Ίσως κι εσύ να έχεις βρεθεί κάποτε σ’ ένα σκοτεινό σημείο. Να μην ξέρεις πού πας, να έχεις χάσει τον εαυτό σου και να ψάχνεις μια διέξοδο, έστω για μια ανάσα. Κάπου εδώ λοιπόν εμφανίστηκε ο Παναγιώτης Καραΐσκος ο οποίος ξέρει πολύ καλά πώς είναι αυτό. Γιατί πριν γίνει ο νικητής του 42ου Αυθεντικού Μαραθωνίου Αθηνών, πριν τον χειροκροτήσουν στο Καλλιμάρμαρο ως τον πρώτο Έλληνα δρομέα με χρόνο 2:20:53, ήταν απλώς ένα παιδί που πάλευε να σωθεί. Όχι από κάποιον άλλον, αλλά από τον ίδιο του τον εαυτό.
Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Πετρούπολη, ήταν ένα ζωηρό, δραστήριο παιδί, έκανε τζούντο, ποδόσφαιρο, αγαπούσε τη ζωή. Όμως, όπως ο ίδιος έχει εξομολογηθεί στη συγκλονιστική συνέντευξή του αναφέρει πως «στα 15,5 μου, από αθλητής έγινα χρήστης». Η πρώτη επαφή με τα νaρκωτικά ήρθε σαν παιχνίδι, μια δοκιμή που φαινόταν ακίνδυνη. Μα σύντομα, το παιχνίδι έγινε εφιάλτης. Η ηρωίνη μπήκε στη ζωή του, και τα επόμενα χρόνια πέρασαν μέσα σε ένα σκοτεινό τούνελ εθ1σμού, απώλειας και ενοχής. «Η χρήση των ναρκωτικών μού δημιουργούσε μια ψεύτικη απόδραση, μια ψευδαίσθηση αποδοχής και αγάπης», λέει ο ίδιος.

Κάπου εκεί, στη μέση της κατηφόρας, ήρθε η στιγμή της αλήθειας. Ένα μεγάλο δικαστήριο, μια ποινή που κρεμόταν πάνω του, και μέσα του μια φωνή που ψιθύριζε ή αλλάζεις, ή τελειώνεις εδώ. «Είπα στον εαυτό μου Ή θα αλλάξεις σελίδα στη ζωή σου ή αποδέξου ότι θα πεθάνεις», έχει παραδεχτεί. Δεν ήταν εύκολο …. ποτέ δεν είναι. Η απεξάρτηση δεν είναι μια ευθεία διαδρομή. Είναι μια ανηφόρα που σε πονάει, σε ρίχνει κάτω, σε κάνει να θέλεις να τα παρατήσεις. Μα εκείνος δεν το έκανε. Γιατί είχε κάτι που δεν έχουν όλοι….. αγάπη. «Η οικογένειά μου δεν με άφησε ποτέ. Ήταν εκεί, ακόμα κι όταν ήμουν στα πρόθυρα να μπω φυλακή ή μετά από υπερβολική δόση».

Και τότε ήρθε το τρέξιμο. Στην αρχή, ήταν απλώς ένα βήμα μακριά από το χθες. Μετά έγινε ρυθμός, έγινε θεραπεία. «Όταν έτρεχα, ένιωθα να αδειάζω, να καθαρίζω από μέσα μου», λέει. Η άσκηση έγινε η νέα του εξάρτηση, μια εξάρτηση που τον κρατούσε ζωντανό, καθαρό, παρόν. Κάθε μέρα έβαζε τα παπούτσια του και έτρεχε, όχι για να νικήσει κάποιον άλλον, αλλά για να αποδείξει στον εαυτό του πως μπορεί.

Κι ύστερα ήρθε ο Μαραθώνιος. Εκείνος ο δρόμος με τις ανηφόρες, τις στροφές, τις στιγμές που νομίζεις ότι δεν θα αντέξεις άλλο. Μα εκείνος άντεξε. Κι όταν έφτασε στο Καλλιμάρμαρο, δεν ήταν απλώς ένας νικητής. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε ξαναγεννηθεί. «Ποτέ να μην τα παρατάμε. Ποτέ δεν είναι αργά για τίποτα. Όταν βρεις κάτι που σε γεμίζει, μπορείς να αλλάξεις ζωή», είπε μετά τον τερματισμό του. Και ήταν αυτή η φράση που ακούστηκε πιο δυνατά απ’ όλα τα χειροκροτήματα.
Η ιστορία του Παναγιώτη δεν είναι απλώς μια αθλητική επιτυχία είναι ένα μάθημα ζωής. Μια υπενθύμιση ότι οι πιο μεγάλες νίκες κερδίζονται μέσα μας. Ότι μπορείς να πέσεις δέκα φορές και να σηκωθείς έντεκα. Ότι η ελπίδα δεν σβήνει, αρκεί να την κρατήσεις έστω με τα δόντια. Κι αν κάτι μας διδάσκει ο δικός του Μαραθώνιος, είναι πως δεν έχει σημασία πόσο αργά τρέχεις σημασία έχει να μη σταματήσεις.

Γιατί, στο τέλος, όλοι τρέχουμε τον δικό μας αγώνα. Άλλοι απέναντι στα ναρκωτικά, άλλοι απέναντι στον φόβο, στη θλίψη, στην απώλεια. Και ίσως, κάπου ανάμεσα στα δάκρυα, στον ιδρώτα, στην προσπάθεια, να βρούμε κι εμείς αυτό που βρήκε ο Παναγιώτης Καραΐσκος: τη δύναμη να συνεχίσουμε. Να κάνουμε ένα ακόμα βήμα. Να γίνουμε οι δικοί μας νικητές.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη
