Να μου γελάς, γιατί έτσι. Να μου γελάς κι ας καίγεται ο κόσμος γύρω μου κι ας ρίχνουν βόμβες μπροστά απ’ τα πόδια μου κι ας γίνεται έκρηξη λίγο πιο κάτω. Φτάνει να μου γελάς. Φτάνει να βλέπω αυτήν την τέλεια οδοντοστοιχία να λάμπει μέσα απ’ τα χείλη σου. Και φτάνει να βλέπω τα χείλη σου να παίρνουν την κλίση που έχει ο σεληνιακός μηνίσκος  όταν τον ξαπλώσεις οριζόντια. Γιατί αν αντί του στόματός σου ξαπλώναμε έναν σεληνιακό μηνίσκο στο πρόσωπό σου δε θα είχε και μεγάλη διαφορά.

Να μου γελάς, γιατί σε γουστάρω. Γιατί όταν χωριζόμαστε όπου γυρίζω το κεφάλι μου βλέπω το πρόσωπό σου, αλλά με τα φώτα στραμμένα στο χαμόγελό σου. Και στα αυτιά μου ηχεί το γέλιο σου, αυτός ο μοναδικός τρόπος που γελάς και μιλάς ταυτόχρονα, αχ Θεέ μου, μα πώς το κάνεις και βγαίνει τόσο ανεξήγητα υπέροχο κι ελκυστικό.

Να μου γελάς, γιατί το γέλιο σου μοιάζει να είναι ό,τι πιο φυσικό βγαίνει από εσένα προς εμένα. Κι αυτό, γιατί είναι μια αντίδραση αυθόρμητη. Ένα τόσο δυνατό συναίσθημα, μια συμπεριφορά τόσο αληθινή που δε χρειάζεται λόγια για να μου εκφράσεις τι νιώθεις. Οι μυϊκές κινήσεις του προσώπου σου τα κάνουν όλα κι εμένα τρισευτυχισμένη που είσαι μαζί μου και γελάς.

Να μου γελάς, γιατί κάθε που γελάς σε ερωτεύομαι όλο και πιο πολύ. Που γελάς όταν με βλέπεις το πρωί με ανακατεμένα τα μαλλιά αλλά κατά τα άλλα μου λες πως σου αρέσω έτσι. Που γελάς όταν τρώμε σουβλάκι και μένει ο μαϊντανός στο δόντι μου. Που γελάς όταν με νευριάζεις και που όσο γελάς, τόσο περισσότερο με κάνεις να νευριάζω. Που γελάς όταν πάω να σε χτυπήσω κι αντί να πονέσεις εσύ πονάω εγώ. Και παρ’ όλο που τα παθαίνω όλα αυτά, όταν σε βλέπω να γελάς μαζί τους δε με ενδιαφέρει τίποτα. Αντίθετα γελάω κι εγώ μαζί σου, γελάω κι εγώ με αυτά τα μικρά και χαζά που μας φέρνουν πιο κοντά.

Να μου γελάς, γιατί όταν γελάς η μέρα μου γίνεται καλοκαιρινή. Και χειμώνα να έχει και να βροντά και να αστράφτει, όταν αντικρίσω εσένα να μου γελάς είναι σαν να εμφανίζεται ο ήλιος, να με λούζει και μέσα μου να παίρνω φωτιά. Τότε η καρδιά μου χτυπά πιο γρήγορα και μια ανεξήγητη θερμότητα με τυλίγει πέραν του κανονικού, κάτι σαν πυρετός.

Να μου γελάς, γιατί μου δίνεις ελπίδα. Το γέλιο σου είναι η θεραπεία μου. Με γεμίζεις αισιοδοξία, με κάνεις να θέλω να συνεχίσω ό,τι στραβό και να μου συμβαίνει. Με κάνεις να θέλω να προσπαθώ για ένα καλύτερο αύριο για μένα, για σένα, για μας. Γιατί με κάνεις να μπορώ να βλέπω πιο καθαρά, πιο θετικά, πέραν απ’ τα άσχημα που συμβαίνουν. Με εσένα να μου γελάς ξέρω ότι θα έρθει το ουράνιο τόξο μετά από μια καταιγίδα.

Να μου γελάς, γιατί όταν γελάς ο χρόνος σταματάει να κυλά. Ξέρεις, λένε πως ένα χαμόγελο μικραίνει την απόσταση ανάμεσα στους ανθρώπους. Αν είναι όντως έτσι, τότε εμείς είχαμε απ’ την αρχή διαγράψει κάθε απόσταση. Δε χρειάστηκε καν να μικρύνει η απόσταση, αφού απ’ την πρώτη κιόλας στιγμή έπαψε να υπάρχει. Τα χαμόγελά μας, τα γέλια μας τα είχαν κανονίσει όλα, ήταν όλα σχεδιασμένα από πριν. Μα πού να το φανταζόμασταν.

Να μου γελάς, γιατί δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο. Η ζωή προχωρά όπως και να είμαστε. Όταν, όμως, μου γελάς κυλά πιο ευχάριστα και με κάνει να θέλω να τη ζήσω μαζί σου. Ας μην αναλωνόμαστε με ασήμαντες διαφωνίες και λάθη του παρελθόντος. Ό,τι είναι να ζήσουμε μαζί θα το ζήσουμε από ‘δω και πέρα, ας μην αφήσουμε τα γκρίζα πλοκάμια του παρελθόντος να ανακατευτούν στα δίχτυα που απλώσαμε τώρα εμείς οι δυο μαζί στο δικό μας καράβι.

Να μου γελάς απόψε. Να μου γελάς, έτσι ώστε να διώξεις όλους τους φόβους μου μακριά και να δούμε αυτόν τον κόσμο που ζούμε σαν μικρά παιδιά.

Μόνο μην πάψεις να μου γελάς. Σου πάει.

Συντάκτης: Έλενα Παπαγεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη