Σίγουρα έχεις βρεθεί σε παρέα μεταξύ φίλων και έχεις ακούσει το γνωστό σε όλους μας «ghosting». Και σίγουρα κάποιο γνωστό μας πρόσωπο ή ακόμα κι εμείς οι ίδιοι το έχουμε εφαρμόσει ή το έχουμε υποστεί. Ένα φαινόμενο ανεξήγητο που σε γεμίζει με ερωτηματικά και πιθανόν κάνα σωρό ανασφάλειες του τύπου «μα γιατί δε μου ξανάστειλε; Μήπως είπα κάτι που δεν έπρεπε στα πρώτα ραντεβού; Μήπως πίεσα καταστάσεις από πολύ νωρίς και εξαφανίστηκε; Μήπως μιλούσα πολύ και τον ζάλισα; Κι άλλα τέτοια χαριτωμένα «μήπως» που συνοδεύουν αυτήν την εξαφάνιση του άλλου προσώπου και παραμένουν αναπάντητα, ανεξιχνίαστα και πληγώνουν βαθύτατα τον εγωισμό μας.

Κάτι, όμως, που πονάει και τσουρουφλίζει ακόμα πιο πολύ κι από το ίδιο το ghosting είναι το υπέρτατο high-low ghosting. Και τι θέλει να πει ο ποιητής με αυτή την έννοια; Από πού εμπνεύστηκε αυτόν τον όρο; Είναι εκείνη η κατάσταση που ενώ έχει προηγηθεί ένα υπέρτατο και ανωτέρου των προσδοκιών μας ραντεβού, εκεί που έχουμε δώσει τον καλύτερό μας εαυτό και έχουμε εισπράξει αντίστοιχα τον ενθουσιασμό του άλλου, έρχεται η επόμενη, η μεθεπόμενη μέρα χωρίς σημάδι, χωρίς ένα «πέρασα καταπληκτικά, θες να το επαναλάβουμε;», χωρίς καμία απολύτως ειδοποίηση στο κινητό. Σε αυτήν λοιπόν την περίπτωση είναι που ανοίγει το κουτάκι της Πανδώρας με όλες τις καταστρεπτικές ανασφάλειές μας και τα ολέθρια ερωτηματικά που αρχίζουν να κυλάνε αργά και βασανιστικά στους ιστούς του σώματός μας και στα κύτταρα του εγκεφάλου μας. Κι όποιος κάνει την κίνηση -που όλοι μεταξύ μας την έχουμε κάνει και στείλει, ενώ έχει ορκιστεί ότι δε θα ασχοληθεί ποτέ μα ποτέ ξανά-, τότε το ποτάμι των αναπάντητων ερωτημάτων κυλάει ακόμα πιο ορμητικά μέχρι να φτάσει στο σημείο να ξεχειλίσει, να ξεθυμάνει και το πρόσωπο αυτό να ξεχαστεί μαζί με όλες τις «φαντασμα-γορικές» συμπεριφορές του.

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Αφού η χημεία ανάμεσα σε δυο πρόσωπα, οι κουβέντες που συμπληρώνουν η μια την άλλη, οι σκέψεις που διαπλέκονται τόσο αυθόρμητα, ο ηλεκτρισμός του αγγίγματος των πρώτων ραντεβού, φαίνονται αμέσως και έρχονται τόσο φυσιολογικά. Και σκεφτόμαστε πως δε γίνεται να έχουμε  πέσει τόσο έξω και να αντιληφθήκαμε τόσο λάθος την όλη κατάσταση. Μήπως και οι δυο πλευρές εισέπραξαν την ίδια έλξη και τα ίδια συναισθήματα, αλλά αυτή η έλξη ήταν τόσο δυνατή που η μια πλευρά δεν μπόρεσε να τη «σηκώσει», να την αντιμετωπίσει; Ή μήπως τελικά το ένα πρόσωπο δεν ήταν εξ ολοκλήρου διαθέσιμο απλά μπήκε στον πειρασμό του ραντεβού και μόλις έσφιξε ο συναισθηματικός κλοιός και το ζωνάρι του ενθουσιασμού, έκανε οπισθοχώρηση με βαριά καρδιά. Γιατί προφανώς δεν μπορούσε να έχει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο;

Πόσα τέτοια ραντεβού, πόσες «πολλά υποσχόμενες» γνωριμίες έχουμε αφήσει στο «διαβάστηκε» και έχουμε γίνει καπνός, γιατί προτιμούμε να μένουμε εγκλωβισμένοι στο comfort zone και αφήνουμε το ρίσκο για τους τολμηρούς. Και ενώ θέλουμε απεγνωσμένα να στείλουμε στον άλλον «θέλω να σε ξαναδώ», τελικά επιλέγουμε τη βόλεψη και την ασφάλεια του καναπέ μας με τη σκέψη «που να μπλέξω τώρα, δεν είμαι εγώ για τέτοια δυνατά συναισθήματα και τέτοιες διάχυτα φωτεινές σκέψεις» από εκείνες τις σκέψεις που κατακλύζουν το μυαλό μας και μας συνεπαίρνουν μαζί τους. Και έτσι συνεχίζεται και διαιωνίζεται το ghosting και ακόμα περισσότερο το high-low ghosting.

Και γεμίζουμε με τέτοιους ορισμούς και κάνουμε ακόμα πιο περίπλοκες τις ανθρώπινες σχέσεις, τις βάζουμε σε κατηγορίες και υποκατηγορίες ανάλογα με τις παράλογες και ανεξήγητες συμπεριφορές του άλλου, μόνο και μόνο επειδή η συμπεριφορά μας δε συνάδει με τις πράξεις μας. Δείχνουμε τον πραγματικό μας εαυτό στον άλλον; Προσποιούμαστε και δείχνουμε λιγότερα από αυτά που θέλουμε γιατί στην αρχή «πρέπει» να κρατάμε κάτι για τον εαυτό μας και φυσικά να κρατάμε μικρό καλάθι για τον άλλον, για να μην απογοητευτούμε; Μα τα συναισθήματα είναι σαν την αναπνοή μας. Πόσο μπορούμε να την κρατήσουμε, 20,30,40 δευτερόλεπτα; Παραπάνω; Όσο και να την κρατήσουμε κάποια στιγμή θα κάνουμε το μπαμ και θα πούμε δεν αντέχω άλλο, τα πνευμόνια μου χρειάζονται οξυγόνο. Έτσι και τα συναισθήματα. Θα φτάσουμε σε σημείο που θα πούμε δεν αντέχω άλλο, η καρδιά μου χρειάζεται να αναπνεύσει οξυγόνο δυνατών συναισθημάτων. Και αυτό το εκδηλωτικό και απελευθερωτικό οξυγόνο να μεταφερθεί σε ένα άλλο πρόσωπο που μας ελκύει επικίνδυνα.

Πριν λοιπόν, ετοιμαστούμε για το επόμενο ραντεβού ας σκεφτούμε αν είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε πραγματικά και ουσιαστικά σε αυτήν την έλξη που θα προκύψει. Γιατί μέσα στα πολλά ανέντιμα αυτού του κόσμου συγκαταλέγεται κι αυτό: να γεμίζεις προσδοκίες κάποιον και να του ανάβεις ολόφωτο σηματοδότη για να σου ανοίξει την καρδιά του και μετά από λίγο να του την επιστρέφεις χωρίς καμιά θαρραλέα εξήγηση. Ας αφήσουμε τα «φαντάσματα» εκεί που ανήκουν, στα παραμύθια κι ας βιώσουμε επιτέλους την πραγματικότητα, αφού αυτή είναι η μόνη που έχουμε αληθινά.

Συντάκτης: Άλκηστις Μαχαίρα