Αγκαλιές… Αγκαλιές πολλών ειδών… Εκείνες που σου κόβουν την ανάσα, οι λεγόμενες σφιχτές αγκαλιές… Οι πιο απαλές, που μοιάζουν με τρυφερά χάδια… Οι παρηγορητικές αγκαλιές… Εκείνες που χώνεσαι μέσα τους και δε θέλεις να βγεις, γιατί έχει δημιουργηθεί ένα τόσο δυνατό «μαγνητικό πεδίο» που σε ελκύει και σε ρουφάει όλο και πιο βαθιά… Και υπάρχουν κι αυτές που σε «ξεπρήζουν» και σε ανακουφίζουν, αφού μέσα τους διώχνεις όλα τα «ουφ» που έχεις μαζέψει… Μια τόσο μεγάλη γκάμα για να επιλέξουμε. Κι όμως, τα χέρια μας είναι μουδιασμένα και κολλημένα στο πλάι, σαν να παριστάνουμε τα αρχαιοελληνικά αγάλματα, τους κούρους και τις κόρες — που, ακόμα κι αυτά, έμοιαζαν πιο ζωντανά από εμάς, λες κι επρόκειτο να κινηθούν.

Εμείς, οι λογικοί άνθρωποι. Οι άνθρωποι της τεχνολογίας και της επιστήμης, που παραβλέπουμε το συναίσθημα και προσπαθούμε να λειτουργήσουμε σε κουτάκια. Τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουμε, πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε, τι να νιώσουμε και τι όχι. Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωση, δεν πορευόμαστε με τα ίδια τα δεδομένα της επιστήμης, η οποία έχει αποδείξει πως αρκεί μια αγκαλιά λίγων δευτερολέπτων για να εκκριθεί στο αίμα μας και να ποτίσει τα κύτταρά μας η λεγόμενη «ορμόνη της αγάπης», ή, με τον επιστημονικό όρο, η ωκυτοκίνη. Μια ορμόνη τόσο δυνατή και φυσική, που έχει την ικανότητα να διώχνει το στρες και να μειώνει τα επίπεδα άγχους. Μια αγκαλιά μόνο — αλλά όχι, βέβαια. Τι πιο λογικό από το να προτιμούμε να «αγκαλιάζουμε» φάρμακα, και να γεμίζουμε το κομοδίνο μας και τα τραπεζάκια του σπιτιού μας με χάπια, για να μας κρατούν παρέα εκείνες τις δύσκολες μέρες που δεν μπορούμε να ανασάνουμε, γιατί το άγχος και ο πανικός μάς έχουν κατακλύσει.

Κι όμως, το να αγκαλιαζόμαστε με κάποιον που αγαπάμε μάς κάνει να αισθανόμαστε ελαφρύτεροι — σαν ένα πούπουλο που το παρασύρει ο άνεμος αλλά δεν το νοιάζει πού θα βρεθεί, γιατί το μόνο που έχει σημασία είναι ότι πετάει ελεύθερο. Αρκεί μια αγκαλιά από ένα πρόσωπο που αγαπάμε πραγματικά, και είναι λες και γυρνάμε στο σπίτι μας. Σαν την αγκαλιά μιας μητέρας που προσπαθεί να ηρεμήσει το μωρό της — και εκείνο, δια μαγείας, σταματά να κλαίει, μόνο και μόνο γιατί ήρθε σε επαφή με το απαλό της δέρμα, το άγγιγμα και τη μυρωδιά της. Πώς έχουμε απομακρύνει έτσι το σώμα από το σώμα του άλλου, το βλέμμα από το βλέμμα του άλλου — και έχουμε επιτρέψει να πέσει σε λήθη μία από τις πέντε μας αισθήσεις, η αίσθηση της αφής;

Κορόνα στο κεφάλι μας τον κάναμε τον κορονοϊό και τους κανόνες υγιεινής. Και ξεχάσαμε να αγκαλιάζουμε και να αγγίζουμε. Ούτε που θυμόμαστε πια πώς είναι αυτό το αίσθημα του ηλεκτρισμού που νιώθουμε με το άγγιγμα και το χάδι του ανθρώπου που μας ενδιαφέρει. Μάλλον είναι καιρός να ξαναθυμηθούμε αυτόν τον ηλεκτρισμό και τις σπίθες — κι ας είναι να κολλήσουμε όλα τα μικρόβια που υπάρχουν. Αφήσαμε πολύ χρόνο να περάσει, γιατί έτσι έπρεπε. Έτσι μας έλεγαν οι γιατροί και οι ειδικοί. Και εμείς έπρεπε να υπακούσουμε, γιατί έτσι έπρεπε. Και κάναμε τα εμβόλια για να προστατευτούμε, γιατί έτσι έπρεπε. Πολλά «πρέπει» συσσωρεύτηκαν τα τελευταία χρόνια, που μας έκαναν «καθωσπρέπει». Χάθηκε ο αυθορμητισμός μας, αυτό το «έλα εδώ, μωρέ, να σε πάρω μια αγκαλιά». Πότε ήταν η τελευταία φορά που είπαμε στον άλλον «έλα να σε αγκαλιάσω και θα φτιάξουν όλα»; Άραγε θυμόμαστε;

Και υπάρχει κι ο άλλος μύθος — ότι οι αγκαλιές είναι μόνο για τα μικρά παιδιά. Εκείνα που νιώθουν αδύναμα και ευάλωτα, εκείνα που πρέπει να τα προστατεύσουμε. Ενώ όταν μεγαλώνουμε, σταματάμε να είμαστε αδύναμοι και γινόμαστε δυνατοί. Ή πρέπει να είμαστε δυνατοί. Άλλο ένα «πρέπει» που βάλαμε στον κατάλογο της ενηλικίωσης. Το μόνο σίγουρο είναι πως αυτό που έχουμε μάθει πολύ καλά είναι να αγκαλιάζουμε όλα τα «πρέπει» που δημιουργούμε μόνοι μας ή που η ίδια η κοινωνία μας θέτει — και να τα αγκαλιάζουμε τόσο σφιχτά, μέχρι να γίνουμε ένα.

Ώρα, όμως, να πάρουμε μια βαθιά ανάσα και να πούμε: φτάνει η απόσταση από τον άλλον. Να ξεμουδιάσουμε τα χέρια μας — και πρώτα απ’ όλα, να αγκαλιάσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Γιατί κι αυτό το ξεχάσαμε. Να μοιράζουμε και να δεχόμαστε αγκαλιές από τους ανθρώπους που αγαπάμε. Να ξεχνιόμαστε και να «ξεπρηζόμαστε» στα χέρια αυτών των ανθρώπων — και το ίδιο να κάνουν κι αυτοί μέσα στα δικά μας χέρια. Να μπλέκουμε τα δάχτυλά μας με τα δάχτυλα του άλλου, και να αισθανόμαστε ότι ταιριάζουν τόσο απόλυτα, σαν τα τουβλάκια Lego που φτιάχναμε μικροί και ήμασταν τόσο εκστασιασμένοι με αυτό που δημιουργούσαμε. Έτσι ακριβώς εκστασιασμένοι να νιώθουμε με τα συναισθήματα που μας πλημμυρίζουν μέσα στην αγκαλιά εκείνου/εκείνης.

Ας γίνουμε, λοιπόν, όλοι πούπουλα — κι ας αφήσουμε την αγκαλιά κάποιου να μας παρασύρει σε μια ουτοπία που νομίζαμε ότι μόνο στα παραμύθια υπάρχει…

Συντάκτης: Άλκηστις Μαχαίρα
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη