινή σου έξοδο στην παραλία. Ναι, θυμάμαι ακριβώς πότε ήταν. Έκτοτε, απλά σε σκέφτομαι κάθε μέρα, πανάθεμά σε. Και σπάνια, αλλά με σταθερή συνέπεια, σε βλέπω στον ύπνο μου — τις περισσότερες φορές, όταν δεν είμαι καλά στη ζωή μου.

Είχες, λέει, στο όνειρο έρθει στη δουλειά — εκεί που όλα ξεκίνησαν τόσο αναπάντεχα το 2020. Τι όμορφη που ήσουν. Ντυμένη προσεκτικά, περιποιημένη, μετρημένα χαμογελαστή, όλα στη θέση τους, όπως πάντα ήθελες. Δε θυμάμαι να μιλήσαμε. Μόνο θυμάμαι να σηκώνεσαι από δίπλα μου και να φεύγεις, να μπαίνεις σε εκείνο το αυτοκίνητο, ξαφνικά. Όπως ξαφνικά τελείωσαν όλα μεταξύ μας. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν, άλλωστε, να τελειώσουν;

Και γιατί στα γράφω όλα αυτά; Διότι δεν μπορώ, δεν έχω το δικαίωμα να στα πω. Διότι δεν έχω το δικαίωμα να σε ενοχλώ και να σε αναστατώνω. Οι ζωές μας συνεχίζονται, δίχως επιστροφή. Όλα στη θέση τους, όπως πάντα ήθελες. Αλλά, αν υπάρχει μια πιθανότητα να τα διαβάζεις τώρα, μια στο εκατομμύριο, θα ήθελα να το διεκδικήσω κι αυτό: να ξέρεις απλά, ότι σε είδα στον ύπνο μου.

“Ο καλός σου”

Συντάκτης: Guest Pillowfighter