«Μαμά, όταν μεγαλώσω θα γίνω….». Και ποιος δεν έχει πει αυτή τη φράση; Μόνο που πολύ λίγοι ήταν αυτοί που κράτησαν την υπόσχεσή τους, που δεν ξέχασαν το όνειρό τους. Οι περισσότεροι ούτε που ‘χαν φανταστεί την καριέρα που ακολούθησαν τελικά, καθώς πήγαν εκεί που η ζωή αποφάσισε να τους κατευθύνει.

Βιαζόμασταν να μεγαλώσουμε και τι καταλάβαμε; Οκτάωρο –στην καλύτερη– ξεπάτωμα στη δουλειά! Ευτυχώς, υπάρχουν κι οι τυχεροί που έχουν ένα άτομο εκεί να μιλήσουν, να γελάσουν και κάπως ξεγελάνε τον χρόνο, να περάσει λίγο πιο γρήγορα. Σαφώς και παίζει ρόλο το με ποιους δουλεύεις, ίσως και μεγαλύτερο απ’ το πάνω σε τι δουλεύεις.

Μέσα, λοιπόν, στο πλήθος των εργαζομένων (δεν είναι δα και πολύ μεγάλο -Ελλαδάρα μου!) υπάρχουν κι αυτοί που τα έχουν μπλέξει λίγο. Μα το ‘χουμε πει, παιδιά. Δύο πράγματα δεν μπλέκεις με τα επαγγελματικά σου∙ γκομενικά κι οικογένεια. Εντάξει, η σχέση πάει κι έρχεται, ο έρωτας δεν ελέγχεται και, εξάλλου, δε σε κρατάει και κανείς με το ζόρι αλλά η οικογένεια;

Σαν σκέψη, αρχικά, δε σου ακούγεται τόσο κακό να δουλέψεις μαζί με την αδερφή σου, τον ξάδερφό σου, τον θείο σου και γενικά το σόι σου -με εξαίρεση εκείνον τον συγγενή που σου την δίνει στα νεύρα. Λοιπόν, συμφωνώ! Και με την άρνησή σου για το συγκεκριμένο άτομο και για τα προνόμια του να δουλεύεις με δικούς σου ανθρώπους. Είσαι ευνοημένος. Ειδικά αν ο συγγενής σου είναι το αφεντικό. Εξαρχής αποκτάς τον σεβασμό των υπολοίπων συναδέλφων σου, ίσως όχι για τον σωστό λόγο αλλά ας σταθούμε στο αποτέλεσμα. Ποιος να τα βάλει μαζί σου; Ανήκεις στο σόι του αφεντικού. Ίσως η αρχή να ‘ναι ευκολότερη για σένα απ’ ό,τι ήταν για τους άλλους. Θα σε κατευθύνει και πιθανόν να μην κρίνει τόσο αυστηρά τα τυχόν πρώτα σου λάθη.

Όλα, όμως, τα πλεονεκτήματα αυτά αφορούν μάλλον τον πρώτο καιρό και δεν ισχύουν σε όλες τις περιπτώσεις, ούτε είναι αρκετά για να κλίνουν τη ζυγαριά προς αυτήν την κατεύθυνση. Αντίθετα, όπως όλα δείχνουν, είναι περισσότερα τα αρνητικά του να εργάζεσαι με κάποιον συγγενή παρά τα θετικά. Δεν επηρεάζεται μόνο η δουλειά σου απ’ τη συγγένεια αλλά κι η συγγένεια απ’ τη δουλειά. Ένας κανόνας του υγιούς εργαζομένου είναι να αφήνει τα επαγγελματικά του έξω απ’ το σπίτι του και τα προβλήματα της καθημερινότητάς του έξω απ’ τον εργασιακό του χώρο. Πώς θα το κάνεις, όμως, αυτό, όταν στη δουλειά σου έρχεσαι καθημερινά σε επαφή με την οικογένειά σου, όταν μπαίνει στο σπίτι σου και συχνά-πυκνά τσιμπολογάει μαζί σου στα Κυριακάτικα τραπέζια;

Τις ώρες που περνάτε στη δουλειά θα πείτε για το σόι, για το τι κάνει ο παππούς, γιατί δε μιλάς με την ξαδέρφη σου, θα σκαλίσετε κοινές αναμνήσεις από μαζώξεις και γιορτές και πάνω στην ένταση της δουλειάς και την άνεση της οικειότητας δεν είναι απίθανο να θυμηθείτε μια παλιά διαφωνία σας ή μια παρεξήγηση που νόμιζες πως είχε ξεχαστεί. Αυτή, λοιπόν, θα γίνει αφορμή για έναν νέο γύρο εντάσεων, που ίσως ξεφύγει απ’ τα όρια της επαγγελματικής σχέσης. Γενικότερα, είναι δύσκολο να κρατήσεις τις ισορροπίες και τις αποστάσεις.

Και τότε ξεκινάνε τα προβλήματα εντός. Οικογένειες έτοιμες να υπερασπιστούν ή να δικάσουν, λόγια που περίμεναν την κατάλληλη στιγμή να ειπωθούν κι αν μιλάμε για την ενδεχόμενη περίπτωση να ‘σαι υπάλληλος του συγγενή σου, ετοιμάσου για εκδίκηση! Ναι, καμιά φορά η απόλυση είναι η εύκολη λύση, είναι το όπλο του αδύναμου που περνιέται για δυνατός. Και κάπως έτσι κλείνουν τα σπίτια.

Μπορεί, βέβαια, η κατάσταση να μη βγει εντελώς εκτός ορίων. Καλύτερα, όμως, να ‘χεις στον νου σου το χειρότερο σενάριο, για να ‘σαι προετοιμασμένος για όλα τα μικρά εμπόδια, που ενδεχομένως να συναντήσεις. Άσχετα με το φορτίο των υποχρεώσεών σου, δε θα ‘χεις ευκαιρία για ξεκούραση σχεδόν ποτέ. Τουλάχιστον όχι τόση ώστε να μπορείς να αποβάλλεις απ’ το μυαλό σου τη δουλειά για παραπάνω από 24 ώρες.

Η οικειότητα μπορεί να ‘ναι το καλύτερο πράγμα όταν αναπτύσσεται και συντηρείται με σεβασμό, γίνεται όμως το χειρότερο όταν εκμεταλλεύεται και καταπατιέται. Κι είναι σίγουρο ότι αυτό θα συμβεί∙ είτε μέσω υπερωριών, που θα πρέπει ξαφνικά να κάνεις, γιατί «Έλα, ρε συ, αφού ξέρω ότι δεν έχεις κάτι να κάνεις σήμερα, μου το είπε η μάνα σου χθες κι εξάλλου από ποιον να το ζητήσω; Απ’ τον Κωστάκη που ‘ναι ξένος; Αφού εσύ είσαι οικογένεια» είτε μέσω τηλεφώνων Κυριακή πρωί, τύπου «Χρειάζομαι μια διευκρίνηση. Θυμάσαι τον τάδε πελάτη; Άνοιξε μία το PC και τσέκαρε αυτό κι αυτό». Ε, μη στραβώνεις, είπαμε ο Κωστάκης είναι ξένος, ενώ εσύ είσαι οικογένεια. Το χειρότερο σε αυτή την ατάκα-δικαιολογία είναι πως δε σου αφήνει καν περιθώρια να αρνηθείς, αφού σε χτυπάει στο φιλότιμο.

Το βασικό πρόβλημα, όμως, είναι άλλο. Καλώς για κάποιους, κακώς για μερικούς άλλους πιο ρομαντικούς, ζούμε πλέον σε μία κοινωνία υλισμού. Τα χρήματα αποτελούν προτεραιότητα, ειδικά σήμερα, όπου το ευ ζην δεν είναι πλέον αυτονόητο αλλά ζητούμενο. Στις περιπτώσεις αυτές, η συγγένεια κείτεται κάτω απ’ το μαχαίρι που γράφει αδυναμία διαχείρισης των ρόλων. Είναι θέμα χρόνου, λοιπόν, να πέσει.

Ή συγγενείς ή συνάδελφοι, η συνύπαρξη και των δύο ρόλων είναι τόσο δύσκολη έως κι ακατόρθωτη. Ειδικότερα όταν ανάμεσά τους χαμογελάει ειρωνικά κι ο μισθός του μήνα.

 

Συντάκτης: Πέννυ Λουπάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη