Γράφει η Ευαγγελία Β.

 

Κι έρχεται η στιγμή που το δικό σου «για πάντα» παίρνει τις διαστάσεις του παρόντος. Νιώθεις πως δεν έχεις το δικαίωμα να αλλάξεις γνώμη σε κάτι που ο άλλος έχει αποφασίσει και για τους δυο σας. Και πώς μπορείς να εμποδίσεις εσύ αυτόν που αγαπάς να φύγει; Αν αγαπάς κάτι άστο να φύγει δε λένε; Πώς να στερήσεις την ελευθερία κάποιου που επιθυμεί δικαίως να ζήσει; Χωρίς εσένα όμως…

Εσύ σιωπηλά κι ας ουρλιάζεις μέσα σου, μαζεύεις τα πράγματά σου και τα κομμάτια σου μαζί. Όσα μπορέσεις, δηλαδή. Και την ψυχή σου; Τι την κάνεις; Πήγαινε μετά στο μαξιλάρι σου και κλάψε όσο θες, που την άφησες σε αυτόν γιατί νόμιζες ότι το αξίζει. Και τώρα τι θα κάνεις; Μα τι φοβήθηκες; Α, μάλιστα. Ξέρω… Τα έδωσες όλα μην τυχόν και κρατήσεις κάτι και για σένα, ε; Μην τυχόν και πει ότι δεν του έδωσες αυτό το κάτι παραπάνω…

Πάρε λοιπόν και τις ευθύνες σου μαζί και με τον καιρό κάνε και τον απολογισμό σου. Όχι δε φταις εσύ τελικά. Αν δεν είναι αμοιβαίο δε θα κρατήσει. Μην κλαις. Ξαναγύρισε, δεν ξαναγύρισε; Τι να το κάνεις; Φτιάχνει το πράγμα; Περισσότερος πόνος από πριν. Μέσα στην αμφιβολία… Μην κάνεις κανένα λάθος και τον χάσεις πάλι. Μα δεν πάει έτσι, το ξέρω… Δεν είναι έτσι η αγάπη!

Πόνεσα πολύ να ξέρεις. Δεν ήταν εύκολο κι ας το έκανα να φαίνεται. Για ‘σένα το έκανα, μην τυχόν μεγαλώνοντας έχεις απωθημένα. Και πώς να μην έχεις; Δυο παιδιά 23 χρονών ήμασταν. Πού ξέραμε τι θα συμβεί όταν αποφασίσαμε να μείνουμε μαζί. Κουράστηκες, μπούχτισες, ένιωσες παντρεμένος μου είπες.

Κι ας νόμιζα ότι ζούσα εγώ το παραμύθι. Ρίσκο, ναι. Το ξέρεις, όμως, ότι και ένα “delete” να μας πατούσαν στα όσα ζήσαμε, πάλι μαζί θα ξαναμέναμε και πάλι στα όρια θα φτάναμε. Δεν ήταν λάθος. Έτσι νιώθαμε. Θυμάσαι αλήθεια πώς νιώθαμε; Πάντα λέγαμε ότι ήταν διαφορετικό αυτό που είχαμε. Το λέγαμε, θυμάσαι; Δυο σύντροφοι, φίλοι κι εραστές μαζί…

Μα πώς έφυγες έτσι; Λένε πως δεν έχει σημασία πώς είναι κάποιος μέσα στη σχέση, αλλά το πώς φεύγει από αυτήν. Εσύ θυμάσαι πώς έφυγες; Τόσος πόνος γιατί; Καλύτερα να μην είχαμε υπάρξει μαζί. Τόσο όμορφες στιγμές κι άλλες τόσες ανοιχτές πληγές, που όποτε γυρνούσες φρόντιζες να παραμένουν ανοιχτές. Ναι, γυρνούσες και γυρνούσα κι εγώ, αλλά οι πληγές δε θεραπεύονταν, δεν έκλειναν. Και πώς να κλείσουν; Πώς να είμαι σίγουρη ότι δε θα φύγεις για άλλη μια φορά;

Έφυγες μια νύχτα οριστικά. Δεν πειράζει που προχώρησες κι ας έλεγες πως θέλεις να μείνεις μόνος. Ένα ταξίδι οι σχέσεις κι εσύ ξεκίνησες καινούργιο. Μπράβο σου. Μεγάλο βήμα που μπόρεσες και ξέχασες τόσο γρήγορα, που μπόρεσες να περάσεις από δίπλα μου έχοντάς την αγκαλιά. Μη σε νοιάξει για μένα. Δεν έγινε και τίποτα… Έμεινε κάποιος άλλος πίσω, τελικά, να δείχνει πόσο σημαντικός υπήρξες εσύ γι’ αυτόν. Έκανα το εγώ μου δικό σου κάθε φορά. Είμαι πιο δυνατή ή αγαπώ πιο δυνατά. Δεν ξέρω. Ο καθένας τις επιλογές του και ο χρόνος θα δείξει ποιος έκανε λάθος.

Αν μπορώ να ζητήσω κάτι τελευταίο είναι να μη γυρίσεις. Κάνε σαν να μην υπήρξαμε ποτέ μαζί. Δυο άγνωστοι.  Δυο άγνωστοι που ίσως κάποια μέρα να μπορέσουμε να ξαναγνωριστούμε και τότε το δικό μου «για πάντα» να γίνει και δικό σου…

Η «φάτσα» σου -αν το θυμάσαι.

 

 

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη