Τι σκέφτεται κανείς στο άκουσμα της λέξης UNICEF; Τριτοκοσμικές χώρες, παιδάκια ξυπόλυτα να πίνουν λασπωμένα νερά, φτώχεια, εξαθλίωση. Σε κάθε περίπτωση κάτι μακρινό από εμάς, άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας που περιμένουν τη βοήθειά μας, για να συνεχίσουν να επιβιώνουν. Ή έτσι νομίζουμε. Η ανάγκη μιας χώρας για αρωγή της UNICEF δε γνωρίζει σύνορα, χρώματα, φυλές, παρά μόνο έναν παράγοντα: τα παιδιά. Η Ελλάδα κλήθηκε ν’ αντιμετωπίσει, για πρώτη φορά μέσω επίσημων φορέων, μια κρυφή παραδοχή χρόνων: πως είναι η χειρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να είσαι παιδί. Εκπλήσσεται, άραγε, κανείς;

Για πρώτη φόρα στα 76 χρόνια λειτουργίας της η UNICEF εργάζεται εντατικά σε μια χώρα με υψηλό εισόδημα και μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι η Ελλάδα. Βέβαια, ως χώρα δε μας τιμά ιδιαίτερα η πρωτιά μας αυτή. Τι συνέβη, όμως κι οδήγησε σ’ αυτό το βήμα; Ο κύριος Λουτσιάνο Καλεστίνι ο πρώτος επίσημος εκπρόσωπος της UNICEF στην Ελλάδα, ζει και δραστηριοποιείται στη χώρα μας ήδη 1,5 χρόνο, πρόκειται να μείνει για 2,5 ακόμα κι έχει να μας πει κάτι πολύ σοβαρό.

Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή» ανέφερε πως «Η Ελλάδα μπορεί να ισχυριστεί πως είναι η χειρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να είσαι παιδί». Σ’ ένα πρώτο άκουσμα, η άποψη προκαλεί σοκ. Ακόμα κι αν μέσα σου το ήξερες, είναι επώδυνο να επικυρώνεται από έναν τόσο σπουδαίο οργανισμό. Ίσως οι παλαιότερες γενιές αρνηθούν αυτή τη θέση, να σκεφτούν τις ευνοϊκότερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στα δικά τους παιδικά χρόνια, την απλότητα που επικρατούσε άλλοτε σε σύγκριση με τον περίπλοκο σύγχρονο κόσμο. Οι νεότεροι αγανακτούμε. Ένας ακόμα λίθος προστίθεται στο βουνό της κοινωνικής απελπισίας μας. Πώς να ζήσουμε στη χώρα μας, όταν όλα μας φωνάζουν να φύγουμε μακριά;

Ας φύγουμε από το στάδιο της άρνησης κι ας προσπαθήσουμε να μιλήσουμε αντικειμενικά. Ο κ. Καλεστίνι στη συνέντευξή του ανέφερε ότι στη διαπίστωση αυτή οδήγησαν πληθώρα δεικτών όπως η παιδική παχυσαρκία, η παιδική φτώχεια κι η ψυχική υγεία των παιδιών. Στον τομέα της παιδικής παχυσαρκίας, η Ελλάδα καταλαμβάνει άλλη μια θλιβερή πρωτιά ανάμεσα στις χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης με το 33,3% των παιδιών να είναι παχύσαρκα, ποσοστό που σκαρφαλώνει στο 41,2% στις ηλικίες 10-12 ετών. Οι διατροφικοί στόχοι που έχουν τεθεί από ευρωπαϊκούς φορείς, στη χώρα μας παραγνωρίζονται, ενώ τα χαμηλά εισοδήματα πολλών οικογενειών δεν αρκούν για να καλύψουν τις διατροφικές ανάγκες των παιδιών. Ένα στα δύο παιδιά οικογενειών με χαμηλό εισόδημα στη χώρα δεν μπορεί να έχει καθημερινή πρόσβαση σε φρούτα και λαχανικά, την ίδια στιγμή που φράσεις που ακούγονται σε κάθε ελληνικό νοικοκυριού όπως «φάε το φαγητό σου», «θα γίνει μπόι», «η δύναμή σου έμεινε, τι πάει να πει χόρτασες;» κι η κορωνίδα όλων «αν δεν αδειάσεις το πιάτο σου θα σε πάρει η αστυνομία/ ο μπαμπούλας/ ο γύφτος» δημιουργούν από μικρή ηλικία μια προβληματική σχέση των παιδιών με το φαγητό και κάθε γιαγιά κλαίει σπαρακτικά μ’ ένα πιάτο φαγητό στο χέρι.

Στον τομέα της παιδικής φτώχειας, η Ελλάδα βρίσκεται στην 3η θέση στις χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης με ποσοστό 31%. Προηγούνται η Ρουμανία με 38,1% και η Βουλγαρία με 33,7%. Ο κίνδυνος κάποιο παιδί να υποπέσει σε συνθήκες φτώχειας ανέρχεται στο τρομακτικό ποσοστό του 21,4%. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πόσα προβλήματα, αναφορικά με την ποιότητα ζωής ενός παιδιού στη χώρα, ανακύπτουν από την παιδική φτώχεια. Λιγότερες ευκαιρίες στην παιδεία, την εκπαίδευση και τις εξωσχολικές δραστηριότητες, μειωμένη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και ψυχολογικές επιπτώσεις από τη διαβίωση σε περιβάλλον με οικονομικά προβλήματα αποτελούν τον κορμό του δέντρου των επιπτώσεων, το οποίο δυστυχώς έχει πολλά κλαδιά.. Έχουν δίκιο οι παλιοί. Γιατί οι νέοι δεν κάνουν οικογένεια πλέον; Όλα είναι τόσο ευνοϊκά!

Η ψυχική υγεία αποτελεί ακόμα θέμα ταμπού για μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας κι αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να καταλάβει κανείς τι επικρατεί στη χώρα. Μπορεί ο μεσογειακός ήλιος να καταφέρνει να διατηρεί τα ποσοστά αυτοκτονιών σε νέους κι εφήβους στα χαμηλότερα επίπεδα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως τα ποσοστά άγχους σε παιδιά και νέους αυξάνονται δραματικά, ιδιαίτερα μετά την πανδημία COVID. Ένα παιδί στην Ελλάδα ξεχνά να είναι παιδί. Έχει υποχρεώσεις ανάλογες με ενός ενήλικα κι οι ώμοι του καλούνται να σηκώσουν ένα βάρος αβάσταχτο.

Ο κ. Καλεστίνι δεν έμεινε εκεί. Προχώρησε σε ενδελεχή παράθεση των λόγων για τους οποίους οι δείκτες αναφοράς είναι τόσο δυσμενείς στη χώρα μας, μια ανάλυση που ίσως έφερε σε πολύ δύσκολη θέση τα μέλη του ελληνικού Κοινοβουλίου. Πρωτίστως κούνησε το δάχτυλο σε κάθε κυβέρνηση της Ελλάδας τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, καθώς καμία δεν κατάφερε να φέρει μια ολοκληρωμένη πολιτική ατζέντα με γνώμονα τα παιδιά. Έχουν υπάρξει αξιόλογες προσπάθειες με πλήθος σχετικών νόμων, χωρίς όμως να έχουν καθοριστεί οι στόχοι, τα χρονικά πλαίσια, το κόστος και οι υπεύθυνοι για την εφαρμογή τους. Κάποιοι θα έλεγαν ότι τα παιδιά χρησιμοποιούνται ως μέσο επίκλησης στο συναίσθημα των ψηφοφόρων σε προεκλογικές περιόδους και μετά ξεχνιούνται. Όχι εμείς, κάποιοι άλλοι, πιο πονηρεμένοι.

Όποιες υπηρεσίες, τελικά, φτάνουν στα παιδιά δεν έχουν την επιθυμητή κι αναγκαία ποιότητα. Η έννοια της κοινωνικής προστασίας δεν έχει υπόσταση ενώ η ποιότητα της δημόσιας εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης δεν επαρκεί για να θελήσει κάποιος να φέρει στον κόσμο ένα παιδί στην Ελλάδα. Ως χώρα ξοδεύουμε ετησίως περίπου 60% λιγότερα χρήματα στην εκπαίδευση κάθε παιδιού σε σχέση με μια μέση χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (7000€ έναντι 2688€) με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την παρεχόμενη παιδεία. Χαμηλόμισθοι, μεγάλης ηλικίας δάσκαλοι αναλαμβάνουν τη διαπαιδαγώγησης της νέας γενιάς κι η παραπαιδεία ανθίζει σε ένα σύστημα βαθμοθηρικό με τα παιδιά σε ρόλο αλόγου που κυνηγά το καρότο της εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο. Στον τομέα της υγείας οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκότερες, καθώς η Ελλάδα έρχεται 2η σε ποσοστό ακάλυπτων αναγκών υγείας με ποσοστό 10%. Το κόστος, η εγγύτητα κι η προσβασιμότητα των δημοσίων δομών καθιστούν δυσχερή την αντιμετώπιση των αναγκών των παιδιών, ιδίως εάν αυτά ανήκουν στα χαμηλά οικονομικά στρώματα, είναι παιδιά μεταναστών ή Ρομά ή διαμένουν εκτός αστικών κέντρων.

Σύμφωνα με τον κ. Καλεστίνι η χώρα μας απειλείται με «εθνικό αυτοτραυματισμό» λόγω των λάθος δημοσιονομικών επιλογών της. Οι ανάγκες των παιδιών δεν έρχονται σε πρώτο πλάνο κι έτσι αυτά θα κληθούν αργότερα να συντηρούν έναν διαρκώς γηραιότερο πληθυσμό, αντιμετωπίζοντας παράλληλα πληθώρα κοινωνικών ζητημάτων, παρακαταθήκη των προηγούμενων γενεών. Κλιματική αλλαγή, προσφυγικό και κοινωνικές ανισότητες θα ταλανίσουν σε κάποια χρόνια τα σημερινά παιδιά, προδιαγράφοντας ήδη ένα μέλλον με χαμηλότερες βλέψεις προς την ευτυχία. Ευχαριστούμε για τον κόσμο που μας αφήνετε. Κάνατε ό,τι μπορούσατε για να τον καταστρέψετε, μαζί με τα όνειρά μας. Με εκτίμηση, τα παιδιά σας (που δε θέλουν να κάνουν παιδιά. Όχι εδώ.).

Η ανάγκη διαφύλαξης των παιδικών δικαιωμάτων αποτελεί πανευρωπαϊκό ζήτημα. Για τον λόγο αυτό εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2021 η Ευρωπαϊκή Εγγύηση για τα Παιδιά, με στόχο την αποτελεσματική κι ελεύθερη πρόσβαση των παιδιών σε ποιοτικές υπηρεσίες προσχολικής εκπαίδευσης και φροντίδας, παιδείας, υγειονομικής περίθαλψης, διατροφής κι επαρκούς στέγασης. Μπορεί η τρέχουσα κατάσταση στη χώρα μας να είναι η χειρότερη δυνατή, για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, έχουν όμως τεθεί οι βάσεις μιας ουσιαστικής αλλαγής. Θέλει πολλή δουλειά σε κοινωνικό, πολιτικό αλλά και προσωπικό επίπεδο, αν θέλουμε πραγματικά να βελτιωθεί η ελληνική πραγματικότητα για τα παιδιά. Τρομακτικά δεδομένα, απαισιόδοξες στατιστικές. Μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να χρειάζεται τη συστηματική βοήθεια της UNICEF γιατί κατάφερε να καταστρέψει τη ζωή των παιδιών της. Ας πάψουμε να εθελοτυφλούμε. Το είχε πει ο Σιδηρόπουλος: «Υπερασπίσου το παιδί. Γιατί, αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα.»

Συντάκτης: Αγγελική Τσαγκαράκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου