Όταν ήμασταν παιδιά κάθε στιγμή ήταν και μια ανακάλυψη. Ένας ολόκληρος κόσμος ξεδιπλωνόταν μπροστά μας κι εμείς σαν νέοι ερευνητές νιώθαμε κάθε λεπτομέρεια και μια συναρπαστική νέα πληροφορία. Όταν ήμασταν παιδιά ο κόσμος αδιαμφισβήτητα ήταν απλούστερος. Ένα παραμύθι μάς έστελνε στα πιο γλυκά όνειρα. Μια αγκαλιά μάς ηρεμούσε από εκείνο το πεσιματάκι που μάς πόνεσε και ίσως μάς φόβισε αρκετά. Ένα παιχνίδι μάς χάριζε ατελείωτες ώρες ευχάριστης και δημιουργικής απασχόλησης, πλατιά χαμόγελα και ασυγκράτητο ενθουσιασμό. Το αγαπημένο μας παγωτό χόρταινε τη δίψα μας για γλυκό και το φαγητό που με πείσμα ζητούσαμε από τη μαμά να μας φτιάξει, μας πλημμύριζε χαρά. Μικρά πραγματάκια που μας αρκούσαν σαν παιδιά για να μας κάνουν να αισθανόμαστε όμορφα, γεμάτα ενέργεια και ζωντάνια να συνεχίζουμε να ανακαλύπτουμε τον περίγυρό μας και να κατακτάμε, κάθε μέρα κι από λίγο, ένα κομμάτι του.

Όσο μεγαλώνουμε ο κόσμος αλλάζει. Ή μάλλον μάς αλλάζει. Η παιδική αθωότητα αρχίζει και αργοσβήνει και η ενήλικη πλέον ματιά μας αντιλαμβάνεται πως το παιδί εκείνο που κάποτε είχε γύρω του ένα περιτύλιγμα προστασίας και άγριας χαράς τώρα πρέπει να αντιμετωπίσει τον κόσμο αυτό με αυστηρότητα και μεγαλύτερη υπευθυνότητα. Από εκεί που κάθε μέρα όλο και κάτι νέο, ή ακόμα και παλιό, μας έδινε την ώθηση της αδρεναλίνης, οι ευθύνες που έρχονται να μας χτυπήσουν την πόρτα της ενήλικης πλέον ζωής, χαρίζουν ένα ταξίδι γεμάτο τρέξιμο, άγχος, αγώνα, επιβίωση, έγνοιες και προβληματισμούς. Η ξεγνοιασιά και η ανεμελιά κάνουν εμφάνιση μόνο σε έκτακτες περιστάσεις ενώ δεν παύουν να υπάρχουν οι στιγμές που από μόνοι μας τις βάζουμε στην άκρη μιας και αρκετές φορές ξεχνάμε το γεγονός ότι το σώμα και το μυαλό διψάνε για μια επιστροφή στα παιδικά χρόνια. Για μία, έστω και μικρή, δόση ενός άγνωστου κόσμου και για λίγη ανυπομονησία να τον ανακαλύψουμε. Αλλά ίσως αυτό να μην είναι όσο δύσκολο πιστεύουμε.

Αντί για παραμύθι, ένα μυθιστόρημα. Ένας αγαπημένος καφές και μισή ώρα στον καναπέ αντί για τον χυμό φράουλα που λάτρευες παιδί και τις ατελείωτες ώρες αράγματος στο μπαλκόνι. Μια έξοδος με το κολλητάρι στο στέκι σας αντί για τη βόλτα στο πάρκο που κάποτε γινόταν κάτω από το άγρυπνο βλέμμα των γονιών. Ένα χόμπι. Όταν ήσουν μικρούλι τραγουδούσες στο δωμάτιο, στο μπάνιο, στο μπαλκόνι, είχες στο τέρμα το «βάλε στο μαγνητόφωνο τραγούδια που γουστάρεις», οπότε γιατί όχι, κάνε το και τώρα! Τραγούδα σαν να μη σε ακούει κανείς. Στήσε και πάλι το σκετσάκι εκείνο που έφτιαχνες με τα παιχνίδια σου κάποτε. Ένας περίπατος στην αγαπημένη σου γειτονιά με το μεγαλύτερο πλέον ποδήλατο από αυτό που σε έμαθε να ισορροπείς όταν ήσουν παιδί. Φάε και πάλι εκείνο το παγωτό που σου ξετρέλαινε τους γευστικούς κάλυκες και το ζητούσες επίμονα. Μάθε μια ξένη γλώσσα και πάρε πάλι μια γεύση από σχολείο και φροντιστήριο. Ή ξεσκόνισε τις γνώσεις σου ακόμα και μόνος. Βοήθησε έναν άγνωστο, όπως ακριβώς είχες κάνει με εκείνο το παιδάκι που μοιράστηκες το κολατσιό σου ένα πρωί στο πρώτο διάλειμμα και τελικά έγινε το φιλαράκι σου στο σχολείο. Ξέρω πως ίσως σε πιέζει ο χρόνος όμως κάνε κάθε μέρα κι από ένα πράγμα που έκανες όταν ήσουν παιδί και η καθημερινότητα θα πάρει μια νότα από χαμόγελα κάπως αλλιώτικα, πιο ήρεμα και ζωηρά ταυτόχρονα. Πιο παιδικά.

Η συνταγή για να νιώθεις ωραία. Να αποφορτίζεται το άγχος και να αποσυμπιέζεται το στρες. Ακόμα και τα βράδια εκείνα που γυρνάς μισός και αποδεκατισμένος από το συσσωρευμένο φόρτο της ημέρας ή της εβδομάδας, κάνε κάτι μικρό. Βγάλε τα ρούχα και βυθίσου στην μπανιέρα όπως ακριβώς μας έκαναν και οι γονείς μας μετά από μια μέρα, ομολογουμένως, εξαντλητικού παιχνιδιού πριν πέσουμε κατάκοπα για ύπνο. Στον ελεύθερο χρόνο σου κάνε πράγματα που σε ευχαριστούν, σε ξεκουράζουν, σε γεμίζουν και σου φτιάχνουν τη διάθεση. Αυτά τα ασυναίσθητα πραγματάκια που κάναμε παιδιά και μας έδιναν ακριβώς τα ίδια συναισθήματα.

Μην ξεχνάς ποτέ πως μέσα μας αυτό το παιδί είναι ακόμα ζωντανό. Και πως για να νιώθει καλά ο ενήλικος εαυτός μας, θα πρέπει να νιώθει όμορφα κι εκείνο το πλασματάκι που κάποτε κοίταζε με περιέργεια τον κόσμο, τον αποδεχόταν και τον έπλαθε όσο πιο δημιουργικά μπορούσε μέσα από τα δικά του μάτια. Θυμάσαι;

 

Συντάκτης: Εμμανουέλα Μπερτάκη
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη