Με τη βοήθεια του Σταμάτη Καραΐσκου, η Ηλιάνα Παπαγεωργίου και η Ζενεβιέβ Μαζαρί οδήγησαν τους παίκτες του φετινού GNTM σε αλλαγές με στόχο —όπως λένε— να αναδείξουν την πιο δυναμική εκδοχή τους. Το αναμενόμενο επεισόδιο του makeover, εκεί όπου «χτίζεται» η τηλεοπτική εικόνα των μοντέλων, προβλήθηκε και μαζί του έφερε αυτό που φέρνει κάθε χρονιά: δάκρυα, άγχος virality φυσικά, αλλά και ένα αίσθημα αναγκαστικής «μεταμόρφωσης» που δε μοιάζει τόσο λαμπερό όσο δείχνει στην οθόνη.
Κάποιοι παίκτες ήταν ενθουσιασμένοι. Άλλοι δυσκολεύτηκαν να αποχωριστούν το παλιό τους look. Και κάποιοι, όπως η Άννα, «λύγισαν» on camera, όταν άκουσαν πως το κούρεμά τους θα γίνει ακόμη πιο κοντό. «Να πω ότι δεν το περίμενα, θα είναι ψέμα. Καταλαβαίνω και εμπιστεύομαι αυτά που λέτε, αλλά εντάξει…» είπε δακρυσμένη.
Κι αυτή η σκηνή είναι γνώριμη, ας μη λέμε ψέματα. Κάθε χρόνο, στο GNTM, τα μοντέλα κλαίνε μπροστά στο ψαλίδι ενός ανθρώπου σούπερ ντούπερ έξπερτ, στον οποίο δεν μπορούν και δεν πρέπει να αντισταθούν αν θέλουν να μην είναι “οι ωραίες της γειτονιάς” και πιθανότατα προτεινόμενες-οι για αποχώρηση. Ένα ψαλίδι που καλείται να κόψει και ταυτότητες σταθερές, σχέσεις με το σώμα τους, χρόνια οικειότητας με τον εαυτό τους. Το makeover γίνεται σχεδόν τελετουργικό ξεγύμνωμα· ένα reality initiation που απαιτεί να αφήσεις πίσω σου αυτό που είσαι για να γίνεις αυτό που «πρέπει» να δει η κάμερα.
Είναι βία να κόβεις τα μαλλιά ενός ανθρώπου στην τηλεόραση όταν δε θέλει;
Στο επίπεδο της ψυχολογίας, τα μαλλιά δεν είναι απλώς εμφάνιση. Είναι μνήμη, ταυτότητα, έλεγχος, κομμάτι της αυτοεικόνας και της αυτονομίας. Το άγγιγμα στα μαλλιά είναι από τις πιο ευαίσθητες ζώνες προσωπικού χώρου. Το να τα κόβεις χωρίς ενθουσιασμένη συναίνεση είναι παρέμβαση σε κάτι βαθύτερο.
Στο reality αυτό ντύνεται με τον μανδύα της «επαγγελματικής εξέλιξης». Αλλά για τον άνθρωπο που κάθεται στην καρέκλα, η εμπειρία μπορεί να βιώνεται ως εξαναγκασμός, ως απώλεια ελέγχου και, ναι, ως μικρή μορφή τηλεοπτικής βίας. Τα δάκρυα της Άννας ήταν απλώς ένα πολύ ανθρώπινο, πολύ υπαρξιακό «δεν είμαι έτοιμη να αποχωριστώ αυτό το κομμάτι μου». Και αυτό δεν πρέπει να θεωρείται αστείο ή υπερβολικό.
Είναι παραβίαση;
Η συναίνεση στα realities είναι πάντα ένα θολό τοπίο. Οι παίκτες υπογράφουν συμβόλαια, ναι. Ξέρουν ότι θα υπάρξει makeover. Και όμως:
άλλο η τυπική συναίνεση, άλλο η συναισθηματική ετοιμότητα. Όταν ένας άνθρωπος κλαίει, τρέμει, ζητάει χρόνο, εξηγεί πως δυσκολεύεται, και παρ’ όλα αυτά η διαδικασία συνεχίζεται κανονικά, μπορούμε εύκολα να μιλήσουμε για παραβίαση ορίων. Όχι γιατί κάποιος κάνει κακό. Αλλά γιατί κάποιος αγνοεί το ψυχικό όριο του άλλου με στόχο την «εικόνα».
Και το GNTM το κάνει διαχρονικά, αν και φέτος το μαλάκωσε λιγάκι. Αν το δεις από απόσταση, μοιάζει σαν κάθε χρόνο η παραγωγή να χρειάζεται το τελετουργικό των κλάματος και του ψαλιδιού για να υπάρξει δράμα και σουσού. Σαν να είναι μέρος της συνταγής.
Όταν η Άννα είδε το τελικό αποτέλεσμα, είπε: «Δεν είναι ότι είναι κακό σαν κούρεμα… απλά εγώ δεν μπορώ να με δω όμορφη έτσι». Αυτή η φράση είναι ολόκληρη η ουσία: Γιατί έκλαιγε για τη μετάβαση από μια εκδοχή της που ξέρει, σε μια εκδοχή που δεν αναγνωρίζει. Αυτό είναι μια βαθιά ψυχολογική διαδικασία, ακόμα κι όταν γίνεται για “τηλεοπτικούς λόγους”. Και δε γίνεται λιγότερο σημαντική επειδή είναι reality.
Το makeover στο GNTM είναι ένα εργαλείο branding. Αλλά για τους παίκτες είναι στιγμές ευαλωτότητας, φόβου και απώλειας ελέγχου — όλα on camera. Και ίσως, κάποια στιγμή, αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει σοβαρά: Το να κόβεις τα μαλλιά ενός ανθρώπου που δε θέλει, μπροστά σε εκατοντάδες χιλιάδες θεατές, δεν είναι απλώς μέρος ενός παιχνιδιού. Είναι μια πράξη που αγγίζει βαθύτερες ψυχολογικές χορδές, και οφείλουμε να τη δούμε με την προσοχή που της αξίζει.