Τριάντα και κάτι· ο αριθμός που όταν είσαι στα δεκαοκτώ σου φαντάζει πολύ μακρινός κι όταν περάσεις τα είκοσι πέντε, δεν παίρνεις χαμπάρι πόσο γρήγορα έφτασε και σου χτύπησε και ‘σένα την πόρτα η τρίτη δεκαετία.

Είναι ο αριθμός που, στην αρχή τουλάχιστον, κάποιους τους τρομάζει. Φοβούνται να τον παραδεχτούν, γιατί πιστεύουν πως γερνάνε -σκέψη που ακούγεται αστεία, αν και κάπως δικαιολογημένη. Αυτομάτως τρέχει το μυαλό τους στα σαράντα, και την ιδέα ότι δε θα προλάβουν να συνειδητοποιήσουν πάλι πόσο γρήγορα θα περάσει κι αυτή η δεκαετία από μπροστά τους, με την ίδια ιλιγγιώδη ταχύτητα που έφυγε κι αυτή των είκοσι.

Γιατί, όμως, μιλάμε τόσο για αριθμούς χωρίς να βλέπουμε την πραγματική ουσία που κρύβεται μέσα σε αυτούς; Όλες οι φάσεις της ζωής μας είναι διαφορετικές κι όλες βρίσκονται εκεί για κάποιο λόγο.

Στα δεκαοκτώ, σίγουρα, οι ανάγκες που έχει ένας άνθρωπος κι οι εμπειρίες που θέλει να ζήσει σε σύγκριση με τις ανάγκες και τις εμπειρίες που θέλει κι έχει ζήσει στα τριάντα διαφέρουν. Είναι, όμως, στάδια που όλοι περνάμε κι, αν αφαιρέσουμε τους αριθμούς, ο καθένας τα περνάει όταν είναι η ώρα του να τα περάσει, ασχέτως τι γράφει η ταυτότητα και πόσα κεράκια έσβησε στην τελευταία τούρτα.

Ένα σώμα απ’ τα δεκαοκτώ μέχρι τα τριάντα διαφέρει επίσης. Στα δεκαοκτώ έχει βγει απ’ την εφηβεία, έχει πρωτοσχηματιστεί. Για κάποιους αυτές οι πρώτες αλλαγές στο σώμα προσδίδουν ευχαρίστηση και για κάποιους απογοήτευση. Ένα σφριγηλό και νεανικό κορμί κανείς δεν έχει λόγο να το κρύψει. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι λίγοι εκείνοι που το κοιτούν με μίσος ή ντροπή μπροστά από έναν καθρέφτη. Ό,τι δεν αγγίζει τα τέλεια πρότυπα της εποχής απορρίπτεται κι έτσι καταντήσαμε να μην αγκαλιάζουμε το σώμα μας, κι ας μιλάει η ψυχή μας μέσα απ’ αυτό.

Μπαίνοντας στα τριάντα, ευτυχώς αυτό αλλάζει. Οι αμφιβολίες μειώνονται, η ανησυχία τι θα πουν οι άλλοι και πώς σε βλέπουν, σβήνει. Συνειδητοποιείς πως είσαι αυτός που είσαι. Αρχίζεις να αγαπάς τον εαυτό σου ουσιαστικά και κατ’ επέκταση να αποδέχεσαι το σώμα σου όπως ακριβώς είναι∙ με τις ρυτίδες του, τις ραγάδες του, τις ατέλειές του. Σταματάς να ενδιαφέρεσαι για το άπιαστο αψεγάδιαστο κι αρχίζεις να γουστάρεις στα αλήθεια το ποιος είσαι. Καταλαβαίνεις πως έχασες πολύ χρόνο να σε πολεμάς και πως όσο νωρίτερα γίνεις φίλος με αυτό που συναντάς στον καθρέφτη σου, τόσο πιο ευτυχισμένος θα ‘σαι.

Μεταμορφώνεσαι εσωτερικά κι εξωτερικά. Κάτι απ’ την ωριμότητά σου χωράει στο πρόσωπο και τα μαλλιά σου. Το πρώτο γίνεται καμβάς όσων έζησες και μερικές άσπρες τρίχες θυμίζουν άγχη, αγωνίες αλλά και τις φορές που τα κατάφερες -κι οι πτώσεις μες στο πρόγραμμα είναι. Κάτω απ’ τα μάτια σου φωλιάζουν τα χρόνια που γέλασες μέχρι τώρα, οι φορές που έκλαψες, οι ενθουσιασμοί κι οι απογοητεύσεις.

Αρχίζεις να προσέχεις περισσότερο εσένα, αναθεωρείς και πλέον ξέρεις καλύτερα τι θες και τι δε θες. Δεν αναλώνεσαι πια σε σχέσεις, φιλίες, εξόδους χωρίς σκοπό, ούτε χαρίζεσαι εύκολα. Σέβεσαι πολύ παραπάνω εσένα και τα λάθη σου έγιναν τα πιο γερά θεμέλιά σου. Μακάρι αυτά που ξέρεις τώρα να τα ‘ξερες στα δεκαοκτώ και στα είκοσι, μα το ρολόι πίσω δε γυρνάει και χαίρεσαι που τουλάχιστον τα είδες τώρα όλα καθαρά.

Πριν ο χρόνος περάσει και πριν όλα γίνουν ανάμνηση, φρόντισε να συμφιλιωθείς με αυτό που κουβαλάς. Όταν ξέρεις την ψυχή σου, δε σε νοιάζει το έξω σου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως παραιτείσαι. Όταν γνωρίζεις εσένα, είτε σχηματίσεις γύρω απ’ τα μάτια σου ρυτίδες, είτε πάρεις περισσότερο βάρος, είτε χάσεις και δημιουργήσεις ραγάδες, σου φτάνει μόνο να ξέρεις πως είσαι εσύ. Η εικόνα μας, αν δε μας κάνει να νιώθουμε καλά με μας, αλλάζει σχετικά εύκολα. Η ψυχή μας είναι αυτή που θέλει πολλή δουλειά και που συνήθως μένει αναλλοίωτη.

Φρόντισε να τα ‘χεις καλά με τον εαυτό σου, γιατί με αυτόν θα αναμετρηθείς στο τέλος κι αυτός θα σου μείνει μονάχα. Κι αν του χρωστάς; Φρόντισε να τον ξοφλήσεις γρήγορα. Δε του αρέσουν οι ανοιχτοί λογαριασμοί.

Συντάκτης: Θέλγια Γρύλλη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη