Θα ‘θελα πολύ να μου δανείσεις μια φορά εκείνα τα παπούτσια σου που όταν βγαίνουμε και τα φοράς δε σου κρύβω πως τα κοιτάζω με βλέμμα λάγνο. Θαυμάζω άραγε μόνο αυτά ή και σένα μαζί που καταφέρνεις και ισορροπείς τόσο όμορφα πάνω τους, που σου ταιριάζουν λες και ήταν εξαρχής κομμένα και ραμμένα στα μέτρα σου, σαν να ‘χε ο τεχνίτης το καλούπι του ποδιού σου όταν τα σχεδίαζε;

Κι όμως, ενδόμυχα ξέρω πως δε θα μου πάνε. Όχι γιατί τα έχω συνηθίσει πάνω σου και θα τα θαρρώ ξένα, μα γιατί δεν ξέρω ούτε αν θα καταφέρω να τα περπατήσω. Ίσως, μου βγαίνουνε ή με χτυπάνε, γιατί το νούμερό μου είναι μικρότερο και το κουτουπιέ μου φαρδύτερο απ’ το δικό σου. Κι όσο κι αν τα θέλω, όσο κι αν ποθώ να γίνουν δικά μου έστω για μέρα, για μια εμφάνιση guest, αμφιβάλλω αν θα μπορέσω να τα κάνω να μη δείχνουν ξένα πάνω μου.

Τα παπούτσια σου είναι δικά σου και ‘συ έχεις μάθει να τα φοράς. Από ‘κείνη την πρώτη μέρα προσαρμόστηκαν στο πόδι σου και όσοι κι αν θέλουν να τα φορέσουν αυτά θα αρνούνται πεισματικά να τους χαριστούν. Κι εκείνοι δε θα ‘χουν ποτέ την υπομονή να περιμένουν να συνηθίσουν κάτι που δεν είναι δικό τους, κάτι που δεν επέλεξαν αυτοί και τους έδωσε έτσι κάποιος δανεικό, μόνο και μόνο για να δουν πώς είναι να βρίσκεται στη θέση του.

Τα παπούτσια σου είναι το πρόβλημά σου. Είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι και μόνο εσύ το ξέρεις.

Είναι η απογοήτευση που ένιωσες όταν σε χώρισε ο Τάκης και οι κολλητές σου επέμεναν ότι ήταν ένας ακόμα τύπος που δεν άξιζε και έπρεπε να αφήσεις και να πας παρακάτω. Με τόνο αισιόδοξο, περιορισμένες πως λίγες μέρες μετά όλα θα αποτελούν μια κακιά ανάμνηση.

Είναι η διαφορετικότητά σου που ξέρεις μόνο εσύ πώς είναι να πορεύεσαι μαζί της. Αν είσαι άτομο με ειδικές ανάγκες -χωρίς καθόλου μειονεκτική ή προσβλητική χρήση του όρου-, αν κάποιο πρόβλημα υγείας σε ταλανίζει και το ξέρεις μόνο εσύ, όσοι κι αν προσπαθήσουν, δε θα καταφέρουν ποτέ να μπουν στο νούμερό σου. Όχι γιατί δε θέλουν ή δεν έχουν τη διάθεση να προσπαθήσουν, μα γιατί δεν μπορούν, δεν τους χωράει, δεν είναι στα μέτρα τους.

Είναι εκείνη η μέρα που απογοητεύτηκες κι οι φίλοι σου ήρθαν να σε πάρουν μια αγκαλιά, λέγοντάς σου με χαμόγελο στα χείλη πως όλα θα φτιάξουν. Δεν μπόρεσαν όμως ποτέ να καταλάβουν πώς πραγματικά ένιωθες.

Δυστυχώς δεν μπορούμε να κατανοήσουμε αυτό που εμείς δεν είμαστε. Μπορούμε να το αποδεχτούμε, να μην το αντιμετωπίζουμε ως διαφορετικό, κατώτερο ή ανώτερο, όμως ποτέ δε θα καταφέρουμε να καταλάβουμε πώς είναι. Αν δε βρεθείς στη θέση κάποιου δεν μπορείς ποτέ να δεις την κατάσταση με τα δικά του μάτια, να νιώσεις τα δικά του αισθήματα, να καταλάβεις πώς σκέφτεται. Κι ακόμα κι αν βρεθείς σε παρόμοια κατάσταση, πάντα κάτι θα αλλάζει. Ποτέ οι συντελεστές, οι παρανομαστές, οι συνθήκες δε θα μένουν ίδιες. Και αυτό είναι ίσως από τις μεγαλύτερες αλήθειες που πρέπει να συνειδητοποιήσεις όσο είναι ακόμα νωρίς.

Όσοι κι αν σε στηρίξουν, όσοι κι αν προσπαθήσουν, κανένας δε θα σε καταλάβει στο 100%. Κι όχι γιατί δεν το θέλει, μα γιατί στα δικά σου παπούτσια ακόμα κι αν προσπαθήσει να μπει, δε θα γίνουν ποτέ δικά του. Θα ξέρεις πως ανήκουν σε σένα και πως αμέσως μετά θα στα επιστρέψει, όσο κι αν τον ενοχλούν δε θα χρειαστεί να διανύσει χιλιόμετρα μαζί τους, να περάσει ώρες ώστε να αναρωτιέται πώς θα τα κάνει να είναι άνετα γι’ αυτόν, να μην αναστατώνουν την ψυχή του, να του φέρνουν γαλήνη.

Κι όλα αυτά γιατί δεν μπορούμε πάντα να γίνουμε αυτό που δεν είμαστε. Και δε θα μπορούσαμε κιόλας ούτε να διανοηθούμε κάποιες φορές πώς θα ηταν να είμαστε.

Γι’ αυτό κάνε τα παπούτσια σου στήριγμά σου, το πρόβλημά σου δύναμή σου. Και αν κάποιος δε σε καταλάβει, πάντα να σκέφτεσαι πως ίσως προσπάθησε και τελικά δεν τα κατάφερε.

Συντάκτης: Βασιλική Γ.
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα