«Ε καλά τώρα σιγά», «Ξέρεις τι τραβάω εγώ», «Τα προβλήματά σου να είχα». Από εκεί που περίμενες να βρεις συμπαράσταση. Που αναζητούσες μια ματιά κατανόησης. Μία κουβέντα παρηγοριάς. Ένα χέρι να συναντήσει το δικό σου σε ένδειξη είμαι εδώ για σένα. Ένα χαμόγελο ως προάγγελο πως όλα θα πάνε καλά. Πάνω που προσπάθησες να εκφράσεις και να μοιραστείς όσα σε βαραίνουν, σε προβληματίζουν και σε πονούν. Εκεί που είχες ανάγκη κάποιον να ακούσει τι σε βασανίζει και σε απασχολεί.

Εκεί είναι που οι φράσεις αυτές σε αποστομώνουν. Σε σωπάζουν β1αια και σε φιμώνουν. Συνειδητοποιείς πως η φωνή σου δεν φτάνει μέχρι τον αποδέκτη σου και οι λέξεις σου συγκρούονται και θρυμματίζονται μπροστά σε αυτόν τον τοίχο απάθειας που έχει υψωθεί απέναντί σου.

Και εκεί πια σταματάς να μιλάς. Δεν έχει νόημα άλλωστε. Σ’ έχουν απορρίψει. Το βλέπεις και το αντιλαμβάνεσαι ότι δεν ακούγεσαι. Όχι περισσότερο απ’ ότι η χαμηλή μουσική υπόκρουση στους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ. Και μένεις με την πικρία μίας μισοτελειωμένης φράσης. Κοιτάζεις διστακτικά κάτω αριστερά. Πίνεις μια γουλιά από τον καφέ σου. Γλύφεις τα χείλη σου. Καταπίνεις ξερά και ετοιμάζεσαι να υπομείνεις έναν μονόλογο περιγραφής και απαρίθμησης άλλων προβλημάτων που σκοπό έχουν να σου αποδείξουν πόσο ασήμαντα είναι στην πραγματικότητα αυτά που εσύ τολμάς να χαρακτηρίζεις και να αποκαλείς προβλήματα.

Εάν έχεις χρησιμοποιήσει και εσύ τις φράσεις αυτές όταν κάποιος φίλος σου ήρθε κατατρεγμένος σε εσένα να σου πει τον πόνο του, λυπούμαστε αλλά δεν είστε υποψήφιος για το Όσκαρ καλύτερου φίλου. Σας ζητούμε να αποχωρίσετε και σας ευχόμαστε ολόψυχα καλή επιτυχία για του χρόνου πάλι, όταν θα έχετε βρει την χαμένη σας ενσυναίσθηση.

Διότι μόνο ως έλλειψη ενσυναίσθησης θα έπρεπε να εκλαμβάνεται και να ερμηνεύεται η ανόητη, αχρείαστη και πάνω απ’ όλα εγωκεντρική στάση να τοποθετείς σε μία ανταγωνιστική συνθήκη τις δυσκολίες και τα προβλήματα που έχεις να διαχειριστείς εσύ συγκριτικά με εκείνα που έχει να διαχειριστεί κάποιος άλλος.

Όταν ένας άνθρωπος στρέφεται σ’ εσένα να σου επικοινωνήσει κάποια ζητήματα που τον απασχολούν, εκείνη την ώρα το μόνο σίγουρο είναι πως δεν σε ανταγωνίζεται. Απλά σε χρειάζεται. Και όχι δεν εννοούμε ότι σε χρειάζεται να υποβαθμίσεις και να μειώσεις τις έγνοιες του, κάνοντάς τον να νιώθει γελοίος και αχάριστος που σπαταλάει τον χρόνο του να ασχολείται με ήσσονος σημασίας ζητήματα, την στιγμή που όπως του υπενθυμίζεις υπάρχουν άτομα που καλούνται να αντιμετωπίσουν σοβαρότερες καταστάσεις.

Πράγματι μπορεί αυτό το οποίο φαίνεται σε εκείνον πρόβλημα να είναι κάτι που στο δικό σου το μυαλό φαντάζει κυριολεκτικά μηδαμινό. Ίσως επειδή εσύ έχεις βιώσει ή βιώνεις μεγαλύτερες δυσκολίες. Ή επειδή δεν έχεις βρεθεί ποτέ σε αυτή ή παρόμοια θέση και δεν μπορείς να αντιληφθείς την συναισθηματική αναστάτωση και σύγχυση που αισθάνεται το άτομο. Αυτό ωστόσο δεν αναιρεί το γεγονός πως για τον συγκεκριμένο άνθρωπο αυτό που σου αναφέρει αποτελεί όντως πρόβλημα. Ένα ζήτημα το οποίο αποφάσισε να δείξει ευαλωτότητα και να το ανοίξει σε εσένα και να το μοιραστεί μαζί σου. Εάν θεωρείς πως εσύ έχεις μεγαλύτερα προβλήματα τότε ως φίλος που βρίσκεται ένα λέβελ παρακάτω στην ζωή θα έπρεπε να τον συμβουλεύσεις από την εμπειρία σου, να του σταθείς και να τον ησυχάσεις. Εάν πάλι δεν έχεις βρεθεί ποτέ σε παρόμοια κατάσταση αυτό που έχεις απλά να κάνεις είναι να τον αφήσεις να σου μιλήσει, να προσπαθήσεις όσο μπορείς να τον καταλάβεις και μέσα από την συζήτηση πιθανότατα να του δώσεις μία διαφορετική οπτική των πραγμάτων.

Το να αντιγυρίσεις πάντως σε έναν άνθρωπο που δεν είναι καλά και σου ζητάει να του συμπαρασταθείς με τα δικά σου, τα μεγαλύτερα προβλήματα, σίγουρα δεν είναι κάτι που χρειάζεται και ας είμαστε ειλικρινείς δεν εξυπηρετεί και κανέναν. Είναι σαν να λες σε κάποιον που έχει σπάσει το πόδι του, να μην στεναχωριέται γιατί κάποιοι άλλοι αναγκάζονται να υποβληθούν σε εγχειρήσεις υψηλής επικινδυνότητας και ρίσκου που μπορεί να κοστίσουν την ζωή τους. Σίγουρα και σύμφωνοι πως δεν είναι τόσο σοβαρό με ένα κάταγμα. Δεν παύει όμως και το κάταγμα να είναι ένας πόνος. Εξάλλου δεν βρίσκονται όλοι οι άνθρωποι ταυτόχρονα στο ίδιο επίπεδο και στάδιο ζωής. Κάτι που εμείς μπορεί να το έχουμε ήδη αντιμετωπίσει, διαχειριστεί και ξεπεράσει για κάποιον άλλον να είναι η πρώτη φορά που καλείται να αναμετρηθεί με μία τέτοια κατάσταση. Διότι σίγουρα τα μαθηματικά της Β’ Λυκείου είναι πολύ πιο δύσκολα από εκείνα της πρώτης δημοτικού. Δεν μπορείς όμως να κατηγορήσεις ένα επτάχρονο παιδάκι που δυσκολεύεται στην πρόσθεση. Ούτε μπορείς να αναμένεις από εκείνο να μπορεί να λύνει ανισώσεις. Γιατί; Γιατί δεν βρίσκεται ακόμη στο στάδιο αυτό. Εννοείται πως θα βρεθεί κάποια στιγμή. Και μάλλον η πρόσθεση που άλλοτε το δυσκόλευε να του φαίνεται γελοία. Αλλά όχι τώρα. Όχι ακόμη. Δεν είναι ακόμη η στιγμή. Αυτήν την στιγμή η πρόσθεση είναι για αυτό το παιδάκι είναι ένα πρόβλημα όσο γελοίο και να φαντάζει αυτό σε έμας.

Δεν είναι ένας αγώνας. Δεν ψάχνουμε να βρούμε και να στέψουμε τον ήρωα της ημέρας. Δεν χρειάζεται επομένως να παλεύουμε να αποδείξουμε ότι η δική μας η ζωή μας τα έχει φέρει πιο στραβά από ότι στους άλλους αλλά ότι εμείς παρόλα αυτά τα καταφέρνουμε καλύτερα από τους υπόλοιπους.

Το ευτύχημα, το πραγματικά επιθυμητό και ουσιαστικά ουτοπικό θα ήταν να μην έχει κανένας κανένα πρόβλημα. Να είναι τόσο ομαλή η ζωή ώστε να μην μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι έχει σοβαρότερα προβλήματα. Στην πραγματικότητα ωστόσο, κυριολεκτικά ο καθένας έχει να αντιμετωπίσει τις δικές του δυσκολίες. Μικρότερες ή μεγαλύτερες, ποιοτικά διαφορετικές μεταξύ τους και κάτω από τελείως διαφορετικές συνθήκες για τον κάθε άνθρωπο, ώστε να είναι παντελώς και ολοκληρωτικά άδικο να ζυγιάζονται και να συγκρίνονται.

Την επόμενη φορά λοιπόν που θα νιώσεις την ανάγκη να πεις σε κάποιον ότι αυτά δεν είναι πραγματικά προβλήματα, προσπάθησε να μην τον επικρίνεις αλλά να τον κατανοήσεις. Διότι μπορεί εσύ να βρίσκεσαι τώρα σε θέση να λύνεις ανισώσεις αλλά ο άνθρωπος απέναντί σου να βρίσκεται στο σημείο όπου ακόμη μαθαίνει πρόσθεση.

Ένα σημείο στο οποίο βρέθηκες κάποτε και εσύ και από το οποίο έπρεπε να περάσεις για να μπορείς σήμερα να διατείνεσαι ότι έχεις να αντιμετωπίσεις μεγαλύτερα και σοβαρότερα πράγματα.

Συντάκτης: Παναγιώτα Παπακωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη