Cuba libre rosa:

2 σφηνάκια μαύρο ρούμι Kraken

Δυόσμος

Λιωμένη μαύρη ζάχαρη

Πάγος

Υποψία γρεναδίνης, για να δώσει κόκκινο χρώμα στο ποτό

 

Το σώμα της κινείται στον ρυθμό του “Mama”. Ψηλοκάβαλο μαγιό, brazilian (πιθανώς ένα-δύο νούμερα μικρότερο), σουτιέν το ίδιο. Κοιτιόμαστε και το βλέμμα της απλά γλιστράει στον δίπλα κάγκουρα με μαύρισμα σοκολατί, αρχές Ιουνίου, τατουάζ με βαθυστόχαστα ρητά και λύκους/τίγρεις/αετούς, κοιλιακούς φέτες και γυαλιά καθρέφτες.

Χαμογελάω και παίρνω το ποτό μου παραδίπλα. Όπου «παραδίπλα» σημαίνει αρκετά μακριά για να μην ακούω τη μουσική να μου τρυπάει τον εγκέφαλο. Θα μου πει κανείς ότι φταίω που διάλεξα τέτοιο μέρος, αλλά το beach volley που παίζω χρόνια τώρα μόνο εκεί βολεύει.

Καλοκαίρι σημαίνει κινούμενα στερεότυπα. Παρόμοια μαγιό, παρόμοιες συμπεριφορές, τυποποιημένες κινήσεις και καμάκια που κάνουν τους ειδικούς της δεκαετίας του ’80 να δακρύζουν από περηφάνια.

Η μουσική στα μαγαζιά επί των παραλιών είναι σουρεαλιστική. Μόνο εκεί μπορείς να ακούσεις “Bella Ciao” και “Ederlezi” σε beat ρυθμό και να τα χορεύουν όλοι κι όλες σαν να μην υπάρχει αύριο, χωρίς τη παραμικρή ιδέα του τι ακούν. Μπορείτε να με πείτε άφοβα γκρινιάρη, το ‘χω ακούσει από αρκετές πρώην, αλλά δεν μπορώ παρά να χαζέψω το γελοίο του πράγματος.

Η παραλία έχει καταληφθεί από influencers, wannabe Instagram μοντέλα, ρακετάκηδες (θέλω να σας κάνω τα μπαλάκια ομελέτα #διπλής) ματάκηδες, σφίχτες, αδιάφορους γονείς, παντρεμένους με ημερομηνία λήξης, καυλωμένους νέους και νέες, κουλτουριάρηδες της κακιάς ώρας. Δεν υπάρχει χώρος για συζήτηση. Δεν υπάρχει καν η δυνατότητα να σκεφτείς να μιλήσεις σε άτομο που φαίνεται ενδιαφέρον. Τα μπάνια του «λαού» (α, ρε τιμημένο, ΠΑΣΟΚ) παρελαύνουν εμπρός μου και το πρόσωπό μου σχηματίζει μια μάσκα φρίκης.

Ίσως και να ζηλεύω ενδόμυχα όλα τα ζευγάρια, όχι γιατί μου λείπει μια Χ-Ψ παρουσία, αλλά γιατί αυτοί έχουν κάποιο να κράζουν μαζί. Είναι μεγάλη μυσταγωγία να μπορείς να είσαι πικρόχολος με κάποιον άλλο. Μεγάλη υπόθεση να φοράς μια μάσκα ευγένειας και να την πετάς με αυτόν σε θέλει γι’ αυτό που κρύβεται από κάτω.

Το καλοκαίρι τα ρούχα βγαίνουν, τα κορμιά μαυρίζουν ιδρώνουν και καυλώνουν, κι οι μάσκες εμφανίζονται πίσω από εξάρσεις αυτοπεποίθησης κι αυτοεπιβεβαίωσης. Απαγορεύεται να ‘σαι ανασφαλής, να θες κάτι πιο βαθύ. Αυτά από Σεπτέμβρη. Τώρα η εποχή επιβάλλει ανεμελιά, προσωρινότητα, κοκτέιλ παγωμένο και βουτιά στη θάλασσα.

Να πίνουμε νερό και να μην καθόμαστε πάνω από είκοσι λεπτά για μαύρισμα, λένε οι ειδικοί, και κάτι θα ξέρουν. Αν και ξεχωρίζουν αυτοί που μοιάζουν με πορτοκαλί εξωγήινους, γιατί βάζουν κρέμες μαυρίσματος κι έχουν κάνει πλούσιο το τοπικό σολάριουμ. Έχω την υποψία ότι αυτές οι συσκευές, που μοιάζουν με φέρετρα κι έχουν το γνωστό μπλε φως, δε σου μαυρίζουν μόνο το σώμα, αλλά ίσως σε αντικαθιστούν με μια ανέμελη εκδοχή του εαυτού σου, έτοιμη για όλα.

Άλλωστε, ποιος θα κρίνει, καλοκαίρι έχουμε. Η εποχή που –περισσότερο από όλες τις άλλες– οι σωματικές ανασφάλειες κάνουν περίπατο κι οι ψυχολογικές καμουφλάρονται κάτω από ελάχιστα ρούχα, διαφάνειες, φουσκωμένους μυς και σμιλεμένες καμπύλες. Η εποχή που τα social media έχουν διαγωνισμό πιο ζηλευτής πόζας ανεμελιάς, σε παραθαλάσσιο προορισμό, με χαμόγελα και μυρωδιά αντηλιακού.

Έχω ερωτευτεί μία φορά καλοκαίρι, και δε θα ξεχάσω ποτέ πώς έγλειφα την αλμύρα απ’ το σώμα της, πώς ιδρώναμε σε κρεβάτια άστρωτα, πώς κάναμε έρωτα μέσα στη νύχτα κι αγκαλιά σε ΚΤΕΛ, μετά από ολοήμερες εκδρομές, να αποκοιμιέμαι στο στήθος της.

Γιατί υπάρχουν κι αυτές οι ήρεμες παραλίες, αυτοί οι άνθρωποι που ένα τους χαμόγελο σε απογειώνει, ένα μήνυμά τους μπλοκάρει κάθε ήχο γύρω, ώστε στο τέλος να ακούς μόνο τον παφλασμό των κυμάτων.

Το ερώτημα είναι πού κρύβονται μέσα στο καλοκαίρι, τη χειρότερη, χαλαρότερη, αφόρητα αισθησιακή κι αντιερωτική εποχή του χρόνου…

 

Συντάκτης: Θαμώνας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη